Στις 17 Ιανουαρίου 1975, 6 μήνες μετά την τουρκική εισβολή, πλήθος μαθητών κατευθύνθηκε εξαγριωμένο προς τις βρετανικές βάσεις στο Ακρωτήρι, για να διαδηλώσει κατά της πολιτικής των Βρετανών να μεταφέρουν Τουρκοκύπριους από τις ελεύθερες στις τουρκοκρατούμενες περιοχές. Οι Νέοι, φωνάζοντας συνθήματα κατευθύνθηκαν προς την πύλη των Βρετανικών Βάσεων στο Ακρωτήρι.

Η κατάσταση δεν άργησε να βγει εκτός ελέγχου, καθώς η διαδήλωση μετατράπηκε σε γενικευμένη σύρραξη, με τους μαθητές να οργανώνονται και να ξεκινούν έντονο πετροπόλεμο κατά των βρετανών στρατιωτών, οι οποίοι πάνοπλοι βγήκαν για να αντιμετωπίσουν τους μαθητές. Η χρήση δακρυγόνων δεν ήταν αρκετή για να απομακρύνει τους μαθητές, οι οποίοι δεν διάλυσαν την εκδήλωσή τους, συνεχίζοντας την διαμαρτυρία κατά των Βρετανών. Ο πετροπόλεμος συνεχίστηκε για ώρα, ενώ τα κορίτσια της διαδήλωσης δεν παρέλειπαν να εφοδιάζουν τους νεαρούς μαθητές με όλο και περισσότερα «πολεμοφόδια».

Οι Βρετανοί συνειδητοποιώντας πως τα δακρυγόνα δεν ήταν αρκετά, έβγαλαν έξω τα τεθωρακισμένα. Ωστόσο, ούτε αυτά σταμάτησαν τους μαθητές, οι οποίοι άρχισαν να χτυπάνε με τα χέρια τους τα οχήματα και να τα πετροβολούν μανιωδώς. Οι μαθητές ξεχώρισαν ένα άρμα και προσπαθούσαν να το καταστρέψουν ή να το ακινητοποιήσουν. Κάποιοι επιτέθηκαν στον οδηγό που έκανε μανούβρες….

Στη διαδήλωση, πολλά από τα παιδιά ήταν πρόσφυγες. Στη μία πλευρά ήταν μαζεμένοι και οι Βαρωσιώτες. Ανάμεσά τους, δύο μαθητές του Λανιτείου Λυκείου, ο Παναγιώτης Τουμάζος και ο Πανίκος Δημητρίου, που είχαν φύγει από το σχολείο για να συμμετάσχουν στην πορεία.

Ο Παύλος Τουμάζος θυμάται: «Το τεθωρακισμένο άρχισε να σαλτάρει ρυθμικά, 1-2 μέτρα μπροστά κάθε φορά. Κάποια στιγμή βλέπω τον Πανίκο να προσπαθεί να ’ρθει προς την άλλη πλευρά του τεθωρακισμένου. Σε ένα από αυτά τα σαλταρίσματα, η μπροστινή πλευρά έριξε κάτω τον Πανίκο και στο επόμενο σαλτάρισμα τον είχε καταπλακώσει ο μπροστινός τροχός. Αρχίσαμε να φωνάζουμε στον οδηγό. Ένας από μας κατάφερε να πεταχτεί πάνω στο τεθωρακισμένο και από τη θυρίδα προσπαθούσε να μιλήσει στον οδηγό. Αυτός συνέχισε τα σαλταρίσματα και τότε ο πίσω τροχός πέρασε ξανά πάνω από το κορμί του. Πήραμε τον Πανίκο και τον πήγαμε στην πύλη, εξηγώντας τους τι έγινε. Μετά από λίγο τον πήραν μέσα στις Βάσεις, στο νοσοκομείο. Ο Πανίκος ήταν ήδη νεκρός. Όλοι μας ελπίζαμε στο αντίθετο, απ’ ό,τι τα μάτια μας είδαν. Δυστυχώς, σε λίγο επαληθεύτηκαν οι χειρότεροι φόβοι μας. Ποιος μπορούσε να πιστέψει πως ο Πανίκος μας έφυγε;».

Ο 18χρονος μαθητής, είχε γεννηθεί στις 10 Φεβρουαρίου 1957, στον κατεχόμενο Άγιο Μέμνονα στην επαρχία Αμμοχώστου. Με το όνειρο να σπουδάσει αρχιτέκτονας, τον βρήκε η προσφυγιά και συνέχισε το σχολείο στη Λεμεσό. Έξι μήνες μετά την εισβολή, έχασε τη ζωή του στη διαδήλωση κατά των βάσεων.

Τα άρματα δεν μπορούν να κάμψουν τον πόθο για Λευτεριά…