Αν τύχει να καθίσεις δίπλα σε Τούρκους, να ακούς να μιλούν την βαρβαρική τους διάλεκτο και να συμπεριφέρονται με προπέτεια ανάμεικτη με ένα είδος ευγένειας που κινείται μεταξύ δουλοπρέπειας και επιθετικότητας, ξέρεις γιατί ο Τούρκος υπήρξε εδώ και εκατοντάδες χρόνια εχθρός του Έλληνα. Ο Τούρκος έχει όλα τα χαρακτηριστικά που αντιπαθείς στον Έλληνα.

Αν έχει τύχει να καθίσεις δίπλα σε Γερμανό, να ακούς να μιλά μια γλώσσα δομημένη πάνω στην Ελληνική μα διαμετρικά αντίθετη αισθητικά, σαν να μαστιγώνει τον αέρα αντί να πετά μαζί του, και να χτυπά το χώμα με το μπαστούνι αντί να ελαφροπατά με την οπλή του Πάνα. Αν συναντήσεις το κρυστάλλινο βλέμμα του και την σχεδόν παιδική εμπιστοσύνη του, καταλαβαίνεις γιατί Έλληνες και Γερμανοί έχουν έρθει τόσο ατυχώς κοντά στην Ιστορία. Πλησιάζουν, αλλά δεν καταλαβαίνουν. Και μοιραία απωθούνται.

Παρατηρούσα δυο ανθρώπους, και οι δυο με οικογένειες, και οι δυο σε διακοπές. Ο ένας Γερμανός, ο άλλος Τούρκος της Γερμανίας, διεκδικούσαν το ίδιο τραπέζι για την παρέα τους. Αποφασιστικός ο Γερμανός, με τον αέρα του ύψους και του γυμνασμένου παρουσιαστικού του, έκανε το πρώτο βήμα προς την μεριά του κοντύτερου και με σωματοδομή μαυριδερού ανατολίτη παλαιστή, Τούρκου, που στρογγυλοκάθισε μαζί με τα παιδιά του Γερμανού, πιάνοντας ψιλή κουβέντα στα Γερμανικά. «Όχι, όχι», του έγνεψε με το δάχτυλο ο Γερμανός. Ο Τούρκος έστρεψε και του ζήτησε τον λόγο. Εκεί που ο Γερμανός προχωρούσε με το κεφάλι, ο Τούρκος κινήθηκε με το στέρνο. Του ζήτησε το λόγο που του κούνησε το χέρι. Η διαμάχη είχε περάσει από το διεκδικούμενο τραπέζι στο κούνημα του δαχτύλου.

«Κοίταξε τι έκανες», έλεγε ο Τούρκος. «Τι παράδειγμα δίνεις στα παιδιά σου! Έτσι τα μαθαίνεις να φέρονται;», κι είχε φτάσει μια ανάσα από τον Γερμανό που τέντωνε το κεφάλι προς τα πίσω, αμυνόμενος με τα λόγια, πλην ομολογώντας με το σώμα πως είχε τραπεί σε άτακτον φυγήν. Ο Τούρκος ήταν καταφανώς ο τσαούσης της ιστορίας. Μπορεί να είχε άδικο μα είχε τον τρόπο να το πηγαίνει εκεί που τον συνέφερε. Αδικώντας, ταπεινώνοντας, αλλά μπήγοντας τα πόδια και απαιτώντας «το δίκιο του».

«Φίλε μου, ομολόγησε πως έχεις άδικο. Μας βλέπουν και τα παιδιά», είπε ο τούρκος υποκρινόμενος ευγένεια και συμβιβασμό. Κι ο Γερμανός έδωσε τόπο στην οργή. Εκανε χώρο κι άρχισε να δικαιολογείται στην συμβία του που είχε στο μεταξύ καταφθάσει. Όσο κι αν η διπλωματία έχει στολιστεί λούστρα και πολυελαίους, εξακολουθεί να είναι στοιχειώδης όσο και στην εποχή που γειτονικές φατριές κυνηγούσαν βίσωνες κι ελάφια. Νικάς ή χάνεις. Η νίκη δεν θέλει πολλές εξηγήσεις. Η ήττα έχει πολλές μορφές. Όταν ακούω να μιλούν για το πόσο καλά τα πηγαίνουν τούρκοι και Έλληνες στα διεθνή fora, θυμάμαι εκείνο το τραγικό 1996 που ξεκίνησε τον χειμώνα με την τουρκική πρόκληση στα Ίμια και τρεις Έλληνες αξιωματικούς νεκρούς, και συνεχίστηκε το Kαλοκαίρι με την ασύλληπτης ηρωικής αποκοτιάς θυσία, των Ισαάκ και Σολωμού.  

Σε όσους διαπραγματεύονται με τους Τούρκους, πιστεύοντας πως θα τους πείσουν σαν τον Γερμανό της ιστορίας, απάντησαν οι δυο Κύπριοι, για λογαριασμό δικό τους κι όσων ακούν στην ψυχή τους το ίδιο μ’ αυτούς τραγούδι. Εσείς, ξενόδουλοι, πορεύεστε αλλιώς, η Ελλάδα αλλιώς.

Για πολλούς, -ανάμεσά τους και στρατιωτικούς που ξεσηκώνονται όταν ακουμπούν τα επιδόματά τους μα όχι για την Κύπρο ή τα Ίμια-, το 1996 είναι παρελθόν, σφραγισμένο στους τάφους των δυο ηρώων. Κοιτάμε, λένε, να είναι καλύτερο το Αύριο των δύο λαών. Και οδηγούν την Πατρίδα σε διαδοχικές ήττες.

Αυτή η αντίληψη του χρόνου και της ζωής που θαρρεί πως το Αύριο χτίζεται  με εγγυήσεις, είναι παντελώς απατηλή. Όλα είναι υπό διαμόρφωση. Οι τούρκοι, οι Γερμανοί, οι Αμερικανοί, έχουν λόγο στο πώς θα είναι η Ελλάδα. Όσο τους επιτρέπουν οι ελληνικές κυβερνήσεις. Τα μεγάλα πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά συμφέροντα δεν θα πάψουν να ενδιαφέρονται για την Πατρίδα μας, αν αύριο στην ελληνική κυβέρνηση είναι πακιστανοί ή  τούρκοι στο όνομα της ισότητας και του δικαίου. Αν τους αφήσουμε. Όσο οι Έλληνες κοιτάζουν το θέατρο σκιών του διχασμού, κι όχι το χέρι που τους σουφρώνει την ζωή, η διάκριση των εξουσιών, η ελευθερία του λόγου, η ίδια η ελευθερία του ελληνικού έθνους όπως περιγράφεται στο Σύνταγμα, είτε καταλύονται είτε έχουν ήδη λεηλατηθεί. Αυτές είναι πραγματικότητες που δημιουργούνται κάθε στιγμή, ανατρέποντας τις βεβαιότητες.

Είναι χαοτικό το μέγεθος των αλλαγών που επιφέρουν άνθρωποι με περιορισμένο χρόνο ζωής, σε έννοιες που πήραν αιώνες να διαμορφωθούν και θα πάρουν χρόνο να επανέλθουν σε νέες βάσεις, όταν ανατραπούν. Διαφεύγει από τους εφήμερους ανθρώπους πως το παρελθόν διαχέεται στο παρόν, μα δεν το κυβερνά. Μαθαίνουμε από αυτό, και κάποτε του λέμε «ως εδώ!». Αν αρνηθούμε να μάθουμε, θα κάνουμε τα ίδια λάθη μέχρι να εμπεδώσουμε το μάθημα. Έτσι δουλεύει η ζωή.  

Όσο λοιπόν κοιτάζουν τον Ισαάκ και τον Σολωμού, κι εκείνο το μακρινό 1996 σαν ένα κομμάτι Ιστορίας που ξέμεινε στον ήλιο, τόσο θα έρχονται να θυμίζουν την ύπαρξή τους οι ίδιοι, περιφρονώντας την φρόνηση των συμβιβασμένων. Ναι, πρέπει να κάνουμε την δύσκολη ειρήνη μας με το παρελθόν. Το πήραμε το μάθημα. Εμείς είμαστε εδώ για να νικήσουμε. 

ΕΙΡΗΝΗ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΥ-ΠΑΠΠΑ