Περισσότερο από ό,τι πρόκειται να κάνει ή να μην κάνει ο Vladimir Putin, σε απάντηση προς την κατάρριψη του ρωσικού Suhoi-24 από τουρκικά F-16 στην μεθόριο Συρίας-Τουρκίας, έχουν τη σημασία τους όσα επέλεξε να πεί. Διότι η φράση-κλειδί “δεχτήκαμε πισώπλατο χτύπημα από συνεργούς των τρομοκρατών” θέτει on the record κάτι που έως τώρα απλώς αποτελούσε κοινό μυστικό.

Με το να διερωτάται ρητορικά αν η Τουρκία προτίθεται να σύρει το ΝΑΤΟ, θέτοντάς το στην υπηρεσία του Ισλαμικού Κράτους, ο Ρώσος πρόεδρος επιχειρεί να απονομιμοποιήσει μακροπρόθεσμα την Άγκυρα, εμφανίζοντάς την όχι απλώς ως έναν δύστροπο περιφερειακό παίκτη με επιθετική αντίληψη της υπεράσπισης των εθνικών του συμφερόντων, αλλά ως κράτος-χορηγό της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας. Η δε αναφορά του στις αγοραπωλησίες πετρελαίου παραγόμενου σε περιοχές ελεγχόμενες από το “Χαλιφάτο” αποτελεί προσωπική αιχμή για τον Τούρκο πρόεδρο Tayyip Erdogan, το περιβάλλον του οποίου εμπλέκεται άμεσα, κατά τις καταγγελίες της τουρκικής αντιπολίτευσης, σε αυτές τις προσοδοφόρες συναλλαγές.

Μερικά πράγματα τα οποία λέγονταν ακόμη διακριτικά κατά την Σύνοδο Κορυφής της G20 στην Αττάλεια (όπου, ως γνωστόν, ο Putin παρουσίασε στους ομολόγους του φωτογραφίες των κονβόι που διακινούν το πετρέλαιο των τζιχαντιστών), μετά την κατάρριψη του Suhoi-24 θα έρχονται ευκολότερα στο προσκήνιο.

Άλλωστε, δεν λείπουν οι Ρώσοι αναλυτές που θεωρούν ότι το θερμό επεισόδιο της Τρίτης υπήρξε ενός είδους εκδίκηση για την διατάραξη αυτού του εμπορίου – καθώς μετά την Σύνοδο της G20 όχι μόνο κλιμακώθηκαν οι ρωσικές επιδρομές εναντίον των πετρελαϊκών κονβόι, αλλά προκάλεσαν, υπό τύπον “ευγενούς άμιλλας” και αντίστοιχες επιθέσεις από αμερικανικής πλευράς.

Το “κοινό μυστικό” της διαπλοκής του τουρκικού κράτους με τους τζιχαντιστές που δρούν στη Συρία (όχι μόνο αυτούς του Μετώπου al-Nosra, με τους οποίους οι δεσμοί είναι δεδομένοι, αλλά πιθανότατα και με το ίδιο το Ισλαμικό Κράτους) έχει εικονογραφηθεί διεξοδικά σε ερευνητική μελέτη του Institute for the Study of Human Rights του Πανεπιστημίου Columbia της Νέας Υόρκης, υπογραφόμενη από τον David L. Phillips.

Σε αυτήν καταγράφονται οι καταγγελίες (του Τύπου και της αντιπολίτευσης της Τουρκίας, καθώς και ιθυνόντων ή μέσων ενημέρωσης τρίτων χωρών) για παντοειδή ενίσχυση των τζιχαντιστών από την Άγκυρα, είτε αυτό αφορά την ανοχή στην εισροή εθελοντών μαχητών στη Συρία, είτε την αποστολή φορτίων εξοπλισμού από τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες, την προαναφερθείσα διακίνηση της πετρελαϊκής παραγωγής του Ισλαμικού Κράτους, την περίθαλψη τραυματιών, ακόμη και κοινές επιχειρήσεις σε στρατιωτικό πεδίο.

Όμως η όσμωση των κυβερνώντων στη γείτονα με τους τζιχαντιστές δεν περιορίζεται μόνο σε “βρώμικες δουλειές” του σκληρού πυρήνα του κράτους, αλλά κατά τα φαινόμενα αφήνει το σημάδι της και στην τουρκική κοινωνία – αυτήν ακριβώς που το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης κατά τη 12χρονη παραμονή του στην εξουσία θέλησε, και σε ένα βαθμό πέτυχε, να αναμορφώσει σύμφωνα με τα ισλαμιστικά του οράματα.

Χαρακτηριστικά είναι δύο περιστατικά το τελευταίου μήνα. Στον φιλικό αγώνα ποδοσφαίρου των Εθνικών Ομάδων Ελλάδας και Τουρκίας στην Κωνσταντινούπολη στις 17 Νοεμβρίου, παρόντων και των πρωθυπουργών των δύο χωρών η εξέδρα γιούχαρε όχι μόνο κατά την ανάκρουση του ελληνικού εθνικού ύμνου αλλά και κατά την ενός λεπτού σιγή στη μνήμη των θυμάτων των τρομοκρατικών επιθέσεων στο Παρίσι. Μάλιστα ο Tayyip Erdogan επέκρινε κατόπιν αυτή τη συμπεριφορά μόνο κατά το σκέλος της που αφορά τον απαιτούμενο σεβασμό στα εθνικά σύμβολα άλλων χωρών.

Κατά την κεμαλιστική εφημερίδα Cumhuriyet, πολλοί από τους φιλάθλους ήταν μέλη της νεολαίας του κυβερνώντος κόμματος που εξασφάλισαν δωρεάν είσοδο, καθώς η περιοχή του Basaksehir, όπου διεξήχθη ο αγώνας, αποτελεί προπύργιο των ισλαμιστών.

Αν όμως το περιστατικό αυτό μπορεί να αποδοθεί σε αντιδυτικά αντανακλαστικά, τι θα μπορούσε να ειπωθεί για τα αντίστοιχα γιουχαϊσματα που εκτόξευσε μερίδα των θεατών του προκριματικού αγώνα του Euro2016 μεταξύ Τουρκίας-Ισλανδίας στις 13 Οκωβρίου στο Ικόνιο (ιδιαίτερη πατρίδα του πρωθυπουργού Davutoglu) την ώρα που τηρούνταν ενός λεπτού σιγή για τους 102 Τούρκους πολίτες που έχασαν τη ζωή τους στην τρομοκρατική επίθεση των τζιχαντιστών στην άγκυρα τρεις ημέρες νωρίτερα;

Κατά τον αρθρογράφο Κadri Gursel του Al-Monitor.com, μόνη κοινή βάση των δύο περιστατικών είναι η απροθυμία καταδίκης της τζιχαντιστικής βίας. Και μπορεί μεν οι εξέδρες να μην είναι ο χώρος όπου απελευθερώνεται ό,τοι ευγενέστερο έχει να επιδείξει κάθε έθνος, όμως η Turkish Perception Survey του Marshall Fund που βασίσθηκε σε 1.108 συνεντεύξεις την περίοδο 4-13 Ιουλίου, αποκαλύπτει ότι το 6,6% των Τούρκων δεν θεωρεί το Ισλαμικό Κράτος τρομοκρατική οργάνωση, ενώ το 15,6% εκτιμά ότι το Ισλαμικό Κράτος δεν αποτελεί απειλή για την Τουρκία.

ΠΗΓΗ