Κρατικός αξιωματούχος, που αφυπηρέτησε πρόσφατα από διευθυντική θέση του δημοσίου, εργάζεται στα κατεχόμενα. Οι σχετικές πληροφορίες επιβεβαιώθηκαν από τις αρμόδιες Κρατικές Υπηρεσίες, οι οποίες έχουν στην κατοχή τους και αποδεικτικά στοιχεία.Αυτό που προκαλεί προβληματισμό είναι η προνομιακή πληροφόρηση που τυχόν είχε το συγκεκριμένο πρόσωπο για σοβαρά θέματα που άπτονται του δημοσίου συμφέροντος. 

Ουδείς μπορεί να εμποδίσει οποιονδήποτε να εργαστεί στα κατεχόμενα. Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση, επειδή πρόκειται για πρώην ανώτατο κρατικό λειτουργό, θα ερευνηθεί κατά πόσο έχει παραβιάσει με οποιονδήποτε τρόπο την κείμενη νομοθεσία που ρυθμίζει τον έλεγχο της ανάληψης εργασίας στον ιδιωτικό τομέα από πρώην κρατικούς αξιωματούχους και πρώην υπαλλήλους του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα.   Η συγκεκριμένη νομοθεσία ψηφίστηκε το 2007 μετά από πρόταση νόμου του Γ.Ομήρου, με αφορμή την περίπτωση του υπουργού Οικονομικών, Μάκη Κεραυνού, ο οποίος παραιτήθηκε το 2005 για να αναλάβει εκτελεστικός διευθυντής της Ελληνικής Τράπεζας.   Η νομοθεσία έχει στόχο να αποτρέπει πρώην κρατικούς αξιωματούχους και δημόσιους υπαλλήλους από του να ενεργούν για προσωπικό συμφέρον και συνεπώς ενάντια στο δημόσιο συμφέρον, χρησιμοποιώντας την προνομιακή πληροφόρηση την οποία κατέχουν λόγω της θέσης που κατείχαν, προς όφελος εταιρειών ή φυσικών προσώπων. Γι’ αυτό, στην κείμενη νομοθεσία, οι πρώην κρατικοί αξιωματούχοι και πρώην ανώτεροι κρατικοί λειτουργοί είναι υποχρεωμένοι να απευθύνονται σε ανεξάρτητη ειδική επιτροπή, τα μέλη της οποίας ανήκουν στο Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα, προκειμένου να εξασφαλίζουν τη συγκατάθεση της προτού αναλάβουν εργασία στον ιδιωτικό τομέα.   Με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον, η εν λόγω Επιτροπή αποφασίζει κατά πόσο ο αιτητής μπορεί ή όχι να αναλάβει την εργασία στον ιδιωτικό τομέα, με ή χωρίς περιορισμούς ή όρους.   Η ανάληψη εργασίας στον ιδιωτικό τομέα απαγορεύεται ρητά μόνο για την περίοδο των δύο ετών από την ημέρα αποχώρησης ή αφυπηρέτησης του αιτητή. Για το πρόσωπο που παραβιάζει τις διατάξεις της νομοθεσίας προβλέπεται χρηματικό πρόστιμο και ποινή φυλάκισης μέχρι ενός έτους. Εξελίξεις επί του θέματος, αναμένονται λίαν συντόμως.  ΠΗΓΗ