Οι Κούρδοι είναι ένας ιστορικός λαός της Άνω Μεσοποταμίας που έλκει την καταγωγή του από τους αρχαίους Καρδούχους, ενώ φυλετικά ο λαός αυτός ανήκει στην οικογένεια των ινδοευρωπαϊκών λαών. Το όνομα «Κούρδος» συμπίπτει με την περσική λέξη Κιούρτ  που σημαίνει ήρωας, ενώ σε αρχαιότατες επιγραφές της Ασσυρίας αναφέρεται το όνομα ως Κούρτι ή Χούρτι. Ο Ξενοφών στο «Κύρου Ανάβασις» αποκαλεί τους Κούρδους Καρδούχους ή Κάρδους και τους παρουσιάζει ως λαό ανυπότακτο, γενναίο και ικανότατο στην στρατιωτική τέχνη. Οι Κούρδοι θεωρούνται ένας λαός αυτόχθων της μείζονος περιοχής που σήμερα αποκαλείται Κουρδιστάν και εκτείνεται στις νοτιοανατολικές περιοχές της Τουρκίας και στις παραμεθόριες περιοχές Συρίας-Ιράκ-Ιράν.

Ο Κουρδικός πληθυσμός ανέρχεται σε περίπου 30 εκατ. και το μεγαλύτερο ποσοστό αυτού ζει στην σημερινή Τουρκία. Ο Κουρδικός λαός είναι παγκοσμίως ο μεγαλύτερος λαός που δεν έχει δικό του κράτος. Η περιοχή οικισμού των Κούρδων διαμοιράστηκε μετά την συμφωνία Sykes-Picot (1916) και τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μεταξύ των νεοδημιουργηθέντων κρατών της Συρίας, του Ιράκ, της νεότερης Τουρκίας και του Ιράν. Μικρή μειονότητα Κούρδων ζει και στην Ρωσική Ομοσπονδία.

Οι ορεινές περιοχές της Άνω Μεσοποταμίας που κατοικούν οι Κούρδοι ήταν ανέκαθεν ένα φυσικό όριο μεταξύ της Οθωμανικής και Περσικής Αυτοκρατορίας, μιας περιοχής που ήταν και είναι δύσκολα ελεγχόμενη. Αυτός ήταν και ο λόγος που επί μακρόν οι Κούρδοι απολάμβαναν την ανεξαρτησία τους και μπορούσαν να μετακινούνται μεταξύ των δυο Αυτοκρατοριών. Ο Κουρδικός λαός ένιωθε ως τις αρχές του 20ου αιώνα ως μέλος συγκεκριμένων κουρδικών φυλών, χωρίς να έχει σχηματίσει μια κοινή εθνική ταυτότητα που ενδεχομένως θα οδηγούσε στην διεκδίκηση μιας κοινής πατρίδας. Κουρδικό εθνικό συναίσθημα άρχισε να αναπτύσσεται στις αρχές του 20ου αιώνα υπό την επίδραση ευρωπαϊκών ιδεών και ως αντίδραση στην προσπάθεια κυρίως της Τουρκίας, αλλά και του Ιράκ και Ιράν, να τους αφομοιώσουν και να αλλοιώσουν, να εκφυλίσουν τα εθνικά τους χαρακτηριστικά.

Όταν μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η Οθωμανική Αυτοκρατορία διαλύθηκε, δεν συμφώνησαν όλοι οι Κούρδοι με την απαίτηση για ένα ανεξάρτητο Κουρδικό κράτος. Πολλοί εξ αυτών, κυρίως ηγέτες κουρδικών φυλών, θέλησαν να συνεχίσουν να είναι πιστοί στα νέα δημιουργηθέντα κράτη της Μέσης Ανατολής. Αυτή η ενδοκουρδική διαίρεση εμπόδισε έναν κοινό αγώνα για ανεξάρτητο κράτος ή τουλάχιστον την διεκδίκηση αυτονομίας για τις κουρδικές περιοχές. Παρ’ όλα αυτά με την Συνθήκη των Σεβρών (1920) αναγνωρίστηκε το δικαίωμα στους Κούρδους να έχουν ανεξάρτητο κράτος, κάτι όμως που ακυρώθηκε με την συνθήκη της Λοζάνης το 1923. Με αυτή την Συνθήκη οι Κούρδοι της Τουρκίας είχαν τα ίδια δικαιώματα όπως  οι Έλληνες και οι Αρμένιοι και κάποιες άλλες μικρότερες μειονότητες της Τουρκίας.

Τα χρόνια που ακολούθησαν την υπογραφή της Συνθήκης της Λοζάνης η Τουρκία αύξησε την πίεση αφομοίωσης προς τους Κούρδους, απαγορεύοντας ακόμη και τις λέξεις «Κούρδος» και «Κουρδιστάν» από όλα τα βιβλία, τα λεξικά και τους χάρτες στην χώρα. Απαγορεύτηκε επίσης η χρήση της κουρδικής γλώσσας, η λειτουργία κουρδικών πολιτιστικών συλλόγων καθώς και συγκρότηση κουρδικών πολιτικών κομμάτων. Επί δεκαετίες η τουρκική στρατιωτική χωροφυλακή πραγματοποιούσε, και εξακολουθεί να πραγματοποιεί, επιθέσεις σε κουρδικά χωριά με το πρόσχημα της αντιμετώπισης της τρομοκρατίας. Σύμφωνα με έκθεση της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης έως το έτος 2000 είχαν καταστραφεί 3.428 χωριά και περίπου 3 εκατ. Κούρδοι είχαν ξεριζωθεί από τις εστίες τους, ενώ χιλιάδες σκοτώθηκαν και φυλακίστηκαν από τις τουρκικές  δυνάμεις ασφαλείας. Η λειτουργία κουρδικών σχολείων εξακολουθεί να είναι απαγορευμένη, ενώ το δικαίωμα δραστηριότητας κουρδικών πολιτικών κομμάτων αν και επετράπη πρόσφατα με την ίδρυση του κόμματος HDP,  πιθανότατα στο άμεσο μέλλον θα απαγορευθεί και το HDP θα τεθεί εκτός νόμου με την δικαιολογία της δράσης ως «εγκληματικής οργάνωσης».

Οι Κούρδοι είναι ένας γενναίος λαός που πάντα αντιστάθηκε στους Τούρκους. Επειδή αυτή η άτυπη συμμαχία, αυτή η φιλία ενοχλούσε και συνεχίζει να ενοχλεί, για αυτό κάποιο κύκλοι κυκλοφόρησαν την προπαγάνδα περί των «Τσετών». Η λέξη Τσέτες προέρχεται ετυμολογικά από την τουρκική λέξη «çete» που σημαίνει ληστοσυμμορία. Οι Τσέτες πριν τον Μικρασιατικό Πόλεμο ήταν συμμορίες ατάκτων που αποτελούνταν από Τούρκους, Τσετσένους και εκτουρκισμένους Κούρδους (δηλαδή «γενιτσάρους» των Κούρδων),  οι οποίοι λήστευαν τους πληθυσμούς της Μικράς Ασίας.

Όταν έσπασε το μικρασιατικό μέτωπο εστράφησαν εναντίον των Ελλήνων με σκοπό την ληστεία και την ικανοποίηση των άγριων ενστίκτων τους. Οι Τσέτες δρούσαν εναντίον όσων είχαν περιουσία, η δράση τους δεν ήταν μόνον εναντίον των Ελλήνων. Η προπαγάνδα ότι οι Κούρδοι μας έσφαξαν στην Μικρά Ασία κυκλοφόρησε την περίοδο που η Ελλάδα προσπάθησε να αναπτύξει στενές σχέσεις με τους Κούρδους και η ίδια προπαγάνδα δυστυχώς αναμασάτε πάλι το τελευταίο διάστημα για προφανείς λόγους, οι οποίοι πρέπει να αναζητηθούν στις πρόσφατες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή.

Καταλήγοντας, οι Κούρδοι μπορούν να είναι σύμμαχοι στην αντιμετώπιση της τουρκικής βαρβαρότητας και επιθετικότητας.

ΠΗΓΗ