«-Εκείνες οι οποίες κυοφορούν στο σώμα μόνο, και προστρέχω στις γυναίκες που τίκτουν τέκνα –διότι αυτός είναι μόνο ο χαρακτήρας της αγάπης τους. Το γέννημά τους, που όπως ελπίζουν, θα συντηρήσει τη μνήμη τους και θα τους δώσει τη μακαριότητα και την αθανασία που επιθυμούν στο μέλλον.

Αλλά οι ψυχές που βρίσκονται σε κύηση – γιατί βεβαίως υπάρχουν κάποιοι που είναι δημιουργικότεροι στις ψυχές τους απ’ ότι στο σώμα – συλλαμβάνουν εκείνο που είναι κατάλληλο για την ψυχή να συλλάβει ή να εμπεριέχει».

-«Και τι είναι αυτές οι συλλήψεις;»

-«Η φρόνηση και η αρετή εν γένει. Και είναι τέτοιοι γονείς, οι ποιητές και όλοι οι καλλιτέχνες, που πρέπουν του ονόματος του εφευρέτη. Αλλά το μέγιστο και αξιότερο είδος της φρόνησης [σημείωση: σοφίας] είναι, με διαφορά μεγάλη, κείνη που ενδιαφέρεται για τους ορισμούς [σημείωση: Νόμους] των Πολιτειών και των οικογενειών και που την αποκαλούμε εγκράτεια και δικαιοσύνη». 

Συμπόσιον 208-209, Πλάτων  Στο παραπάνω απόσπασμα, παρατηρούμε πως ο Πλάτων, δια στόματος Σωκράτη, αναγνώριζε τον συσχετισμό μεταξύ της γυναίκας που τεκνοποιεί και του πολιτικού Φιλοσόφου. Χωρίς λοιπόν πολύ συλλογισμό προκύπτει το εξής συμπέρασμα: ο Πλάτων, αναφερόμενος στον πολιτικό Φιλόσοφο, τον παρομοιάζει με την εύφορη γυναίκα που γεννά. Και τον εκθειάζει μάλιστα λέγοντας πως αυτή του η σύλληψη, δηλαδή η Φρόνηση και η Αρετή που ξεχωρίζει, είναι μακράν δημιουργικότερη από τις άλλες.  Αναφέρεται εν ολίγοις, στην πολιτική – μάλλον καλύτερα στην Πολιτικοποίηση – του Γένους ή της Φυλής. Και δεν το κρύβει μάλιστα ταυτίζοντας τους «ορισμούς των Πολιτειών», δηλαδή τους Νόμους των, με εκείνους τους νόμους και κανόνες που εκ φύσεως διέπουν την οικογένεια. Εμβαθύνοντας δε στις τελευταίες του λέξεις, αναφερόμενος στην Εγκράτεια και στην Δικαιοσύνη, προχωρά κάνοντας στροφή στο εσωτερικό της Κοινότητας ζητώντας την ανάδειξη του εν δυνάμει προβλήματος του και απαιτώντας την εφαρμογή της Εγκράτειας και της Δικαιοσύνης ως βάση και προϋπόθεση για τη λύση αυτού.  Κι αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι, αναφερόμενος στους «ορισμούς», δεν απευθύνεται περιγραφικά και αφηγηματικά στις διαταγές ενός δυνάστη, ενός απρόσωπου, ψυχρού και απόμακρου διαχειριστή της εξουσίας και της διοίκησης, αλλά στις θεσμοθετημένες εκείνες Αξίες (Δικαιοσύνη, τόσο ηθική-εθιμική όσο και Κοινωνική), οι οποίες προέκυψαν από την Λαϊκή Κοινότητα και σημαδεύουν την εκ φύσεως συγκρότησή της και που είναι όμοιες με εκείνες της οικογενείας η οποία με την σειρά της είναι μια όμαιμη συλλογικότητα (όπως ο Λαός). Αυτή η συγκεκριμένη παρατήρηση διαφοροποιεί την θεώρηση στον Σωκρατικό λόγο του πλατωνικού «Συμποσίου», από την όποιου είδους εξάρτηση λαμβάνει χώρα στις ημέρες μας μεταξύ εξουσιαστή κι εξουσιαζόμενου, διοικητή και διοικουμένου.  Κι αυτό διότι, τόσο η πλατωνική θεώρηση – όραμα (Άριστη Πολιτεία), όσο και εκείνη η υπαρκτή θεώρηση των Ελληνικών κοινοτήτων, που είχαν προχωρήσει στην πολιτειακή εξέλιξη, θεωρεί την Εγκράτεια αρετή των πολιτών, υπό την απαραίτητη παρουσία μιας ανακυκλούμενης εξουσίας από και προς τους πολίτες. Με αυτό τον τρόπο, ο Πλάτων υποδεικνύει τις δυο πηγές κινδύνου: 1. Τον ατομικό πλουτισμό (ας θυμηθούμε πως ο Πλάτων είχε επανειλημμένα εκφραστεί εναντίον της ατομικής ιδιοκτησίας κι υπέρ της συλλογικής), που αποσαθρώνει φυγόκεντρα την Λαϊκή Κοινότητα.

2. Την ανόητη και άνευ σκοπού “χειραφέτηση” του ατόμου από το σύνολο της Κοινωνίας – Πολιτείας – Λαϊκής Κοινότητας (ατομισμός). Ενδεικτικά αναφέρεται πως ο συνδυασμός των δύο οδήγησε τους δυτικούς Λαούς στο σημερινό τέλμα ώστε να απολέσουν στην ουσία την κυριότητα των Πολιτειών τους και κατέστησε το ατομικό συμφέρον υπέρτερο του συλλογικού και ρηχό αυτοσκοπό του σύγχρονο αστικού τρόπου ζωής και σκέψης.  ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Στο «Συμπόσιο», ο Πλάτων δεν παρομοιάζει απλά την γυναίκα με τον Φιλόσοφο –γενικότερα-, αλλά διαπράττει μια κοινωνική υπέρβαση πολύ νεωτεριστική τόσο για εκείνη την εποχή όσο και για την σημερινή, που η πολιτική ταυτίζεται με την αυθαιρεσία της άνομης εξουσίας. Κηρύττει πως πολιτικός Φιλόσοφος μπορεί να είναι και μια γυναίκα με ανώτερη προσωπικότητα. «Αποτολμά» και δεν αποφεύγει μάλιστα, να κατονομάσει το πρότυπό του και να την παρουσιάσει: δεν είναι άλλη από την Διοτίμα την Μαντινεία.

Σύμφωνα με μια άποψη, μάλλον συμπληρωματική ως προς το θεωρητικό της σκέλος, η Διοτίμα δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο. Αντιπροσωπεύει όμως, την (φιλο-)σοφία, και ως εκ τούτου προσδιορίζει περισσότερο την θηλυκή πνευματική υπόσταση της.