Τρικούβερτο πάρτι στήθηκε στην πρώην Λαϊκή Τράπεζα με διευθυντικά στελέχη αλλά και υπαλλήλους να λαμβάνουν ποσά-μαμούθ υπό την μορφή ωφελημάτων και μπόνους, με την Επιτροπή Θεσμών της Βουλής να χαρακτηρίζει την εν λόγω πρακτική στα συμπεράσματα της ως απαράδεκτη και πέρα από κάθε λογική. 

Σύμφωνα με στοιχεία και έγγραφα τα οποία εξασφάλισε και μελέτησε η επιτροπή, σε ένα και μόνο διευθυντικό στέλεχος παραχωρήθηκε για το έτος 2008 αμοιβή ύψους 3,3 εκ. ευρώ. Η επιτροπή κρίνει επισημαίνει επίσης ότι αυτό και μόνο το γεγονός καταδεικνύει την ασυδοσία αλλά και την ανευθυνότητα των αρμοδίων της Τράπεζας αναφορικά με την κατασπατάληση των χρημάτων των καταθετών ωσάν να ήταν δικά τους χρήματα.

Μεγαλύτερα μπόνους στα στελέχη της Ελλάδας

Η επιτροπή διαπιστώνει ότι τα ποσά που παραχωρούνταν σε διευθυντικά στελέχη στην Ελλάδα κυρίως τα έτη 2007-2009, ήταν πολλαπλάσια από τα αντίστοιχα ωφελήματα των στελεχών της Λαϊκής στην Κύπρο, αφού για τον ίδιο αριθμό στελεχών στην Ελλάδα δόθηκαν ως ωφελήματα ποσά ύψους πέραν των 33 εκ. ευρώ σε 820 εργαζόμενους σε σύγκριση με ποσό ύψους 17,8 εκ. που παραχωρήθηκε σε 546 εργαζόμενους στην Κύπρο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι για τα πρώτα δέκα ψηλότερα ποσά που παραχωρήθηκαν σε διευθυντικά στελέχη της εν λόγω τράπεζας στην Ελλάδα παραχωρήθηκαν bonuses για τα έτη 2007-2013 συνολικού ύψους 13,6 εκατομμυρίων ενώ για τα αντίστοιχα δέκα ψηλότερα ποσά που δόθηκαν στα στελέχη της Κύπρου το ποσό έφτασε τα 2,1 εκ. ευρώ. Η επιτροπή αναφέρει στα συμπεράσματα της ότι η πολιτική παραχώρησης φιλοδωρημάτων στα ηγετικά στελέχη χρήζει περεταίρω διερεύνησης για τη σκοπιμότητα της παραχώρησης τους καθώς και της διαφοροποίησης που υπήρξε στην καταβολή των ωφελημάτων αυτών στα εν λόγω διευθυντικά στελέχη που αφορούν την Λαϊκή Τράπεζα. 

Μπόνους και στο προσωπικό άνευ λόγου και αιτίας

Επίσης η επιτροπή κρίνει απαράδεκτη την πολιτική των αρμοδίων της Λαϊκής να παραχωρούν φιλοδωρήματα σε όλο το προσωπικό της τράπεζας χωρίς αυτή να βασίζεται στην επίτευξη κάποιων στόχων ή να συναρτάται με την εργασιακή απόδοση των υπαλλήλων. «Περαιτέρω ερωτήματα προκύπτουν για τις διαδικασίες έγκρισης των φιλοδωρημάτων καθώς εκπρόσωπος της Ειδικού Διαχειριστή δήλωση στην Επιτροπή ότι υπήρξαν περιπτώσεις που παραχωρήθηκαν φιλοδωρήματα χωρίς την έγκριση του διοικητικού συμβουλίου της Τράπεζας», αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση. 

Έπαιρναν μπόνους αλλά χρωστούσαν δάνεια

Επιπλέον απαράδεκτο κρίνεται και το γεγονός ότι κάποια στελέχη ενώ λάμβαναν μπόνους δεν εξυπηρετούσαν τα δάνεια τους. 

Αύξηση των μισθών των Διοικητικών Συμβούλων σε Λαϊκή και Τράπεζα Κύπρου

Σημαντική αύξηση στους μισθούς των Διοικητικών Συμβούλων παρατηρήθηκε επίσης κυρίως κατά το έτος 2008 και μετέπειτα, αύξηση την οποία η Επιτροπή κρίνει ως μη δικαιολογημένη και εξωπραγματική λαμβάνοντας υπόψη ότι η κατάσταση των Τραπεζών Κύπρου και Λαϊκής επιδεινώθηκε. «Οι υψηλού ρίσκου επενδύσεις που γίνονταν κατά τον ουσιώδη χρόνο και τα εικονικά κέρδη τα οποία φαίνονταν στις οικονομικές καταστάσεις τα οποία προέκυπταν από τις επενδύσεις σε ομόλογα και άλλα σχετίζονταν και με τις αυξήσεις μισθών και ωφελημάτων», αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση. 

Κατά παράβαση των ευρωπαϊκών κανονισμών

Όλα αυτά συνέβαιναν κατά παράβαση της συμφωνίας των αρχηγών-κρατών της 26ης Οκτωβρίου 2011, όπου προέβλεπε ότι οι τράπεζες θα πρέπει να υπόκεινται σε περιορισμούς ως προς την καταβολή μερισμάτων και πρόσθετων παροχών, έως ότου επιτευχθεί ο στόχος της ανακεφαλαιοποίησης τους. Σύμφωνα με τα στοιχεία που κατατέθηκαν στην Επιτροπή από τη Λαϊκή κατά το έτος 2011 και το 2012 παραχωρήθηκε μπόνους σε στελέχη της τράπεζας στην Κύπρο ύψους 164.140 ευρώ και 14.820 ευρώ αντίστοιχα ενώ κατά την αντίστοιχη περίοδο έγιναν πληρωμές σε στελέχη στην Ελλάδα συνολικού ύψους 80.333 και 15.620 αντίστοιχα σε μετρητά. Αγοράστηκαν επίσης μετοχές επ’ ονόματι στελεχών και υπαλλήλων της Λαϊκής Τράπεζας στην Κύπρο που καταγράφονται στις καταστάσεις στη βάση του Restricted Stock Scheme με συνολικό κόστος φόρου εισοδήματος για το εν λόγω ωφέλημα που ανήλθε σε 222.784. Η παραχώρηση έγινε μετά τη συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου, αναφέρει η Επιτροπή, συνεπώς θα πρέπει να διερευνηθούν οι γενικότερες ευθύνες των εποπτικών αρχών που επέτρεψαν την καταβολή των φιλοδωρημάτων.

«Η επιτροπή έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι η παροχή συγκεκριμένων φιλοδωρημάτων επιλεκτικά αποσκοπούσε ενδεχομένως στη συγκάλυψη ή εκμαίευση αποφάσεων ή ακόμα και στην αποσιώπηση γεγονότων», καταλήγει το συμπέρασμα. 

Διαβάστε αυτούσια την έκθεση της Επιτροπής Θεσμών

ΠΗΓΗ