Όταν στο Βυζάντιο κυριαρχούσε το ζήτημα της εικονομαχίας, στην Καππαδοκία της Μικράς Ασίας –μια περιοχή όπου έζησαν και μαρτύρησαν εκατοντάδες άγιοι– γεννήθηκε η Oσία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου. Το γεγονός ότι ο πατέρας της ήταν ο Φιλάρετος, στρατιωτικός διοικητής της περιοχής και ευνοούμενος του αυτοκράτορα Θεόφιλου και της αυτοκράτειρας Θεοδώρας, έπαιξε σημαντικό ρόλο στη μετέπειτα πορεία της Ειρήνης, η οποία γεννήθηκε το 825. Ένα άλλο γεγονός –ο γάμος της αδελφής της, Καλλινίκης, με τον νεαρό καίσαρα Βάρδα– άνοιξε για τα καλά τον δρόμο της προς την Κωνσταντινούπολη.

Το 843 η αυτοκράτειρα Θεοδώρα, ως επίτροπος πια του γιου της, Μιχαήλ του Γ’, αποφάσισε να βάλει τέλος στην εικονομαχία και επιστράτευσε για τον σκοπό αυτό τον πατέρα της Ειρήνης και τον μετέπειτα Πατριάρχη Μάξιμο τον Ομολογητή. Μετά την αναστήλωση των εικόνων, στις 19 Φεβρουαρίου του 843, η Θεοδώρα ζήτησε από τον Φιλάρετο να φέρει στην Κωνσταντινούπολη την κόρη του, με σκοπό να την παντρέψει με το γιο της, Μιχαήλ.

Αν και όλοι –σύμφωνα με την παράδοση– χάρηκαν, η ίδια έμεινε αδιάφορη, αφού από μικρή είχε αποφασίσει να γίνει μοναχή. Λίγο πριν φτάσει στην Κωνσταντινούπολη, ο Μιχαήλ είχε νυμφευτεί την Ευδοκία, οπότε το όλο σχέδιο ναυάγησε.

Ο πατέρας της αναζήτησε αλλού σύζυγο για την Ειρήνη, η οποία διαφώνησε και αποκάλυψε στους δικούς της την απόφασή της να γίνει μοναχή. Η απόφαση προκάλεσε την έντονη σύγκρουση με τον πατέρα της, ο οποίος τελικά συμφώνησε μαζί της και την οδήγησε ο ίδιος στη γυναικεία κοινοβιακή μονή των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ και Γαβριήλ του Χρυσοβαλάντου, η οποία βρισκόταν στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης.

Όταν εκάρη μοναχή ήταν μόλις 15 χρόνων. Έξι χρόνια αργότερα εξελέγη ηγουμένη, με τη φήμη της να απλώνεται σε όλο τον κόσμο, λόγω των θαυμάτων που –όπως αναφέρουν οι συναξαριστές– έκανε μέσα στη μονή.

Η προετοιμασία για τον θάνατο

Ειδική αναφορά γίνεται από όσους ασχολήθηκαν με την Οσία Ειρήνη στον θάνατό της, για τον οποίο είχε προετοιμαστεί ανάλογα: Τακτοποίησε τις υποθέσεις του μοναστηριού και υπέδειξε τη διάδοχό της. Μία εβδομάδα πριν από τη μεγάλη ημέρα, νήστεψε τρώγοντας μόνο μήλο και καθημερινά κοινωνούσε των Αχράντων Μυστηρίων. Ήταν Κυριακή, όταν για τελευταία φορά η Ειρήνη παρακολούθησε τη Θεία Λειτουργία, απάγγειλε το σύμβολο της πίστης (το «Πιστεύω»), κοινώνησε, αγκάλιασε τις αδελφές και τους ζήτησε συγγνώμη. Τέλος, γονάτισε μπροστά στην Ωραία Πύλη, ύψωσε τα χέρια της και προσευχήθηκε για τελευταία φορά με αυτά τα λόγια: «Δέσποτα, Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού του Ζώντος. Συ, ο Ποιμήν ο Καλός, που με το πανάγιο και πολύτιμο αίμα Σου μας ελύτρωσες από τα δεσμά της αμαρτίας, άκουσε την τελευταία δέησι της ταπεινής Σου δούλης. Στην κραταιά Σου χείρα παραδίδω σήμερα το μικρό τούτο ποίμνιο. Σκέπασέ το με τη θεία σκέπη Σου και διαφύλαξέ το από τις επιθέσεις του αοράτου εχθρού. Διότι Συ είσαι ο αγιασμός μας και η απολύτρωσις και Σε θα δοξάζουμε αιωνίως. Αμήν».

Στη συνέχεια, αποσύρθηκε στο κελί της και πλάγιασε στην ασκητική της κλίνη. Οι μοναχές στάθηκαν γύρω της και την έβλεπαν να χαμογελά. Λίγο αργότερα, παρέδωσε το πνεύμα της, σε ηλικία 104 χρόνων.

Η έξω από τα συνηθισμένα κοίμησή της διαδόθηκε στην Πόλη, με αποτέλεσμα χιλιάδες κόσμου να φτάσουν στο μοναστήρι για να προσκυνήσουν το ιερό σκήνωμά της. Επικεφαλής ήταν ο πατριάρχης, ο οποίος με το πλήθος του λαού από όλες τις κοινωνικές τάξεις και των αρχιερέων και λοιπών κληρικών συνόδευσαν την οσία στην τελευταία της κατοικία, στο παρεκκλήσι του μεγαλομάρτυρος Αγίου Θεοδώρου.

Η ζωή και ο θάνατός της ενέπνευσαν τους αγιογράφους της εποχής, οι οποίοι την απεικόνισαν όπως την κράτησε στη μνήμη του ο απλός λαός: Η αγία απεικονίζεται με το ένδυμα της ηγουμένης, να κρατά στο δεξί χέρι της τα τρία θεόσταλτα μήλα. Ο άγγελος, ο οποίος τη βοηθούσε στο δύσκολο έργο της σωτηρίας των ψυχών, στέκεται μπροστά της κρατώντας ειλητάριο (περγαμηνή) με τμήμα του χαιρετισμού που της απηύθυνε («Χαίρε δούλη του Υψίστου, Ειρήνη…»). Ειλητάριο κρατά και η αγία στο αριστερό της χέρι, το οποίο αναγράφει παραινέσεις της οσίας (συνήθως, διαβάζεται η φράση: «Φως μοναχών, άγγελοι˙ φως κοσμικών, μοναχοί…»). Δίπλα στην αγία αγιογραφείται το κυπαρίσσι που λύγιζε όταν εκείνη προσευχόταν, με δεμένο το λευκό πανί στην κορυφή του, ενώ στο βάθος φαίνεται η μονή του Χρυσοβαλάντου. Συχνά, σε μια από τις θύρες της μονής απεικονίζεται η καλόγρια που είδε την αγία να αιωρείται προσευχόμενη.

ΠΗΓΗ