«Φιλί ζωής» στο απευθείας εμπόριο δίνουν σύμφωνα με πληροφορίες ο πρόεδρος της Ευρωβουλής Μάρτιν Σουλτς και η Διάσκεψη των Προέδρων του Σώματος, αποφασίζοντας την αναβίωση του επίμαχου κανονισμού και τοποθετώντας τον σε μια λίστα «εκκρεμούντων ντοσιέ» (unfinished files), για τα οποία όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά «η εργασία πρέπει να συνεχιστεί» (work should resume).

Η απόφαση λήφθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου και κοινοποιήθηκε την 1η Οκτωβρίου, διά επιστολής του Μάρτιν Σουλτς προς τον πρωθυπουργό της προεδρεύουσας της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ιταλίας, Ματέο Ρένζι (Matteo Renzi). Το πλέον αξιοσημείωτο είναι ότι στην επιστολή του ο κ. Σουλτς ενημερώνει τον Ιταλό προεδρεύοντα του Συμβουλίου και «για μια λίστα νομοθετικών προτάσεων (παράρτημα ΙΙΙ-annex ΙΙΙ) την οποία η Ευρωβουλή καλεί την Κομισιόν να αποσύρει».

Πρόκειται για 19 συνολικά προτεινόμενους κανονισμούς. Ωστόσο, ο κ. Σουλτς και η Διάσκεψη των Προέδρων δεν περιέλαβαν και το απευθείας εμπόριο στους 19 υπό απόσυρση κανονισμούς. Αντίθετα, τοποθέτησαν το απευθείας εμπόριο στο παράρτημα Ι (annex I της επιστολής Σουλτς), μαζί με αρκετούς άλλους εκκρεμούντες κανονισμούς και την επισήμανση ότι «η εργασία θα πρέπει να συνεχιστεί», με προφανή στόχο τη μελλοντική έγκριση και εφαρμογή τους.Η στάση του Μάρτιν Σουλτς αλλά και της Διάσκεψης των Προέδρων (στην οποία μετέχουν όλες οι πολιτικές ομάδες της Ευρωβουλής, άρα εμμέσως και η πλειοψηφία των πολιτικών κομμάτων της Κύπρου), προκαλεί εύλογα ερωτηματικά για δύο λόγους:1. Αφενός, γιατί τόσο η Νομική Υπηρεσία της Ευρωβουλής, όσο και η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών έχουν κρίνει εδώ και 4 χρόνια (18 Οκτωβρίου 2010) ως «ακατάλληλη» (inappropriate) τη νομική βάση του απευθείας εμπορίου, το οποίο ως γνωστόν οδηγεί σε ταϊβανοποίηση του βορείου τμήματος της Κύπρου, θεωρώντας το κατεχόμενο της τμήμα ως τρίτη χώρα. Θα ανέμενε κανείς ότι ο πρόεδρος του Σώματος κ. Σουλτς, αλλά και η Διάσκεψη των Προέδρων θα σέβονταν και θα εναρμονίζονταν με τις αποφάσεις των καθ’ ύλην αρμόδιων οργάνων της Ευρωβουλής και θα ζητούσαν την απόσυρση του απευθείας εμπορίου, μαζί με τους άλλους υπό απόσυρση 19 κανονισμούς. Ωστόσο, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, ο κ. Σουλτς και η Διάσκεψη των Προέδρων αγνόησαν τη γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας της Ευρωβουλής και την απόφαση που έλαβε η Επιτροπή Νομικών και αποφάσισαν να διατηρήσουν εν ζωή τον κανονισμό για το απευθείας εμπόριο, για ευνόητους λόγους…2. Αφετέρου, γιατί προτάσεις κανονισμών της Κομισιόν οι οποίες δεν εγκρίνονται είθισται, μετά την πάροδο 2-3 ετών, να αποσύρονται. Στην περίπτωση του απευθείας εμπορίου ο προτεινόμενος κανονισμός βρίσκεται σε εκκρεμότητα για 10 ολόκληρα χρόνια. Και ως εκ τούτου θα ανέμενε κανείς ότι θα υποβαλλόταν πρόταση για απόσυρσή του. Πόσω μάλλον αφού δύο Νομικές Υπηρεσίες, του Συμβουλίου (κράτη-μέλη) και της Ευρωβουλής θεωρούν ως απαράδεκτη τη νομική του βάση και παραπέμπουν στο Πρωτόκολλο 10 της Συνθήκης Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας.Η κίνηση του Μάρτιν Σουλτς και της Διάσκεψης των Προέδρων δεν μεταφράζεται κατ’ ανάγκη σε άμεση ενεργοποίηση των προσπαθειών για έγκριση του κανονισμού. Στόχος της όλης προσπάθειας, στην παρούσα τουλάχιστον φάση, είναι να συντηρήσουν το απευθείας εμπόριο και να διατηρήσουν ανοικτή την προοπτική έγκρισής του. Κάτι που θα δρομολογήσουν όποτε κρίνουν οι ίδιοι σκόπιμο και αναλόγως των εξελίξεων στο Κυπριακό.Σημειώνεται ότι η προσπάθεια για διατήρηση του απευθείας εμπορίου σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από το κεφάλι της Κυπριακής Δημοκρατίας ήταν πολύ καλά οργανωμένη. Η πρώτη κίνηση εκδηλώθηκε παραμονές των ευρωεκλογών, με προφανή στόχο την αναβίωση του απαράδεκτου κανονισμού κατά τη νέα κοινοβουλευτική περίοδο. Όπως είχε αποκαλυφθεί, τον περασμένο Μάρτιο, δύο μήνες πριν τις ευρωεκλογές, ο τότε εισηγητής της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου Νίκολο Ρινάλντι υπέβαλε αιφνιδιαστική πρόταση, ζητώντας όπως ο προτεινόμενος κανονισμός υποστεί λίφτινγκ, αλλάξει όνομα και εφαρμοστεί για δήθεν πενταετή δοκιμαστική περίοδο. Η πρόταση είχε υποβληθεί στις 13 Μαρτίου και ο κ. Ρινάλντι, μέχρι πρότινος ευρωβουλευτής των Φιλελευθέρων, εισηγήθηκε ταϊβανοποίηση του κατεχόμενου τμήματος της Κύπρου σε «πειραματική βάση». Η ευφάνταστη πρόταση διανθίστηκε με μια υποτιθέμενη «ρήτρα λήξεως» (sunset clause) πέντε ετών, κάτι πάντως που μόνο ως αστείο θα μπορούσε να εκληφθεί, καθώς μετά από μια πενταετία οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ της λεγόμενης Τουρκικής Δημοκρατίας της Βορείου Κύπρου και των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα έχουν εδραιωθεί και κανείς δεν θα είναι σε θέση να ανατρέψει τα νέα δεδομένα. Πόσω μάλλον αφού μια τέτοια εξέλιξη προϋποθέτει συναίνεση της Κυπριακής Δημοκρατίας στη νομιμοποίηση και λειτουργία των κατεχομένων λιμανιών. Τραβούν το χαλί κάτω από τα πόδια της ΛευκωσίαςΗ απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων και η επιστολή του Μάρτιν Σουλτς, για διατήρηση του απευθείας εμπορίου εν ζωή, λαμβάνουν χώρα σε ένα χρονικό σημείο κατά το οποίο η Κυβέρνηση Αναστασιάδη εκδηλώνει παρεμβάσεις προς τον νέο Πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνγκερ για απόσυρση του προτεινόμενου Κανονισμού. Από την άποψη αυτή γίνεται κατανοητό ότι η κίνηση Σουλτς-Διάσκεψης Προέδρων τραβά ουσιαστικά το χαλί κάτω από τα πόδια της προσπάθειας της Λευκωσίας να απαγκιστρωθεί μια και καλή από το απευθείας εμπόριο.Θα πρέπει δε να επισημανθεί ότι οι μεθοδεύσεις Σουλτς θυμίζουν ανάλογες κινήσεις με αυτές που είχε εκδηλώσει ο Στέφαν Φούλε πριν από 4 και πλέον χρόνια, τον Μάρτιο του 2010, όταν είχε αποστείλει στην Ευρωβουλή το απευθείας εμπόριο, δημιουργώντας προοπτική έγκρισής του, χωρίς να πάρει είδηση η τότε πολιτειακή και πολιτική ηγεσία της Κύπρου. Όπως είχε υποστηρίξει ο τότε Πρόεδρος, Δημήτρης Χριστόφιας, η Λευκωσία και η Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Κύπρου στην Ε.Ε., δεν είχαν «απολύτως καμιά ενημέρωση», κάνοντας λόγο για «φάουλ» του Τσέχου Επιτρόπου.Σκληρή γραμμή από Στέφαν ΦούλεΣκληρή γραμμή υιοθετεί σύμφωνα με πληροφορίες ο Στέφαν Φούλε και παρουσιάζεται «απρόθυμος» να ενσωματώσει βασικές κυπριακές θέσεις στην ετήσια έκθεση προόδου της Κομισιόν για την Τουρκία. Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι ο Τσέχος επίτροπος και η ομάδα του έχουν διαμηνύσει ότι μόνο κάποιες πολύ επιδερμικές αλλαγές θα μπορούσαν να γίνουν στην υπό διαμόρφωση έκθεση, η οποία αναμένεται να οριστικοποιηθεί και να δημοσιοποιηθεί την προσεχή Τετάρτη 8 Οκτωβρίου.Υπενθυμίζεται ότι το προσχέδιο καταγράφει τις πλείστες κλασικές κυπρογενείς υποχρεώσεις της Τουρκίας, παραλείποντας προκλητικά όμως να τις επικαιροποιήσει. Ο κ. Φούλε αρνείται κατηγορηματικά να καταγράψει, πόσο μάλλον να επικρίνει, την απαράδεκτη γραπτή θέση της Τουρκίας περί «εκλιπούσας» Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως και να περιλάβει στην έκθεση τη μονομερή δήλωση της Τουρκίας ότι δεν θα εφαρμόσει τη Συμφωνία Επανεισδοχής Παρανόμων Μεταναστών με την Κυπριακή Δημοκρατία. Κενά και παραλείψεις διαπιστώνονται και αναφορικά με τη δημόσια άρνηση της Τουρκίας να εφαρμόσει την απόφαση του ΕΔΑΔ για καταβολή αποζημιώσεων ύψους 90 εκατ. ευρώ στους συγγενείς αγνοουμένων και στους εγκλωβισμένους.Επί του προκειμένου, επισημαίνεται ότι ο κ. Φούλε οφείλει να υιοθετήσει τις θέσεις όλων των κρατών-μελών, τα οποία στην Κοινή τους Θέση, στο πρόσφατο Συμβούλιο Σύνδεσης, κάλεσαν την Τουρκία να εκτελέσει την εν λόγω δικαστική απόφαση, επιστρατεύοντας και το  άρθρο 46 της Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Άλλωστε ο κ. Φούλε φρόντισε να λάβει υπόψη και να προτάξει στα ζητήματα των κυπροτουρκικών σχέσεων την επίσης Κοινή Θέση των «28», σημειώνοντας ότι «η Τουρκία υποστήριξε την επανάληψη των εφ’ όλης της ύλης συνομιλιών για λύση μεταξύ των ηγετών των δύο κοινοτήτων υπό τις καλές υπηρεσίες του γενικού γραμματέα ΟΗΕ».Όπως ανέφερε έγκυρη πηγή, «δεν νοείται ο κ. Φούλε να κινείται στη βάση της Κοινής Θέσης των κρατών-μελών όταν αυτό είναι προς το συμφέρον της αποενοχοποίησηςΤουρκίας και να μη λαμβάνει υπόψη την Κοινή Θέση όταν προβαίνει σε υποδείξεις προς την υποψήφια χώρα σε κυπρογενή ζητήματα».Θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι στην παρούσα φάση και με δεδομένο ότι ο Στέφαν Φούλε θα αποτελέσει παρελθόν από τις Βρυξέλλες την 31η Οκτωβρίου (δεν θα βρίσκεται στη νέα Κομισιόν), δεν υπάρχουν ιδιαίτεροι μοχλοί πίεσης οι οποίοι θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν προκειμένου να πειθαναγκαστεί ο Τσέχος επίτροπος να  ικανοποιήσει τα αιτήματα της Λευκωσίας. Αυτό βέβαια δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία και δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να εκδηλωθούν προσπάθειες με στόχο τη βελτίωση του περιεχομένου της έκθεσης προόδου για την Τουρκία. 

ΠΗΓΗ