Στις 3 Νοεμβρίου 1956 η ομάδα της ΕΟΚΑ Νέου Χωρίου προκάλεσε επίθεση εναντίον Άγγλων στρατιωτών, οι οποίοι λόγω των συχνών επιθέσεων που δέχονταν από την ΕΟΚΑ, είχαν περιορίσει τις κινήσεις τους στη περιοχή. Ο αρχηγός της ομάδας Γεώργιος Στυλιανού, συμβούλευσε να υψωθεί ελληνική σημαία στο σχολείο του χωριού και να καταστραφεί το ταχυδρομικό κιβώτιο που έφερε πάνω το βρετανικό βασιλικό έμβλημα.

Στις 4 Νοεμβρίου του 1956, οι τρεις Αγωνιστές, Αναστάση Γεώργιος, Παναγή Βάσος και Στυλιανού Γεώργιος, έστησαν ενέδρα στην είσοδο του χωριού τους – Νέο Χωριό της επαρχίας Πάφου – εναντίον των Άγγλων, τους οποίους είχαν προκαλέσει τη προηγούμενη, να ανεβούν από την Πόλη Χρυσοχούς. Με την ακινητοποίηση του δεύτερου οχήματος των Άγγλων, που πέτυχαν με την έκρηξη ηλεκτρικής νάρκης, έριξαν και τις δυο χειροβομβίδες που κρατούσαν, η μια από τις οποίες δεν εξερράγη όμως και υποχρεώθηκαν να αποχωρήσουν. Δεν χτύπησαν το πρώτο αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν οι αστυνομικές αρχές της περιοχής, γιατί μέσα σ’ αυτό μεταφέρονταν όρθιοι δυο ομοχώριοί τους, τους οποίους οι Άγγλοι χρησιμοποίησαν ως ανθρώπινες ασπίδες.

Οι Άγγλοι στρατιώτες μαζί με τους Τούρκους επικουρικούς που τους συνόδευαν, τους καταδίωξαν. Οι τρεις αγωνιστές είχαν ήδη απομακρυνθεί αρκετά και ήταν έτοιμοι να καλυφθούν πίσω από βουνοκορφή, όμως πληγώθηκε στο πόδι ο αρχηγός τους Γεώργιος Στυλιανού από Άγγλο σκοπευτή και γύρισαν πίσω να τον πάρουν. Δυστυχώς, κατά την αποχώρησή τους, τους πρόλαβαν οι στρατιώτες, άνοιξαν καταιγιστικά πυρά εναντίον τους και τους συνέλαβαν. Τους μετέφεραν κάτω από μια χαρουπιά. Εκεί πυροβόλησαν στο κεφάλι το Γεώργιο Στυλιανού και λόγχισαν μέχρι θανάτου τους άλλους δύο Αγωνιστές, Γεώργιο Αναστάση και Βάσο Παναγή. Μετέφεραν τα άψυχα, κατακρεουργημένα κορμιά τους στην πλατεία του χωριού και υποχρέωσαν τους συγχωριανούς τους να περάσουν μπροστά τους, ενώ συνέχισαν να τα πυροβολούν και να τα λογχίζουν. Στη συνέχεια τους κρέμασαν στα οχήματά τους και τους περιέφεραν στην Πόλη Χρυσοχούς.

Αναστάση Γεώργιος

Γεννήθηκε το 1933, στο Νέο Χωριό της επαρχίας Πάφου. Αποφοίτησε από το δημοτικό σχολείο του χωριού του και εργαζόταν ως ψαράς. Στον Αγώνα της ΕΟΚΑ, ήταν από τα πρώτα μέλη που εντάχθηκε από το χωριό του. Δούλευε διακριτικά ως τροφοδότης και συνοδός ανταρτών της περιοχής του. Ήταν μέλος της Ομάδας Κρούσεως Τυφεκιοφόρων Νέου Χωριού Πάφου και ήταν άριστος στη ρίψη χειροβομβίδων. Είχε πάρει μέρος σε δολιοφθορές εναντίον των Άγγλων και ασχολήθηκε με την περισυλλογή οβίδων από την περιοχή Αρναούτης του Ακάμα, η οποία χρησιμοποιήθηκε σαν πεδίο βολής του βρετανικού ναυτικού στο Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Το εκρηκτικό υλικό που περιείχαν οι οβίδες χρησίμευε για την κατασκευή ναρκών και χειροβομβίδων για τις ανάγκες της ΕΟΚΑ.

Το Μάιο και τον Ιούνιο του 1956, μαζί με συναγωνιστές του, καθάρισαν θάμνους και ετοίμασαν δίαυλο προσγείωσης αεροπλάνου στην περιοχή του Ακάμα, για ρίψη οπλισμού από αεροπλάνο ή και προσγείωσή του. Ο οπλισμός προγραμματιζόταν να σταλεί στην ΕΟΚΑ μυστικά από την Ιταλία.

Παναγή Βάσος

Γεννήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου του 1929, στο Νέο Χωριό της επαρχίας Πάφου. Τελείωσε το δημοτικό σχολείο του χωριού του και εργαζόταν ως εργάτης και βοσκός. Με την έναρξη του αγώνα εντάχθηκε στις τάξεις της ΕΟΚΑ και ήταν μέλος της Ομάδας Κρούσεως Τυφεκιοφόρων Νέου Χωριού. Έδρασε στην απόκρυψη και διανομή εκρηκτικού υλικού που μαζί με συναγωνιστές του, έπαιρναν από οβίδες που μάζευαν στην περιοχή “Αρναούτης” του Ακάμα, όπου χρησιμοποιούσε σαν πεδίο βολής το Βρετανικό Ναυτικό στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Πήρε μέρος σε δολιοφθορές εναντίον των Άγγλων, σε ενέδρες και βομβιστικές επιθέσεις.

Στυλιανού Γεώργιος

Γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου του 1938, στο Νέο Χωριό της επαρχίας Πάφου, αλλά μεγάλωσε στη πόλη Χρυσοχούς. Τελείωσε το δημοτικό σχολείο και φοίτησε στο Ελληνικό Γυμνάσιο μέχρι και την τετάρτη τάξη. Ξεχώριζε για το θάρρος του και τον ενθουσιασμό του. Εντάχθηκε στην ΕΟΚΑ από τις αρχές του αγώνα και ανέπτυξε πλούσια δράση συνδεόμενος με την ανταρτική ομάδα της περιοχής του. Αργότερα, τέθηκε επικεφαλής ομάδας Κρούσεως Τυφεκιοφόρων στο χωριό του.Στις 23 Μαΐου του 1956 , κατόρθωσε να εκτελέσει Τούρκο αξιωματικό της αστυνομίας Πόλεως Χρυσοχούς, ο οποίος συλλάμβανε και ανέκρινε Έλληνες και συνήθιζε να κακοποιεί συγγενείς ανταρτών.