Η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, η μοναδική στην παγκόσμια ναυτική ιστορία γυναίκα-ναύαρχος, γεννήθηκε στη φυλακή, έζησε μέσα στη θάλασσα, πολέμησε στη στεριά και πέθανε εκτός μάχης στην αυλή του σπιτιού της από αδέσποτο βόλι. Ένα τοπικό τραγούδι, που έχει γραφτεί αποκλειστικά γι’ αυτήν αναφέρει: “θαλασσογένητη, γυναίκα ανδρεία και καπετάνισσα αληθινή, δίνεις ολόχαρα δικά σου πλοία και μένεις πάντοτε, συ, ταπεινή”.

Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1776, μέσα στη φυλακή όπου η μητέρα της είχε πάει να επισκεφθεί τον πατέρα της. Ήταν φυλακισμένος επειδή συμμετείχε στα “Ορλωφικά”, τον ξεσηκωμό κατά των Τούρκων, και λίγο μετά τη γέννηση της Λασκαρίνας πέθανε. Τα αδέλφια του έδιωξαν μάνα και κόρη από το σπίτι τους στην Ύδρα, κι έτσι εκείνες κατέφυγαν στις Σπέτσες όπου πέρασαν δύσκολες μέρες. Αργότερα η μητέρα της παντρεύτηκε το Σπετσιώτη πρόκριτο Δημήτριο Λαζάρ Ορλώφ.

Η Λασκαρίνα μεγάλωσε στις Σπέτσες και παντρεύτηκε στα 17 της τον πλοίαρχο Δημήτρη Γιάννουζα με τον οποίο απέκτησε τρία παιδιά. Όταν αργότερα εκείνος σκοτώθηκε σε ναυμαχία με μπαρμπερίνους πειρατές, η Λασκαρίνα ξαναπαντρεύτηκε στα 30 της τον πλοιοκτήτη Δημήτρη Μπούμπουλη, με τον οποίο απέκτησε άλλα τέσσερα παιδιά. Όταν και ο Μπούμπουλης σκοτώθηκε σε συμπλοκή με πειρατικά πλοία, η Πύλη θέλησε να κατάσχει την περιουσία του, επειδή αυτός κατά το Ρωσοτουρκικό πόλεμο είχε βοηθήσει τους Ρώσους. Τότε η Λασκαρίνα πήγε με το πλοίο της στην Κωνσταντινούπολη, και ζήτησε την προστασία του Ρώσου πρεσβευτή αλλά και της Βαλιδέ σουλτάνας. Εκεί μυήθηκε από τους Φιλικούς στην υπόθεση της απελευθέρωσης της Ελλάδας.

 

Όταν γύρισε στις Σπέτσες ναυπήγησε ένα μεγάλο πολεμικό πλοίο, τον Αγαμέμνονα – το πρώτο ελληνικό πολεμικό πλοίο της εποχής – και άλλα τρία μικρότερα. Οι Σπέτσες κήρυξαν επανάσταση κι η μεγάλη αυτή στιγμή βρήκε την Μπουμπουλίνα πενήντα χρονών. Η Λασκαρίνα η “καπετάνισσα”, όπως τη λέγαν, μπήκε στον “Αγαμέμνονα”, αληθινή κυβερνήτρια, ενώ οι δυο γιοι της κυβερνούσαν τ’ άλλα δύο μικρότερα πολεμικά. Επλευσε στον Αργολικό κόλπο κι άρχισε το θαλάσσιο αποκλεισμό του Ναυπλίου. Αργότερα πήγε έφιππη, ζωσμένη με πιστόλια και σπαθί, στο Άργος, μαζί με τον Μπόταση, όπου έπεισε τους οπλαρχηγούς να ξαναπολιορκήσουν το Ναύπλιο. Εκανε απόβαση στους Μύλους, ενίσχυσε με τροφές και πολεμοφόδια τους πολεμιστές του Αργους όπου την υποδέχτηκαν θριαμβευτικά – εκεί όμως σκοτώθηκε ο γιος της Γιάνουζας, από τον πρώτο της άντρα. Πολέμησε στον αποκλεισμό της Μονεμβασίας, καθώς και στην πολιορκία της Τρίπολης και του Ναυπλίου, ως επικεφαλής μάχιμης σχεδόν στρατιωτικής ομάδας που συγκρότησε η ίδια. Μπήκε μαζί με τους πρώτους οπλαρχηγούς στην Τρίπολη καβάλα στο άσπρο άλογό της και μάλιστα φρόντισε προσωπικά για την ασφαλή μεταφορά των οικογενειών των Τούρκων στην Κωνσταντινούπολη – ως ανταπόδωση χάρης στην Βαλιδέ.

 

Έμεινε στο Ναύπλιο ως το 1825. Εκείνη την εποχή ο Κολοκοτρώνης, με τον οποίο είχε στενή φιλία και συνεργασία, έπεσε σε δυσμένεια και φυλακίστηκε, ενώ ο γιος του Πάνος, που είχε παντρευτεί την κόρη της Μπουμπουλίνας, Ελένη, δολοφονήθηκε. Τότε η Μπουμπουλίνα, έχοντας δώσει την τεράστια περιουσία της για τον αγώνα, γύρισε πάμφτωχη στις Σπέτσες με τη χήρα κόρη της.

Στις 22/5/1825 σκοτώθηκε από σφαίρα συγγενούς της, σε μια οικογενειακή διαμάχη μεταξύ του γιού της Γεωργίου Γιάννουζα και του ετεροθαλή αδελφού της ο οποίος, καθώς λέγεται, την εχθρευόταν. 

Ο γιος της Ιωάννης Γιάννουλας σκοτώθηκε κατά την επιδρομή του Κεχαγιάμπεη. Επί γενεές απόγονοι της Μπουμπουλίνας υπηρέτησαν πιστά την πατρίδα μέσα από τις τάξεις του Πολεμικού ναυτικού. Έντεκα κατευθείαν απόγονοί της υπήρξαν ανώτεροι αξιωματικοί. Δύο από αυτούς αποστρατεύθηκαν με το βαθμό του υποναυάρχου και άλλοι δύο με το βαθμό του ναυάρχου. Τρεις από αυτούς ασχολήθηκαν αργότερα με την πολιτική και υπηρέτησαν ως βουλευτές και υπουργοί. Υπήρξε εποχή στις αρχές του 1900, που υπηρετούσαν Μπουμπουλαίοι αξιωματικοί στο Πολεμικό Ναυτικό.

 

Τα τελευταία χρόνια το σπίτι της έχει ανακαινιστεί από απόγονό της. Εκεί ο επισκέπτης μπορεί να δει πολλά προσωπικά της αντικείμενα, τα όπλα της, πορτραίτα της και διακρίσεις που της είχαν απονείμει κυρίως ξένες κυβερνήσεις. 

Ο Φιλήμων, γράφοντας γι’ αυτήν, δήλωσε: “ενώπιον αυτής ο άναδρος ησχύνετο και ο ανδρείος υπεχώρει”.

ΠΗΓΗ