Όταν οι ηγέτες μιλούν σε εθνικά μνημόσυνα και αντικατοχικές πορείες, ενδύονται φουστανέλες και ανεμίζουν γιαταγιάνια. Εμφανίζονται ανένδοτοι και ανυποχώρητοι. Διακηρύσσουν ότι δεν θα υποκύψουν με το πιστόλι στον κρόταφο και δεν θα ενδώσουν στις τουρκικές απειλές, ενόσω η Άγκυρα συνεχίζει τις παραβιάσεις στην κυπριακή ΑΟΖ.

Όταν όμως, μιλούν σε τουρκικά ΜΜΕ, δεν υψώνουν την ίδια αποφασιστική φωνή για να στείλουν τα ανάλογα μηνύματα στην τουρκική πλευρά. Στην ουσία απολογούνται και χαμηλώνουν τους τόνους. Δίδουν επανειλημμένες διαβεβαιώσεις πως «δεν διακόψαμε τις συνομιλίες, απλώς τις αναστείλαμε». Και προχωρούν μάλιστα να δεσμευθούν ότι δεν υπάρχει καμία πρόθεση από την Κυβέρνηση, να κλείσει τα οδοφράγματα.

«Σε αυτό είμαστε ξεκάθαροι», τόνισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σε δηλώσεις του στην ιστοσελίδα της εφημερίδας «Σαμπάχ». Αυτό λοιπόν που ακούστηκε, ότι μέσα στο πακέτο μέτρων που σταδιακά θα υλοποιείται σε περίπτωση που συνεχιστεί η παραβίαση των κυπριακών κυριαρχικών δικαιωμάτων, θα περιλαμβάνεται και το κλείσιμο των οδοφραγμάτων, ξεχάστε το. Παραμύθι ήταν και διαψεύδεται.

Τα οδοφράγματα δεν τα άνοιξε κανένας άλλος, παρά μόνο ο άνθρωπος που συνωμοτούσε μία ζωή για να διχοτομήσει την Κύπρο. Ο Ραούφ Ντενκτάς. Και δεν τα άνοιξε για να επανενώσει την Κύπρο, αλλά για να ενισχύσει τον διαχωρισμό και να ντελαλίσει την ξεχωριστή οντότητα του εκτρώματός του. Η τότε ηγεσία δεν αντελήφθη τους στόχους του. Αμήχανη, αιφνιδιασμένη, σαστισμένη, ούτε συναίνεσε ούτε αντέδρασε. Τα εναπέθεσε όλα στον «πατριωτισμό της κοινωνίας».

Και η κοινωνία, είτε ωθούμενη από τον πόθο να ξαναδεί το σπίτι της, το χωριό της, τις περιουσίες της, είτε αφελώς πιστεύουσα ότι το άνοιγμα των οδοφραγμάτων αποτελούσε τον προάγγελο της λύσης και της επιστροφής, είτε έχοντας κατά νου πονηρές σκέψεις, συνωστίζετο ως αγέλη στα οδοφράγματα, προκειμένου να περάσει ως τουρίστας και προσωρινός επισκέπτης, στη δική της πατρίδα. Επιδεικνύοντας το διαβατήριο του επισκέπτη.

Και το κακό έγινε. Οι Ελληνοκύπριοι αιμοδοτούσαν την τότε καταρρέουσα τουρκοκυπριακή οικονομία και τον Αττίλα, με αγορές, με επισκέψεις στα καζίνα, με φαγοπότια στα τουρκικά ψυχαγωγικά και άλλα κέντρα διασκέδασης και εστιατόρια. Και μετά άρχισαν να ταξιδεύουν και μέσω των παράνομων αεροδρομίων, να επισκέπτονται τα γραφεία της «Επιτροπής Αποζημιώσεων» και να ξεπουλούν τις περιουσίες τους και να καταλύουν σε ληστευμένα ελληνοκυπριακά ξενοδοχεία.

Αγνοούμε εάν υπάρχει άλλο κατεχόμενο κράτος στον κόσμο, το οποίο προσφέρει τέτοιες «διευκολύνσεις» στους πολίτες του.Αγνοούμε, αν υπάρχει άλλη κυβέρνηση, η οποία να μην επιβάλλει τιμωρίες στους πολίτες της, που ταξιδεύουν μέσω παράνομων αεροδρομίων. Και όχι μόνο να μην τους τιμωρεί, αλλά να θεωρεί νόμιμο δικαίωμα, να ταξιδεύουν μέσω κατεχόμενων αεροδρομίων.

Αδυνατούμε να αντιληφθούμε πώς αφού αυτό το κράτος τελεί υπό κατοχή -και συνεπώς πρέπει να βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης- να μην μπορεί να απαγορεύσει σε πολίτες του να ξεπουλούν περιουσίες στους παράνομους πολίτες ενός ψευδοκράτους.

Και αδυνατούμε να κατανοήσουμε γιατί αυτό το κράτος αποδέχεται τη διεξαγωγή εμπορίου μεταξύ ελεύθερης και κατεχόμενης περιοχής, όταν καλεί ξένα κράτη να αποφεύγουν εμπορικές συναλλαγές με το ψευδοκράτος.

Είμαστε το μοναδικό κράτος, εκτός της Τουρκίας, το οποίο διεξάγει εμπόριο με το ψευδοκράτος. Τη στιγμή μάλιστα, που η Τουρκία απλώνει χέρι στον ορυκτό πλούτο μας. Αλλά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος διαβεβαιώνει την τουρκική πλευρά: Όλα όσα γίνονται, θα συνεχίσουν να γίνονται. Τα οδοφράγματα δεν θα κλείσουν…