Όσον αφορά στο μήκος του μετώπου της φάλαγγας, αυτό εξαρτάτο από το μήκος της αντίπαλης παράταξης. Αυτό που έπρεπε να αποφευχθεί, πάση θυσία, ήταν η υπερκέραση της φάλαγγας από τον εχθρό, που σημαίνει ότι το μήκος του μετώπου της παράταξης έπρεπε να είναι, τουλάχιστον, ίσο με αυτό του αντιπάλου. Στην περίπτωση που υπήρχε πλεόνασμα οπλιτών, το μήκος του μετώπου επεκτεινόταν, ώστε οι πτέρυγες της φάλαγγας να επιχειρήσουν την πλευροκόπηση της εχθρικής παράταξης, να την υπερκεράσουν και να την καταστρέψουν από τα νώτα.

Όσον αφορά στον αριθμό των στοίχων της φάλαγγας, δηλαδή στο «βάθος» της, αυτό εξαρτάτο από το μήκος του μετώπου της εχθρικής παράταξης, αλλά και από άλλες παραμέτρους, όπως ήταν η μαχητικότητα του αντιπάλου. Σαφώς, το βάθος της ήταν εξίσου σημαντικό με το μήκος της, καθώς αν υστερούσε σημαντικά έναντι του αριθμού των στοίχων του εχθρού, η παράταξη της θα κινδύνευε από «παράρρηξιν»,δηλαδή από την δημιουργία ρήγματος  λόγω της πίεσης. Παράλληλα, υπήρχε και ο φόβος της υπερκέρασης. Έτσι, συχνά οι Σπαρτιάτες στρατηγοί αντιμετώπιζαν το δίλημμα μεταξύ της αύξησης του μήκους της παράταξης τους εις βάρος του βάθους της ή το αντίστροφο.

Κατά την διάρκεια της συμπλοκής με τον εχθρό προσπαθούσαν, όσο αυτό ήταν εφικτό, να μην διασπάσουν την διάταξη τους. Συμπλέκονταν μαζί του σώμα με σώμα, μέχρι να τον συντρίψουν ή να τον τρέψουν σε φυγή.

Άξια αναφοράς τακτική, που εφήρμοζαν οι Σπαρτιάτες οπλίτες, ήταν και ο σχηματισμός «χελώνης», τον οποίο πραγματοποιούσαν τοποθετώντας τις ασπίδες πάνω από το κεφάλι τους, σχηματίζοντας ουσιαστικά ένα σκέπαστρο, το οποίο τους κάλυπτε από τα εχθρικά βέλη των τοξοτών. Κατ’ επέκταση, η τακτική αυτή προστάτευε ολόκληρο τον σχηματισμό, ιδιαίτερα σε περίπτωση υποχώρησης για αναζήτηση καλύτερου εδάφους για συμπλοκή ή σε περιπτώσεις που ο σχηματισμός πλησίαζε τείχη πολιορκούμενης πόλεως και δεχόταν βέλη από ψηλά.

Μια ακόμη επιδίωξη κατά την διάρκεια της πολεμικής σύρραξης ήταν η εκμετάλλευση των χασμάτων που μπορεί να δημιουργούνταν μεταξύ των διάφορων τμημάτων της εχθρικής φάλαγγας. Αυτά εμφανίζονταν, συνήθως, κατά την προώθηση των οπλιτών στο πεδίο της μάχης, ενώ το πιο σύνηθες σημείο εμφάνισης τους ήταν το σημείο επαφής μεταξύ του κέντρου και των δυο κεράτων. Στην περίπτωση που η φάλαγγα αποτελείτο από συνασπισμούς στρατευμάτων διαφόρων πόλεων, τα κενά συνήθως εμφανίζονταν στα σημεία επαφής αυτών των επιμέρους στρατευμάτων, οφειλόμενα κατά κύριο λόγο σε κακή συνεννόηση των διοικητών τους.

Ωστόσο, άλλοι λόγοι εμφάνισης χασμάτων στο μέτωπο της φάλαγγας μπορεί να ήταν η διαφορετική ταχύτητα προώθησης των επιμέρους τμημάτων της, η διαφορετική πίεση που αυτά δέχονταν από τον εχθρό κατά την διάρκεια της σύρραξης, η διαφορετική μορφολογία του εδάφους επί του οποίου πολεμούσαν κ.α. Επισημαίνεται ότι κενά τέτοιου είδους ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνα, επειδή επέτρεπαν την εισχώρηση εχθρικών μονάδων, οι οποίες οδηγούνταν με τον τρόπο αυτό στα νώτα της φάλαγγας, από όπου την προσέβαλλαν, συχνά με καταστροφικά για αυτή αποτελέσματα.