Ο Μέγας Κωνσταντίνος ήταν από τους πρώτους αυτοκράτορες που διέγνωσαν την ιδιαίτερη σημασία του Πόντου ως προπύργιου του Βυζαντίου στην περιοχή. Στις μέρες του το δυτικό μέρος του Πόντου ονομάστηκε για χάρη της χριστιανής μητέρας του Ελένης, Ελενόποντος. Μέσα στον πολυάριθμο χώρο του Πόντου, με τις ελληνικές πόλεις και τα χωριά, τους Έλληνες και τους εξελληνισμένους κατοίκους του, οι Πατέρες της εκκλησίας βρήκαν πρόσφορο έδαφος και πολιτισμένα ήθη, ώστε να κηρύξουν και να διαδώσουν το Ευαγγέλιο. Οι περισσότερες φυλές, ελληνικές και εξελληνισμένες, ασπάσθηκαν εύκολα τη νέα θρησκεία, η οποία έχοντας σαν όργανο την ελληνική γλώσσα και την ελληνική φιλοσοφία, διαδόθηκε πλατιά και κάλυψε το μεγαλύτερο μέρος του Πόντου.

Ο χριστιανισμός πάλι απ΄ την πλευρά του, πρόσθεσε ένα καινούργιο συνδετικό στοιχείο στην ελληνική παράδοση του τόπου, προωθώντας την αφομοίωση των ποντιακών πληθυσμών, ντόπιων και παλιών αποίκων, σε μια ενιαία εθνική ενότητα, σε έναν ενιαίο πολιτισμό με επένδυση το ορθόδοξο θρησκευτικό δόγμα. Έτσι, η ελληνική πολιτιστική παράδοση στην περιοχή μέσω και του χριστιανισμού, εδραιώθηκε πιο πολύ και διατηρήθηκε για όλους τους κατοπινούς αιώνες, μέχρι τη βίαιη διακοπή της το 1922 και τον ξεριζωμό των ποντιακών πληθυσμών από την αρχέγονη πατρίδα τους. Κι αυτό γιατί, από τον πρώτο κήρυκα του Ευαγγελίου, τον Απόστολο Ανδρέα τον Πρωτόκλητο, αλλά και κατοπινά τον 3ο αιώνα, από τον αρχιεπίσκοπο Γρηγόριο Νεοκαισάρειας, στον τόπο τούτο όπως και σ΄ όλη την αυτοκρατορία, διαδιδόταν μαζί με τον χριστιανισμό και η ελληνική σκέψη. Ιδιαίτερα ο Γρηγόριος θεωρούσε απαραίτητο το μπόλιασμα του χριστιανισμού με την ελληνική φιλοσοφία, επηρεασμένος σίγουρα από τις συμβουλές του μεγάλου δασκάλου της Εκκλησίας, του Ωριγένη. Αλλά μ΄ αυτόν τον τρόπο και η ελληνική παράδοση της φιλοσοφίας διασώθηκε από τον χριστιανισμό, λόγω της ανάγκης που είχε ο δεύτερος από την πρώτη.