Στη σημερινή εποχή, πολλοί αναρωτιούνται πώς μπορούμε να ξεφύγουμε από την κρίση που μας πνίγει. Οικονομικά μοντέλα και μνημόνια με μεσοπρόθεσμα είναι οι προτάσεις των προφεσόρων, που με ύφος προσπαθούν να μας πείσουν ότι η λύτρωση είναι κοντά. Η απάντηση ίσως να είναι πιο απλή.

Αν μελετήσουμε την ιστορία του έθνους μας, θα δούμε πως τέτοια φαινόμενα έχουν εμφανισθεί και στο παρελθόν. Πρώτο παράδειγμα είναι η αρχαία Σπάρτη. Η εισροή πλούτου στην πόλη της Σπάρτης, όπως και εκείνη που είχε προκαλέσει η νίκη του Λυσάνδρου σε βάρος της Αθήνας το 404 π.Χ. είχε – σύμφωνα με τον καθ. Ιστορίας Paul Cartledge (“The Spartans”) – ως αποτέλεσμα να υπονομευθούν οι ηθικές αξίες της Σπάρτης. Η τάση αυτή για πλουτισμό, εκφράσθηκε πρώτη φορά τόσο έντονα σε πρακτικό επίπεδο και ως αποτέλεσμα είχε να οδηγήσει στην παραβίαση της Λυκούργειας νομοθεσίας. Οι δε γυναίκες είχαν πλέον ροπή προς την πολυτέλεια και οι άνδρες επεδίωκαν να ικανοποιούν τις επιθυμίες τους. Αυτός ήταν ένας παράγων που οδήγησε τη Σπάρτη στην παρακμή της.

Για πρώτη φορά η πόλη της Σπάρτης εκείνη την εποχή βίωνε τις συνέπειες του ατομισμού. Οι δε πολίτες με πλήρη πολιτικά δικαιώματα (οι καλούμενοι “όμοιοι”) είχαν μειωθεί λόγω των κοινωνικών συνθηκών που οδηγούσαν αρκετούς πολίτες της Σπάρτης στην απώλεια των πολιτικών τους δικαιωμάτων. Μάλιστα, επί βασιλείας Αγησιλάου, ανακαλύφθηκε η συνομωσία του Κινάδωνα, στην οποία συμμετείχαν οι περίοικοι, οι είλωτες, οι νεοδαμώδεις και οι υπομείονες (πολίτες δεύτερης κατηγορίας), οι οποίοι ευθαρσώς δήλωναν πως ευχαρίστως θα έτρωγαν τους Σπαρτιάτες πολίτες ωμούς. Ο ατομισμός τόσο πολύ είχε διαβρώσει τη Σπαρτιατική κοινωνία, ώστε η επανάσταση των ειλώτων να αποκτά και κοινωνικοανατρεπτικό χαρακτήρα, εκτός από εθνικοαπελευθερωτικό.

Ο λαός αδιαφορούσε πλέον για το ίδιο του το μέλλον το οποίο διαγραφόταν ζοφερό. Όμως και στην Αθήνα του 4ου π.Χ. η κατάσταση ήταν άσχημη. Στην πόλη επικρατούσε η οχλοκρατία. Τα χρήματα του δημοσίου ταμείου είχαν μειωθεί. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αλλοίωση των κοινωνικών και πολιτικών ηθών. Ο λαός ήταν πλέον αδιάφορος για τα πολιτικά θέματα, για το κοινό συμφέρον και για την εκτέλεση του στρατιωτικού τους καθήκοντος. Οι νέοι ασχολούνταν με αυλήτριδες και με εταίρες. Οι ηλικιωμένοι ασχολούνταν με τα ζάρια. Η ακολασία του όχλου δεν ήταν δυνατό να ελεγχθεί από κάποιον άρχοντα και αν κάποιος τολμούσε να προβεί σε κάποια τέτοια ενέργεια τότε θα αντιμετώπιζε τους υπόλοιπους ηγέτες που ασκούσαν εξουσία και τον ίδιο τον όχλο μαζί.

Ένα παράδειγμα της κατάπτωσης είναι το ακόλουθο: το 322 π.Χ. ο Αθηναϊκός στόλος ηττήθηκε από τον Μακεδόνα Κλείτο στην Αμοργό. Ο δημαγωγός Στρατοκλής εισήλθε στην πόλη δαφνοστεφανωμένος σα νικητής. Βεβαίωσε τον όχλο για τη νίκη των Αθηναίων και με ψήφισμά του οι Αθηναίοι γιόρτασαν το γεγονός με κρεοφαγία. Όταν έφτασαν οι ειδήσεις για την ήττα του στόλου τη δεύτερη μέρα, το πλήθος ξεσηκώθηκε. Η απάντησή του ήταν η εξής : «κι’ έπειτα τι το κακό πάθατε που περάσατε ωραία για δύο ημέρες;». Αργότερα ο Στρατοκλής έγινε παντοδύναμος στην Αθήνα. Η αρχή της παρακμής για τη Βυζαντινή αυτοκρατορία συνετελέσθη με την άνοδο των αυτοκρατόρων στο θρόνο που διαδέχθηκαν τη δυναστεία των Μακεδόνων. Τα ταμεία της αυτοκρατορίας ήταν γεμάτα και εκείνοι τα ξόδευαν ασυστόλως. Το αποτέλεσμα ήταν να αδειάσουν σύντομα, το νόμισμα του Βυζαντίου που χρησιμοποιούνταν ως μέσω συναλλαγής σε όλες τις χώρες να υποτιμηθεί και σταδιακά αρκετοί καλλιεργητές να χάνουν τη γη τους λόγω χρεών.

Η επαρχία έβλεπε εχθρικά την πρωτεύουσα. Υπήρχαν περιστατικά κατά την εξάπλωση των Οθωμανών όπου οι άρχοντες πόλεων οικειοθελώς προσχώρησαν στους κατακτητές, διότι δεν άντεχαν άλλο την ανέχεια. Αν κοιτάξουμε σήμερα ποια είναι η κατάσταση, θα παρατηρήσουμε παρόμοια φαινόμενα. Ο ατομισμός κυριαρχεί. Ο κόσμος ενδιαφέρεται να εξασφαλίσει τη δυνατότητα για σίγουρο και ικανοποιητικό εισόδημα με κάθε τρόπο. Το κράτος επιβάλλει ληστρικές φορολογίες στους πολίτες και εκείνοι επιδιώκουν το κέρδος εις βάρος του δημοσίου, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις, που τις βιώνουμε σήμερα.

Αντί να υπάρχει μια αγαστή συνεργασία και η πολιτεία να συμπεριφέρεται στους πολίτες όπως ο πατέρας στα παιδιά του και οι πολίτες αντί να συμπεριφέρονται στο κράτος όπως τα παιδιά στους γονείς, παρατηρείται το αντίθετο φαινόμενο. Και οι δύο πλευρές ενδιαφέρονται να διασφαλίσουν τα δικαιώματά τους, για τις υποχρεώσεις τους όμως αδιαφορούν παντελώς. Όσο αυτό το κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ λαού και εξουσίας παραβιάζεται, τόσο η κρίση θα βαθαίνει και θα λαμβάνει και άλλες μορφές, μέχρι να επέλθει και η τυπική κατάλυση του πολιτεύματος και αφού ήδη έχει συντελεσθεί η οικονομική και πολιτική υποδούλωση της χώρας μας στα ξένα κέντρα αποφάσεων (Δ.Ν.Τ., Ε.Ε. κλπ.). Για να ξεπερασθεί αυτός ο σκόπελος πρέπει επιτέλους να φύγουμε από το «εγώ» και να πάμε στο «εμείς». Να τοποθετείται το γενικό συμφέρον πάνω από το ατομικό.

Γιατί όταν η κοινωνία ενδιαφέρεται για την πρόοδο του συνόλου, τότε παράγεται πολιτισμός και σημειώνεται πρόοδος σε κάθε επίπεδο. Ακόμα και όσοι αντιμετωπίζουν δυσκολίες, αυτές είναι βραχυπρόθεσμες, ενώ μακροπρόθεσμα όλοι ωφελούνται. Και όταν η πατρίδα προσφέρει υπηρεσίες στους πολίτες της, οι οποίες αναγνωρίζονται και αποδεικνύεται εμπράκτως ότι οι πολίτες αντιμετωπίζονται ως σεβαστές μονάδες, τότε και αυτοί με τη σειρά τους πρόθυμα θα υπομένουν κάποιες δυσκολίες όταν θα γνωρίζουν πως θα επωφεληθούν μακροπρόθεσμα.

Ένα άλλο αποτέλεσμα αυτής της τακτικής είναι ότι οι πολίτες από μόνοι τους θα επιδιώκουν να τοποθετούν στα κέντρα εξουσίας πολιτικούς και όχι κόλακες. Οι πολίτες θα είναι πολιτικοποιημένοι, θα ενδιαφέρονται για αντικειμενική ενημέρωση, θα έχουν λογική και κρίση, θα ασκούν τις πολιτικές τους υποχρεώσεις και πάνω απ’ όλα όταν θα διαπιστώνουν πως εξαπατήθηκαν από κάποιον πολιτικό ή ότι υπάρχουν φαινόμενα διαφθοράς, τότε θα απαιτούν την πολιτική και προσωπική του καταδίκη. Αυτό θα συντελέσει στο να ασχολούνται με την πολιτική άτομα περισσότερο ηθικά και εθνικόφρονες ενώ όσοι θα επιδιώκουν τον προσωπικό πλουτισμό και την αυτοπροβολή, θα εξαφανίζονται.

Όσο αδιαφορούμε για αυτό το θέμα, τόσο η κρίση θα βαθαίνει και θα γίνεται πολυδιάστατη. Και η όποια αναλαμπή φανεί, θα είναι εφήμερη.

Πιτσάκης Γεώργιος