Οι ρωμαϊκοί αετοί έχουν καρφώσει τα γαμψά τους νύχια στην γη της Μακεδονίας εδώ και 19 χρόνια σχεδόν, μετά από την αποφράδα μέρα της 22ας Ιουνίου του 168 π.Χ., στην αιματοβαμμένη πεδιάδα της Πύδνας (πόλη της Πιερίας). Οι γηραιότεροι Μακεδόνες θυμούνται την μαύρη εκείνη μέρα που ο τελευταίος βασιλιάς του οίκου των Αντιγονιδών έχασε την μάχη της Πύδνας, λόγω των ανόητων προλήψεων για την έκλειψη σελήνης. Η σκλαβιά των Ρωμαίων είναι σκληρή και η αφαίμαξη της Μακεδονίας από τις πλουτοπαραγωγικές πήγες της δεν αφήνει κανένα σημάδι αισιοδοξίας στο χειμαζόμενο έθνος.

Υπάρχει ένας νέος άνδρας που λέει πως είναι απόγονος βασιλιά, αλλά κανείς δεν τον πιστεύει. Και να τον πιστέψουν όμως, τι μπορεί να κάνει αυτός ο φτωχός νεαρός που το μόνο που έχει είναι η καταγωγή του και τίποτε άλλο; Ούτε έναν στρατιώτη για δείγμα δεν έχει μαζί του. Τι σόι βασιλιάς είναι αυτός; Ο Ανδρίσκος είναι γιος του Περσέα και της δεύτερης γυναίκας του Λαοδίκης (αδελφή του Σελευκίδη βασιλιά Δημητρίου Α’ της Συρίας) ή από την πρώτη γυναίκα του Βασταρνίδα ή από κάποια παλλακίδα. Του το αποκάλυψε η θετή του μητέρα που της το είχε πει ο Κρητικός άνδρας της που ήταν έμπορος στο Αδραμμύτιο (Ελληνική πόλη στις ακτές της Αιολίδα στην Β.Δ. Μικρά Ασία). Σε αυτόν τον έμπορο από την εκατόπολη Κρήτη είχε εμπιστευτεί τον μικρό Ανδρίσκο μαζί με ένα χειρόγραφο του Περσέα που είχε πάνω του την σφραγίδα του βασιλιά και αποκάλυπτε όλη την αλήθεια για το παιδί. Αφού πέθανε ο έμπορος και το αγόρι έγινε παλληκάρι, η θετή του μητέρα του έδωσε το χειρόγραφο και του είπε όλη την ιστορία όπως είχε.

Ο Ανδρίσκος το πρώτο που κάνει είναι να πάει στην αυλή του θείου Δημητρίου Α’ και να του ζητήσει βοήθεια και στρατό για να ανακαταλάβει την πατρογονική του εστία. Ο Δημήτριος τον κοιτάει με αμφιβολία και περίσκεψη. Πώς γίνεται να γλύτωσε ο γιος του Περσέα όταν ξέρει πως ο ένας του γιος, ο Φίλιππος, πέθανε στην αιχμαλωσία και ο Αλέξανδρος ο μικρότερος που ζει ακόμα είναι καλλιτέχνης στην Ρώμη; Ο λαός στην Αντιόχεια φωνάζει υπέρ του Ανδρίσκου για να τον αποκαταστήσει στον Μακεδονικό θρόνο. 

Ο Ανδρίσκος αποκτά επιρροή στην αυλή του Σελευκίδη βασιλιά. Η μικρότητα όμως, του Δημητρίου, δεν τον αφήνει να βοηθήσει τον πιθανό ανιψιό του και τον παραδίδει σιδηροδέσμιο στους μισητούς Ρωμαίους. Στα 153 π.Χ. ο Ανδρίσκος βρίσκεται στην Ρώμη πιστεύοντας πως θα έχει την τύχη του πατέρα του, Περσέα, που τον έσερναν αλυσοδεμένο επί 3 μέρες από τις 27 έως στις 29 Νοεμβρίου του 167 π.Χ. στον θρίαμβο του Λεύκιου Αιμίλιου Παύλου του καταστροφέα της Μακεδονίας. Πέθανε στην ατιμωτική αγκαλιά της Ρώμης μετά από 2 ή 5 χρόνια. Όλα αυτά περνάνε από το μυαλό του Ανδρίσκου που δεν φοβάται τον θάνατο παρά μόνο την άθλια φυλακή της Ρώμης.

Οι Ρωμαίοι υποτιμώντας τον Ανδρίσκο και μην θεωρώντας τον γιο του Περσέα τον εξόρισαν, αλλά δεν τον φυλούσανε καλά θεωρώντας τον ανάξιο να κάνει κάτι. Ο Ανδρίσκος βρίσκει την ευκαιρία και δραπετεύει από την φύλαξη των Ρωμαίων και πηγαίνει στην βασίλισσα πόλη της Ιωνίας, την Μίλητο. Εκεί βρήκε υποστηρικτές του που τον βοήθησαν να πάει στην Θράκη και να βρει στρατιώτες για να πάρει πίσω την Μακεδονία από τα χέρια των αγροίκων Ρωμαίων. Ο βασιλιάς Τήρης της Θράκης που ήταν γαμπρός του Φιλίππου του Ε’ (πατέρα του Περσέα) τον αναγνώρισε ως νόμιμο διάδοχο του Μακεδονικού θρόνου και του έδωσε 100 στρατιώτες καλώντας και τους άλλους ηγεμόνες της Θράκης να του δώσουν και αυτοί με την σειρά του στρατιώτες. Του έδωσαν και αυτοί άλλους 100. Με αυτόν το πυρήνα του μικρού στρατού ξεκινάει την πορεία του για την Μακεδονία. Μαζί με τον Θράκα βασιλέα Βαρσαβά επιτίθεται στην Μακεδονία το 149 π.Χ. από τα βόρεια και την κοιλάδα του Στρυμόνα και σαρώνει σαν βοριάς όλα τα φρούρια που πέφτουν ένα – ένα στα χέρια του. Οι Μακεδόνες μόλις μαθαίνουν την άφιξη του ξεχασμένου βασιλιά τρέχουν να τον προϋπαντήσουν και να ενωθούν με τον στρατό του.

Το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς και καθώς η φύση νεκρώνει σιγά – σιγά, στην Μακεδονία έχουν γιορτή, γιατί ήρθε να τους απαλλάξει από τα ρωμαϊκά δεσμά, ένας δικός τους άνθρωπος, ο βασιλιάς τους. Ορκίζονται πίστη και αφοσίωση στον Ανδρίσκο. Οι μόνοι που δεν τρέφουν συμπάθεια γι’ αυτόν τον βασιλιά είναι οι πλούσιοι γαιοκτήμονες. Το μόνο που τους νοιάζει είναι οι περιουσίες τους και όχι η σκλαβωμένη τους πατρίδα. Αυτοί θέλουν πάνω από όλα ασφάλεια και ηρεμία για να εκμεταλλεύονται τους Μακεδόνες, κάνοντας τα θελήματα των Ρωμαίων. Τον Ανδρίσκο από την άλλη δεν τον νοιάζουν αυτοί οι τιποτένιοι και εκφυλισμένοι «άρχοντες» του χρήματος – τον νοιάζουν οι απλοί Μακεδόνες. Ο Ανδρίσκος κόβει νόμισμα σαν βασιλιάς της Μακεδονίας.

Οι Ρωμαίοι νομίζουν πως θα τελειώνουν εύκολα μ’ αυτόν τον αυθάδη στασιαστή. Δεν αργούν να στείλουν τον στρατό τους για να καταπνίξουν αυτούς που τόλμησαν να τα βάλουν με την ανίκητη Ρώμη. Ο Ρωμαίος στρατηγός είναι ο Πόπλιος Ιουβέντος Θάλνας με μια ρωμαϊκή λεγεώνα. Οι δυο στρατοί συναντιόνται κάπου στα όρια της Μακεδονίας με την Θεσσαλία. Ο ρωμαϊκός αετός υψώνεται μπροστά από την λεγεώνα. Οι Ρωμαίοι κοιτάζουν με περιφρόνηση τον στρατό που είναι απέναντί τους. Σχεδόν όλος ο στρατός αποτελείται από ταπεινούς και φτωχούς χωριάτες και κατοίκους των πόλεων που όμως δεν έχουν πολεμήσει εδώ και χρόνια ή και καθόλου. Οι σημαίες και τα λάβαρα των Μακεδόνων με το δεκαεξάκτινο αστέρι κυματίζουν στο ελαφρύ αεράκι ξανά μετά την τελευταία μάχη στην Πύδνα. Αυτήν την στιγμή είναι η ύστατη μάχη και όλοι αναπολούν τις παλιές ένδοξες ημέρες.

Η μάχη ξεκινάει. Οι Μακεδόνες λαχταρώντας όσο τίποτε άλλο την ελευθερία που τόσο στερήθηκαν τρέχουν εναντίον των Ρωμαίων σαν μανιασμένοι από φρενίτιδα. Πέφτουν πάνω στους Ρωμαίους σαν οδοστρωτήρας, σαν ένα ενιαίο σώμα και κατακρεουργούν την λεγεώνα που προσπαθεί να αντισταθεί, χωρίς όμως καμιά ελπίδα. Τα δόρατα των Μακεδόνων σπάνε από την σφοδρή σύγκρουση, οι ασπίδες τσακίζονται σαν ψεύτικες, τα κορμιά των Ρωμαίων πέφτουν πολλά μαζί στην γη σαν φθινοπωρινά φύλλα. Ο Ρωμαίος στρατηγός πέφτει από το άλογό του. Σηκώνεται να πολεμήσει, αλλά ένας Μακεδόνας του παίρνει την ζωή. Η ήττα της λεγεώνας είναι ολοκληρωτική και δεν έχει προηγούμενο. Οι Μακεδόνες περήφανοι για τον βασιλιά τους τον επευφημούν.

Ωστόσο οι Ρωμαίοι δεν είπαν την τελευταία τους λέξη. Θα στείλουν δύο καινούριες λεγεώνες με τον Κόιντο Καικίλιο Μέτελλο. Ο Ανδρίσκος στρατοπεδεύει νότια της Πύδνας και σε μια ιππομαχία με τον ρωμαϊκό στρατό κερδίζει.

Θα κέρδιζε όπως φαίνεται και τον πόλεμο, αλλά τον πρόδωσε ο αρχηγός του ιππικού του, Τελέστης. Ο Ανδρίσκος στέλνει στρατεύματα στην Θεσσαλία για αντιπερισπασμό. Μόλις το μαθαίνει ο Μέτελλος αυτό το στρατηγικό σφάλμα επιτίθεται στο στρατόπεδό του και συντρίβει τους Μακεδόνες και τους Θράκες. Ο Ανδρίσκος ξεφεύγει και βρίσκει προστασία στην Θράκη. Ο βασιλιάς της Θράκης Βύζης τον προδίδει και τον παραδίδει δέσμιο στον ίδιο τον Μέτελλο. Δυστυχώς, ο Ανδρίσκος θα έχει το ίδιο τέλος με τον πατέρα του Περσέα όπου θα συρθεί σαν κοινός κακούργος στον θρίαμβο που οργάνωσε ο Μέτελλος το 146 π.Χ. στην Ρώμη. Αυτό ήταν το οικτρό τέλος της τελευταίας ελπίδας για την ελευθερία της Μακεδονίας.

Αίας ο Τελαμώνιος