Η τέταρτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην εκδίωξη των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο της τρυφής. Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από το Θεό ως το τελειότερο και εκλεκτότερο δημιούργημα του Θεού, ως «εικόνα και καθ’ ομοίωσις» αυτού . Πλάστηκε να ζει αιώνια μέσα στη χάρη και τις ευλογίες του Θεού, ατέρμονο βίο άπαυτης ευδαιμονίας. Αυτή τη σημασία έχει η βιβλική διήγηση περί του κήπου της Εδέμ . Ο άνθρωπος έκαμε κακή χρήση της ελεύθερης βούλησής του και προτίμησε το κακό. Ο αρχέκακος διάβολος τον παρέσυρε στην πτώση και την καταστροφή. Αυτό του στέρησε τον παράδεισο, δηλαδή την αέναη και ζωοποιό παρουσία του Θεού και την κοινωνία των ακένωτων ευλογιών Του.Μέγα χάσμα ανοίχτηκε ανάμεσά τους . Η αγία Γραφή αναφέρει συμβολικά πως οι πρωτόπλαστοι διώχτηκαν από τον κήπο της Εδέμ και δύο αγγελικά όντα τάχθηκαν να φυλάγουν με πύρινες ρομφαίες την πύλη του, για να μην μπορούν να την παραβιάσουν αυτοί. Το ατέλειωτο δράμα του ανθρωπίνου γένους άρχισε!Ο Αδάμ και η Εύα τότε κάθισαν απέναντι από τον κήπο της τρυφής και θρηνούσαν για το κακό που τους βρήκε.Αναλογίζονταν την πρότερη ευδαιμονία τους, την σύγκριναν με την τωρινή δυστυχία τους, προέβλεπαν το μέλλον ζοφερό και γι’ αυτό έκλαιγαν γοερά. Τα καυτά τους δάκρυα πότιζαν την άνυδρη γη και οι σπαραχτικές κραυγές τους έσπαζαν την ηρεμία της έξω του παραδείσου ερήμου.Όμως δυστυχώς ο θρήνος των πρωτοπλάστων δεν ήταν αποτέλεσμα μεταμέλειας για την ανυπακοή και την ανταρσία τους κατά του Θεού. Δεν ήταν πράξη μετάνοιας και αίτημα συγνώμης προς το Θεό, αλλά ωφελιμιστικός σπαραγμός. Δε θρηνούσαν για τη χαμένη αθωότητα και αγιότητα, αλλά για τη χαμένη υλική ευμάρεια του παραδείσου. Ούτε ένας λόγος μετάνοιας δεν ακούστηκε από τα χείλη τους! Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας λένε πως αν εκείνη την τραγική στιγμή οι προπάτορές μας μετανοούσαν ειλικρινά και ζητούσαν ταπεινά συγνώμη από τον απόλυτα φιλάνθρωπο Θεό, θα είχαν αποκατασταθεί στην πρότερη της πτώσεως κατάστασή τους.

 

Στο βαθμό, λοιπόν, που η συγχωρητικότητα απέναντι στους άλλους περιγράφεται ως διακανονισμός μεταξύ δύο οφειλετών και η νηστεία ως ένδειξη της καλής θέλησης του υπόλογου ανθρώπου προς τον εντολοδόχο Θεό, έρχεται σχεδόν σαν αυτονόητο το να παρασταθεί, στο τρίτο μέρος της περικοπής, η στάση του ανθρώπου απέναντι στην πνευματικότητα και τη θρησκευτικότητα με όρους οικονομικούς. Η κυριότερη δουλειά του διαχειριστή μιας περιουσίας είναι να κάνει σωστές εκτιμήσεις για το τι έχει μακροπρόθεσμη αξία και τι όχι και να προχωρήσει σε ανάλογες επενδύσεις. Ο άνθρωπος ως διαχειριστής της περιουσίας του Θεού βρίσκεται μπροστά σ’ αυτό το δίλημμα. Μέσα στο χρηματιστήριο αξιών της ζωής καλείται να πάρει τις αποφάσεις του για  το αν θα επενδύσει στις πρόσκαιρες, αλλά ιδιαίτερα ελκυστικές, αξίες αυτού του κόσμου ή στις αιώνιες αξίες που του υποδεικνύει το ευαγγέλιο του Χριστού. Το σαρανταήμερο διάστημα της νηστείας που ακολουθεί προσφέρει μια θαυμάσια ευκαιρία για σκέψη και περισυλλογή, ώστε να μπορέσει κανείς να πάρει τις σωστές αποφάσεις.

 

ΠΗΓΗ