Απόσπασμα απο κείμενο τού Αγίου Νεκταρίου επισκόπου Πενταπόλεως, όπου επισημαίνεται ο κοσμοϊστορικός ρόλος τών Ελλήνων, κυρίως σε σχέση με το Ευαγγέλιο. Είναι ένα κείμενο, που παραμένει επίκαιρο περισσότερο από έναν αιώνα μετά τη συγγραφή του.

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΩΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΥ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΝ

Ελληνική φιλοσοφία. Δύο λέξεις αλλά λέξεις μεσταί μεγάλων και υψηλών εννοιών εν αυταίς εγκολπούται η τελεία περί ανθρώπου έννοια· εν αυταίς συνάπτονται τα πέρατα της φιλοσοφικής ενεργείας· εν αυταίς περιλαμβάνεται το σύνολον των επιστημονικών αρχών· εν αυταίς εκφράζεται το πνεύμα της αναπτυχθείσης ανθρωπότητος· εν αυταίς χαρακτηρίζεται η τελεία του ανθρώπου εικών· εν αυταίς ομολογείται το μέγεθος του ανθρωπίνου νου· το ύψoς της ανθρωπίνης διανοίας, το βάθος των εννοιών, η ισχύς και το κάλλος του λόγου, η λεπτότης των διανοημάτων, η ευκρίνεια και η σαφήνεια αυτών, η δύναμις, η χάρις αυτών, και τέλος η θειότης του ανθρώπου. Η ελληνική φιλοσοφία είναι η θεμελιώδης αρχή της αληθούς αναπτύξεως και μορφώσεως, είναι ο παιδαγωγός του ανθρώπου, ο ποδηγέτης προς την ευσέβειαν. Αύτη εγένετο διδάσκαλος της αληθείας, διδάσκουσα τον άνθρωπον τις εστί, τις η εν τω κόσμω αποστολή αυτού, και τι δέον εργάζεσθαι, διδάσκουσα αυτόν την ύπαρξιν του Θεού, την σχέσιν αυτού προς το θείον, και την σχέσιν του Θεού προς τον άνθρωπον· διδάσκουσα τα θεία ιδιώματα και την συγγένειαν του ανθρώπου προς το θείον. Η Ελληνική φιλοσοφία εδίδαξεν την πρόνοιαν του Θεού προς την ανθρωπότητα και εγένετο διά των υγιών αυτής θεωριών παιδαγωγός της ανθρωπότητος εις Χριστόν.

Η φιλοσοφία είναι αληθώς αναφαίρετον κτήμα του Έλληνος· διαδιδομένη ανά τα έθνη προσηλυτίζει αυτά και καθιστά αυτά ελληνικά, ουδέποτε δε παύεται ούσα Ελληνική· οι οπαδοί αυτής, οι ομιληταί αυτής αποβάλοντες το ξένον και βάρβαρον περιβάλλονται το ελληνικόν και την ευγένειαν· η Ελληνική φιλοσοφία προώρισται ίνα καταστήση τους πάντας Έλληνας· εγεννήθη υπέρ του χριστιανισμού και συνεταυτίσθη μετ’ αυτού, όπως εργασθή προς σωτηρίαν της ανθρωπότητος. Έλλην και φιλοσοφία εισί δύο τινά αναπόσπαστα· μαρτυρεί δε και ο Απόστολος των εθνών Παύλος λέγων: Έλληνες σοφίαν ζητούσιν. Ο Έλλην αληθώς εγεννήθη, ίνα φιλοσοφή· διότι εγεννήθη διδάσκαλος της ανθρωπότητος. Αλλ’ εάν η φιλοσοφία εγένετο παιδαγωγός εις Χριστόν έπεται ότι ο Έλλην πλασθείς φιλόσοφος επλάσθη χριστιανός, επλάσθη ίνα γνωρίση την αλήθειαν καί διαδώ αυτήν τοις έθνεσιν.

Ναι ο Έλλην εγεννήθη κατά θείαν πρόνοιαν διδάσκαλος της ανθρωπότητος· τούτο το έργον εκληρώθη αυτώ· αύτη ην η αποστολή αυτού· αύτη η κλήσις αυτού εν τοις έθνεσιν· μαρτύριον η εθνική αυτού ιστορία· μαρτύριον η φιλοσοφία αυτού· μαρτύριον η κλίσις αυτού· μαρτύριον αι ευγενείς αυτού διαθέσεις· μαρτύριον η παγκόσμιος ιστορία· μαρτύριον η μακροβιότης αυτού, εξ ηςδυνάμεθα αδιστάκτως να συμπεράνωμεν και την αιωνιότητα αυτού, διά το αιώνιον έργον του Χριστιανισμού μεθ’ ου συνεδέθη ο Ελληνισμός· διότι ενώ όλα τα έθνη τα εμφανισθέντα επί της παγκοσμίου σκηνής ήλθον και παρήλθον, μόνον το Ελληνικόν έμεινε ως πρόσωπον δρων επί της παγκοσμίου σκηνής καθ’ όλους τους αιώνας· και τούτο, διότι η ανθρωπότης δείται αιωνίων διδασκάλων· μαρτύριον τέλος η εκλογή αυτού μεταξύ των εθνών υπό της θείας προνοίας, όπως εμπιστευθή αυτώ, την ιεράν παρακαταθήκην την αγίαν πίστιν, την θρησκείαν της αποκαλύψεως και το θείον έργον της αποστολής αυτής, το αιώνιον έργον της σωτηρίας διά της διαπλάσεως απάσης της ανθρωπότητος κατά τας αρχάς της αποκαλυφθείσης θρησκείας.

Το έργον τούτο αληθώς ανετέθη τη Ελληνική φυλή· τούτο μαρτυρείται υπό της ιστορίας· εν μόνον βλέμμα ριπτόμενον εις την ιστορίαν του χριστιανισμού επαρκεί όπως πιστώση την αλήθειαν ταύτην. Εν τη ιστορία του χριστιανισμού από της πρώτης σελίδος αυτής αναφαίνεται η της Ελληνικής φυλής εν τω χριστιανισμώ δράσις, και η κλήσις αυτής, ίνα αναλάβη το μέγα της αποστολής του χριστιανισμού έργον. Οι θείοι του Σωτήρος λόγοι “νυν εδοξάσθη ο υιός του ανθρώπου”, ότε ανηγγέλθη αυτώ, ότι Έλληνες ήθελον ιδείν αυτόν, ενείχον βαθείαν έννοιαν· η ρήσις ην προφητεία, πρόρρησις των μελλόντων· οι εκεί εμφανισθέντες Έλληνες ήσαν οι αντιπρόσωποι όλου του Ελληνικού έθνους· εν τη παρουσία αυτών διείδεν ο θεάνθρωπος Ιησούς το έθνος εκείνο, εις ο έμελλε να παραδώση την ιεράν παρακαταθήκην, ίνα διαφυλαχθή τη ανθρωπότητι. Εν τη επιζητήσει αυτών διέγνω την προθυμίαν της αποδοχής της εαυτού διδασκαλίας, διείδε την εαυτού δόξαν, την εκ της πίστεως των εθνών, και ανεγνώρισε το έθνος, όπερ προς τον σκοπόν τούτον προώριστο από καταβολής κόσμου.

Το Ελληνικόν έθνος αληθώς προς τον σκοπόν τούτον εκλήθη από καταβολής κόσμου και προς τούτον μαρτυρείται διαπεπλασμένον· ο Θεός εν τη θεία αυτού προνοία διέπλασεν αυτό οφθαλμόν του σώματος του συγκροτουμένου υφ’ απάσης της ανθρωπότητος· ως όργανον τοιούτον εν τω σώματι της ανθρωπότητος ο Έλλην εκλήθη ίνα εργασθή και εν τω έργω της αναγεννήσεως.

Tο Ελληνικόν έθνος ένεκα της φυσικής αυτού ταύτης ιδιότητος απέβη αληθώς οφθαλμός ετάζων τα τε εμφανή και τα κεκαλυμμένα υπό του πέπλου του μυστηρίου· ητένισεν έκθαμβον προς το έκπαγλον κάλλος του κόσμου της δημιουργίας, και ανεζήτησε τον θείον αυτής δημιουργόν· αφοσιώθη εις την προσφιλή αυτώ έρευναν και ανεύρε τον θείον δημιουργόν εν τοις δημιουργήμασιν αυτού· η εικών του θείου καλλιτέχνου δημιουργού θείω δακτύλω εγγεγραμμένη εν τοις δημιουργήμασιν αυτού προσείλκυσεν αυτόν και αφήρπασεν.

Η εικών του Θεού κατενοήθη εν μικρογραφία εν τη καλλιτεχνική κατασκευή των όντων, τοσούτω εν τη θαυμασία κατασκευή του μικρού θαλερού του ωραιοτάτου και τερψιθύμου ανθυλλίου, όσω και εν τη κατασκευή των μεγίστων δημιουργημάτων· η αναρίθμητος ποικιλία η από των ελαχίστων δι’ απείρου σοφίας εκτυλισσομένη και προς τα μέγιστα καταλήγουσα, αποβαίνει τω φιλοσόφω απειροβάθμιος κλίμαξ, ης η κορυφή εν τω Ουρανώ, ην θαρραλέω βήματι αναβαίνων ανέρχεται αυτήν αδιαλείπτως τας βαθμίδας αμείβων, και μόνον προς ουρανόν ατενίζων αίρεται ολονέν από της γης, αποδυόμενος τον περιττόν γήινον φόρτον, και ζητεί να αποβή πνεύμα, όπως προσεγγίση τω θείω πνεύματι, ούτινος τον θρόνον τίθησιν εν Ουρανώ· εννοεί ότι μία αρχή, μία δύναμις, μία άπειρος σοφία, εν ον θείον αγαθόν εγένετο ο δημιουργός της θαυμαστής ταύτης δημιουργίας.

Η κατανόησις του θείου εκ των θείων αυτού ιδιοτήτων γεννά εν αυτώ το συναίσθημα της αγάπης και της λατρείας· η καρδία αυτού πληρούται θείου τινός έρωτος και θερμαίνεται υπό θείου πυρός· αισθάνεται, ότι εν αυτώ, κατοικεί μυστική τις δύναμις, έλκουσα αυτόν προς το θείον· η ισχύς αυτής είναι ακατάληπτος αλλ’ ισχυρά ως δύναμις θεία· κυριεύει αυτού και διευθύνει τας τε πνευματικάς αυτού και σωματικάς δυνάμεις κατά την ιδίαν βούλησιν· έχει βούλησιν ετέραν παρά την θέλησιν του αισθητικού ανθρώπου· αύτη εν αυτώ κρατεί και ευθύνει τα πάντα· περίεργον το φαινόμενον· τι τούτο, ερωτά, το γεννηθέν εν εμοί; τις η σχέσις εμού προς το θείον, προς ο η εν εμοί αύτη δύναμις σπεύδει ακατάσχετος, προς ο ζητεί να προσπελάση, προς ο τείνει να αφομοιωθή;

Πώς η φύσις η εν εμοί υπετάγη τη υπερφυσική ταύτη δυνάμει; πώς δε εγώ ο φυσικός άνθρωπος εκουσίως υποτάσσομαι τη υπερφυσικότητι; χαίρω δε επί τη τοιαύτη υποταγή μάλλον ή επί τη φυσική των ορμών ελευθερία; τις λοιπόν ειμί εγώ ο εκ της γης προελθών και τον ουρανόν επιζητών; τις η σχέσις της γης προς τον Ουρανόν; των αισθητών προς τα υπέρ αίσθησιν; τις η σχέσις η εμή προς το θείον; διατί αγαπώ αυτό; διατί επιποθώ αυτό; διατί επιθυμώ να εξομοιωθώ προς αυτό; ειμί λοιπόν πνεύμα; ειμί λοιπόν ον τι υπερφυσικόν; αλλ’ ιδού αποθνήσκω και ο τάφος καλύπτει το άπνουν και νεκρόν μου σώμα· πώς όμως o θάνατος αδυνατεί να με πείση ότι αποθνήσκω εις το παντελές; πώς έτι ελπίζω ότι ζωή αιώνιος μοι επιφυλάσσεται; πόθεν η πληροφορία αύτη περί αιωνίου ζωής; βλέπω ότι αποθνήσκω, και όμως πέποιθα ότι ζήσομαι εις αιώνα· ο βίος μου άπας τούτο μαρτυρεί· o βίος των ανθρώπων απάντων τούτο μαρτυρεί· οι άνθρωποι ζώσι διά την αιωνιότητα· ο άνθρωπος άρα έχει κοινήν την πληροφορίαν περί της αιωνιότητός του· η εν αυτώ οικούσα θεία εκείνη δύναμις η έλκουσα προς το θείον αύτη περί της αθανασίας και αιωνιότητός του εδίδαξεν αυτόν· αύτη μυστικώς επληροφόρησεν αυτόν, το δε κύρος του λόγου αυτής έπεισεν αυτόν. Ιδού ο λόγος της πίστεως αυτού προς την αθανασίαν. Είναι λοιπόν ο άνθρωπος ον αθάνατον, διότι νοεί το θείον, διότι έλκεται προς το θείον, διότι αγαπά το θείον, διότι λατρεύει το θείον, διότι πληροφορείται διά της εν αυτώ μυστηριώδους δυνάμεως υπ’ αυτού του θείου.

Ο Έλλην λοιπόν διά της φιλοσοφίας εγνώρισε πρώτον την ύπαρξιν του θείου και είτα εαυτόν, οίος αληθώς εστί· διά της γνώσεως του Θεού έσχε τελείαν εαυτού γνώσιν· γνωρίσας δε εαυτόν έγνω την σχέσιν αυτού προς το θείον, την ευγένειαν αυτού, και έγνω ότι η προς το θείον αφομοίωσις είναι το πρώτιστον των καθηκόντων. Έγνω δ’ ότι η εν τω κόσμω αποστολή του είναι η τελείωσις, η ανύψωσις αυτού από του υλικού κόσμου προς τον πνευματικόν· ότι ο πνευματικός κόσμος δέον εστί να ζωογονή τον υλικόν κόσμον, ότι το πνεύμα ανάγκη να επικρατήση της ύλης, ότι οι πνευματικοί νόμοι δέον εστί να ώσιν ισχυρότεροι των εν αυτώ φυσικών νόμων· ότι πρέπον εστίν εν αυτώ να επικρατώσιν ούτοι ως λογικοί· ότι ο άνθρωπος γίνεται τέλειος αφομοιούμενος τω Θεώ, και ότι αφομοιούται προς το θείον όταν κοσμήται υπό της ευσεβείας, της δικαιοσύνης, της αληθείας και της επιστήμης· διότι αληθώς αι αρεταί αύται κέκτηνται τελειωτικήν εν αυταίς δύναμιν· διότι η μεν ευσέβεια γίνεται προσπέλασις προς το θείον, η δε δικαιοσύνη, η αλήθεια, και η επιστήμη, γίνονται αυτώ εις εικόνα και ομοίωμα θείον.

Ο Έλλην γνωρίσας τις είναι και τις οφείλει να αποβή, σκοπόν έθετο την εαυτού τελείωσιν· εγένετο εραστής του πνεύματος και εδημιούργησε κόσμον πνευματικόν, εν ω ήθελε να ζη· η γνώσις του καλού, του αγαθού, του αληθούς και η έμφυτος προς τον πλησίον αγάπη ανέπτυξεν εν τη καρδία του Έλληνος τον πόθον της αυτομεταδόσεως, και ο Έλλην απέβη διδάσκαλος της ανθρωπότητος· ο Έλλην εζήτησε να αφομοιώση τους πάντας προς εαυτόν· ο Έλλην δεν εγεννήθη κατακτητής του σώματος, αλλά του πνεύματος, δεν εζήτησε δούλους αλλ’ ελευθέρους. Τούτο ηγάπησε και η θεία αύτη αγάπη εγένετο το ελατήριον όλων των ορμών του· αύτη εμόρφωσε και τον εθνικόν αυτού χαρακτήρα, όστις διέμεινεν αναλλοίωτος.

Τοιούτος επλάσθη ο Έλλην και τοιούτος διαμορφώθη ο ηθικός αυτού χαρακτήρ. Ο τοιούτος χαρακτήρ δεν ηδύνατο ή να ενθουσιασθή εκ των αρχών του χριστιανισμού. Ο χριστιανισμός ην αγάπη επηγγέλλετο δε να διδάξη τους ανθρώπους την αλήθειαν υπό την τελείαν και πλήρη αυτής μορφήν, ενισχύση και ανυψώση την φιλοσοφίαν εις την υψίστην αυτής περιωπήν, αποκαλύψη αυτή τα μυστήρια τα κεκαλυμμένα μείναντα τη φιλοσοφία, παράσχη την λύσιν των αιωνίων προβλημάτων, άρη την αχλύν την περιβάλλουσαν τους οφθαλμούς της διανοίας των ανθρώπων, εγείρη αυτόν καθεύδοντα, απαλλάξη της δεισιδαιμονίας, συνδέση την ανθρωπότητα διά του δεσμού της αδελφικής αγάπης, αγάγη προς τον Θεόν, και σώση αυτόν της καταδυναστείας του αντιπάλου, χαριζόμενος εν μεν τω παρόντι βίω την αληθή ευδαιμονίαν, εν δε τω μέλλοντι την αιωνίαν μακαριότητα.

Ο Έλλην ανευρών εν τω χριστιανισμώ τας αυτάς αρχάς και την εικόνα του τελείου, του ιδανικού αυτού, και τον μόνον διδάσκαλον τον δυνάμενον να διδάξη αυτόν παν ό,τι επεθύμει να γνωρίση, να μάθη, και ό,τι αυτός επόθει και επεζήτει, και ευρών αυτόν ερμηνευτήν των αισθημάτων αυτού, ενεκολπώθη αυτόν και περιέθαλψεν. Ο χριστιανισμός ως πρώτον δώρον αυτού εδωρήσατο αυτώ νέαν ζωήν· ο δε Έλλην υπεστήριξεν αυτόν διά των αγώνων και των αιμάτων του.

Η Ελληνική φιλοσοφία εποδηγέτει το Ελληνικόν έθνος εις τον χριστιανισμόν· ότι δε η Ελληνική φιλοσοφία τοιούτος υπήρξε ποδηγέτης μαρτυρεί και o ιερός πατήρ Κλήμης ο Αλεξανδρεύς λέγων: “ην μεν ουν προ της του Κυρίου παρουσίας εις δικαιοσύνην Έλλησιν αναγκαία· νυνί δε χρησίμη προς θεοσέβειαν γίνεται, προπαιδεία τις ούσα τοις την πίστιν δι’ αποδείξεως καρπουμένοις· ότι ο πους σου φησίν (Παροιμ.) ου μη προσκόψη, επί την πρόνοιαν τα καλά αναφέροντος εάν τε ελληνικά η, εάν τε ημέτερα· πάντων γαρ αίτιος των καλών ο Θεός, αλλά των μεν κατά προηγούμενον, ως της τε διαθήκης της Παλαιάς και της Νέας· τοις δε κατ’ επακολούθημα, ως της φιλοσοφίας· τάχα δε και προηγουμένως τοις Έλλησιν εδόθη τότε πριν ή τον Κύριον καλέσαι και τους Έλληνας· επαιδαγώγει γαρ και αυτό το Ελληνικόν, ως ο νόμος τους Εβραίους εις Χριστόν…

Εν Αθήναις τη 17 Ιουνίου 1896.Ο Πενταπόλεως ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ