Οι Τρεις Ιεράρχες (Άγιος Βασίλειος ο Μέγας, Άγιος Ιωάννης ο Χρυστόστομος, Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος) πρώτευσαν σε όλους τους τομείς της πνευματικής ζωής. Κατέκτησαν με τον προσωπικό τους αγώνα και την βοήθεια της θείας Χάριτος τις κορυφές της Αγιότητας και καλούσαν τους πιστούς να ανεβαίνουν στις ωραίες πνευματικές αναβάσεις.

Άσκησαν στον ύψιστο βαθμό την φιλανθρωπία και ανακούφισαν τον πόνο χιλιάδων αναξιοπαθούντων.

Δίδασκαν καθημερινά τους πιστούς αναλύοντάς τους τις θεόπνευστες αλήθειες της Πίστεώς μας και διαφωτίζοντάς τους για τα μεγάλα θέματα, που απασχολούν την ψυχή κάθε ανθρώπου.

Καθόρισαν συστηματικά την λειτουργική ζωή της Εκκλησίας, για να μπορούν να λατρεύουν οι πιστοί θεάρεστα τον Κύριο.

Συνέγραψαν θαυμάσια συγγράμματα, τα οποία ξεπέρασαν τη φθορά του χρόνου και ισχύουν και στις μέρες μας. Ο Εθνικός μας ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γράφει ότι με τα συγγράματά τους οι Τρεις Ιεράρχες «απετελέσαν εποχήν λόγου νέαν, μεγάλην και ένδοξον διά το ανθρώπινον γένος».

Πολύ εύστοχα ελέχθη γι’ αυτούς ότι ήταν «εύγλωττοι κατά τον λόγον, ευγλωττότεροι κατά τον βίον, ευγλωττότατοι κατά τον θάνατον».

Βασικό στοιχείο της Αγιότητας και των τριών είναι ότι ήταν ασυμβίβαστοι με το κακό, την αμαρτία και την αίρεση. Δεν γνώριζαν τη γλώσσα των συμβιβασμών και της διπλωματίας. Προτιμούσαν να χάσουν τη θέση τους και αυτήν ακόμα την ζωή τους, παρά να συμβιβαστούν σε θέματα αρχών και πίστεως. Δεν σκέφτηκαν ποτέ εάν αντίπαλοί τους ήταν αυτοκράτορες ή σοφοί διάφοροι ή ισχυροί κατά κόσμον. Έμειναν ακλόνητοι στην ορθή πίστη και ζωή αψηφώντας τις συνέπειες.

«Εμείς, έπαρχε Μόδεστε», είπε στον απεσταλμένο του αρειανού αυτοκράτορα Ουάλη ο Μ. Βασίλειος, «είμαστε ήρεμοι και πράοι άνθρωποι και υποχωρούμε όταν πρόκειται για προσωπικά μας θέματα. Όταν όμως πρόκειται για την πίστη μας στον Θεό, ‘’ὅταν Θεός ᾖ τό κινδυνευόμενον’’ δεν υπολογίζουμε τίποτε, αγωνιζόμαστε μέχρι θανάτου, χωρίς να φοβόμαστε οποιοδήποτε βασανιστήριο. Ἀκουέτω ταῦτα καί βασιλεύς. «Να τα πεις και να τ’ ακούσει αυτά κι ο βασιλιάς».

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, αφού νίκησε τους αρειανούς και πήρε πίσω τους Ναούς της Κωνσταντινούπολης, που τους είχαν καταπατήσει αυτοί, και ενώ είχε φίλο του τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο τον Μέγα και μαζί του το μεγαλύτερο μέρος του πιστού λαού, όταν μερικοί ζηλόφθονες επίσκοποι αμφισβήτησαν την εκλογή του, παραιτήθηκε αμέσως. Δεν θέλησε να έλθει σε συμβιβασμούς με μοχθηρούς ανθρώπους. Παραιτήθηκε και από την προεδρία της Β’ Οικουμενικής Συνόδου και από τον Πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Αντί της θέσεως, προτίμησε την ακεραιότητα και το ασυμβίβαστο του χαρακτήρος του. Δεν γνώριζε τους διπλωματικούς ελιγμούς, αλλά γνώρισμά του ήταν όπως έγραφε, το «μή παρασυρῆναι», να μη παρασύρεται και να έχει «παρρησίαν».

Και ο ιερός Χρυσόστομος, όταν έγινε Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και θέλησε να καθαρίσει την Εκκλησία από αναξίους κληρικούς οι οποίοι είχαν την προστασία της αυτοκράτειρας Ευδοξίας, δεν εδίστασε να ελέγξει και την αυτοκράτειρα  για τη ζωή της. Δεν συμβιβάστηκε μαζί της. Γι’ αυτό και εξορίστηκε και πέθανε (εξόριστος) μέσα σε αφάνταστες κακουχίες, με πνεύμα όμως απτόητο και αδούλωτο. Χαρακτηριστικό του γενναίου και ασυμβίβαστου φρονήματός του βλέπουμε στην ομιλία, που εκφώνησε φεύγοντας για την εξορία: «Πολλά τά κύματα καί χαλεπόν τό κλυδώνιον· ἀλλ’ οὐ δεδοίκαμεν (δεν φοβόμαστε) μή καταποντισθῶμεν· ἐπί γἀρ τῆς πέτρας ἑστήκαμεν. Μαινέσθω ἡ θάλασσα, πέτραν διαλῦσαι οὐ δύναται· ἐγειρέσθω τά κύματα, τοῦ Ἰησοῦ τό πλοῖον καταποντίσαι οὐκ ἰσχύει»

Την εορτή των Τριών Ιεραρχών καθιέρωσε ο βασιλιάς Αλέξιος Κομνηνός το 1100 μ.Χ, για δύο λόγους: Ο πρώτος λόγος είναι γιατί ήθελε να τιμάται η μνήμη τους, και ο δεύτερος λόγος για να σταματήσουν οι διαμάχες και φιλονικίες μεταξύ των πιστών σχετικά με το ποιος από τους τρεις Αγίους είναι ο πιο σπουδαίος και ο πιο μεγάλος. Οι πιστοί χωρίστηκαν σε ομάδες, ανάλογα με ποιον Άγιο θεωρούσαν πιο σημαντικό. Αυτοί που υποστήριζαν ότι πιο σημαντικός είναι ο Μέγας Βασίλειος, αυτοαποκαλούντο “Βασιλείτες”, αυτοί που υποστήριζαν ότι ήταν ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος αυτοαποκαλούνταν “Γρηγορίτες”, και αυτοί που υποστήριζαν ότι ήταν πιο σημαντικός ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αυτοαποκαλούντο “Ιωαννίτες”.

Στη διαμάχη αυτή έδωσε τέλος ο Επίσκοπος Ευχαΐτων, Ιωάννης Μαυρόπους. Είδε σε οπτασία τους Τρείς Ιεράρχες, πρώτα τον καθένα ξεχωριστά και στη συνέχεια και τους τρεις μαζί. Αυτοί του είπαν: «Εμείς, όπως βλέπεις, είμαστε ένα κοντά στον Θεό και τίποτε δεν υπάρχει που να μας χωρίζει ή να μας κάνει να αντιδικούμε. Όμως, κάτω από τις ιδιαίτερες χρονικές συγκυρίες και περιστάσεις που βρέθηκε ο καθένας μας, κινούμενοι και καθοδηγούμενοι από το Άγιο Πνεύμα, γράψαμε σε συγγράμματα και με τον τρόπο του ο καθένας, διδασκαλίες που βοηθούν τους ανθρώπους να βρουν τον δρόμο Της σωτηρίας. Επίσης, τις βαθύτερες Θείες Αλήθειες, στις οποίες μπορέσαμε να διεισδύσουμε με το Φωτισμό Του Αγίου Πνεύματος, τις συμπεριλάβαμε σε συγγράμματα που εκδώσαμε. Και ανάμεσά μας δεν υπάρχει ούτε πρώτος, ούτε δεύτερος, αλλά, αν πεις τον ένα, συμπορεύονται δίπλα του και οι άλλοι δύο. Σήκω, λοιπόν, και δώσε εντολή στους φιλονικούντες να σταματήσουν τις έριδες και να πάψουν να χωρίζονται για εμάς. Γιατί εμείς, και στην επίγεια ζωή που ήμασταν και στην ουράνια που μεταβήκαμε, φροντίζαμε και φροντίζουμε να ειρηνεύουμε και να οδηγούμε σε ομόνοια τον κόσμο. Και όρισε μία ημέρα να εορτάζεται από κοινού η μνήμη μας και καθώς είναι χρέος σου, να ενεργήσεις να εισαχθεί η εορτή στην Εκκλησία και να συνταχθεί η Ιερή Ακολουθία. Ακόμη ένα χρέος σου είναι να παραδώσεις στις μελλοντικές γενιές ότι εμείς είμαστε ένα για Τον Θεό. Βεβαίως και εμείς θα συμπράξουμε για την σωτηρία εκείνων που θα εορτάζουν τη μνήμη μας, γιατί έχουμε και εμείς παρρησία ενώπιον του Θεού».

Έτσι ο Επίσκοπος Ευχαΐτων Ιωάννης ανέλαβε την συμφιλίωση των διαμαχόμενων ομάδων, συνέστησε την εορτή της 30ης Ιανουαρίου και συνέγραψε και κοινή Ακολουθία, αντάξια των Τριών Μεγάλων Πατέρων.

Οι Άγιοι Τρεις Ιεράρχες θεωρούνται προστάτες των μαθητών, των φοιτητών και των διδασκάλων, και για τον λόγο αυτό, αυτή η ημέρα είναι σχολική αργία. Οι Άγιοι των γραμμάτων.

Τέτοιους Αγίους, γενναίους και ασυμβίβαστους με το κακό και την αίρεση εκκλησιαστικούς ηγέτες χρειαζόμαστε και σήμερα. Και ας παρακαλούμε τον Ιδρυτή της Εκκλησίας μας, να μας τους χαρίζει.

Απολυτίκιο:

«Τούς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς Τρισηλίου θεότητος, τούς τήν οἰκουμένην ἀκτῖσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας, τούς μελιῤῥύτους ποταμούς τῆς σοφίας, τούς τήν κτίσιν πᾶσαν θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας, Βασίλειον τόν μέγαν, καί τόν Θεολόγον Γρηγόριον, σύν τῷ κλεινῷ Ἰωάννη, τῷ τήν γλῶτταν χρυσοῤῥήμονι, πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί, συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν· αὐτοί γάρ τῇ Τριάδι, ὑπέρ ὑμῶν ἀεί πρεσβεύουσιν».

Το Εθνικό Λαϊκό Μέτωπο (Ε.ΛΑ.Μ) σας εύχεται χρόνια πολλά!

Ιωσήφ Κορφιάτης

Αναπληρωτής Επαρχιακός Λευκωσίας