Tην 28η Οκτωβρίου 1940, η Ελλάδα μπήκε στον Πόλεμο παρά το πλευρό των συμμάχων. Ο κυπριακός λαός διακήρυξε την προθυμία του να συμμετάσχει στον κοινό αγώνα για την προάσπιση της ελευθερίας του κόσμου. Οι Άγγλοι υποδέχθηκαν με ευχαρίστηση τη στάση αυτή των Κυπρίων.

Το βρετανικό ραδιόφωνο και οι Βρετανοί επίσημοι δεν έπαυαν να πλέκουν το εγκώμιο της Ελλάδας και των Ελλήνων της Κύπρου. Οι κατοχικές αρχές είχαν αναρτήσει τεράστιες πινακίδες έξω από τα αγγλικά στρατολογικά γραφεία του νησιού, που καλούσαν τους Κυπρίους «να πολεμήσουν διά την Ελλάδαν και την Ελευθερίαν» και έλεγαν χαρακτηριστικά: «πολεμώντας για την ελευθερία των λαών, πολεμάτε για την δική σας ελευθερία». Περισσότεροι από τριάντα χιλιάδες Έλληνες Κύπριοι κατατάχθηκαν στο στρατό και πολέμησαν σε όλα σχεδόν τα μέτωπα.

Από την έναρξη του Β’ Παγκόσμιου πολέμου ιδρύεται στην Κύπρο το «Κυπριακό Σύνταγμα Στρατού». Το «Κυπριακό Σύνταγμα» αποτελείτο από λόχους, μονάδες μηχανοκίνητης μεταφοράς, μονάδων κινητών πλυντηρίων και Τεχνικών Μηχανικών και λίγο αργότερα εντάχθηκε και ένα τάγμα Πεζικού.

Η εφημερίδα των Αθηνών «Εστία» γράφει στις 29 του Νοέμβριου το 40: «είναι τόσος ο ενθουσιασμός του Κυπριακού λαού ώστε και ο ψυχρότερος να μην μπορεί να μένει ασυγκίνητος. Εθελονταί κατά εκατοντάδας παρουσιάζονται στο Ελληνικόν Προξενείον, πλούσιοι, πτωχοί, άνθρωποι κάθε τάξεως, άνδρες και γυναίκες προσφέρουν ότι έχουν, ότι ημπορούν δια τον Ελληνικόν Αγώνα».

Ανταποκριτής του Ρόιτερ περιγράφει το κλίμα που επικρατούσε: «Εις ολόκληρον την Κύπρον επικρατεί αφάνταστος ενθουσιασμός, αφ’ ης στιγμής που ελήφθη η είδησις ότι η Ελλάς απεφάσισε να αμυνθή δια των όπλων εις την ιταλικήν επίθεσιν. Εις ολόκληρον την νήσον υψώθησαν ελληνικαι σημαίαι. Μέγα πλήθος συγκεντρώθη προ του ελληνικού προξενείου της Λευκωσίας και έψαλλε ελληνικούς ύμνους… Εις το Προξενείον της Λευκωσίας κατά πυκνά μάζας προσέρχονται ευσταλείς Κύπριοι, ζητούντες να αποσταλούν εις την Ελλάδα όπως υπηρετήσουν εις τας τάξεις του Ελληνικού Στρατού».

Το βροντερό ΟΧΙ του Ελληνικού  λαού  μέσω του Ιωάννη Μεταξά ενάντια στον Μουσολίνι, απηχούσε τα αισθήματα ολόκληρου του Ελληνισμού, καθώς και οι νικηφόρες μάχες του Ελληνικού Στρατού που ακολούθησαν, πήραν τη μορφή εθνικού ψυχικού συναγερμού στην Κύπρο. Η συμπαράσταση προς τη μαχόμενη πατρίδα κατά το Βορειοηπειρωτικό Έπος του 1940 υπήρξε ποικιλόμορφη.

Έγιναν ατέλειωτοι έρανοι. Στις κουβέρτες που απλώνονταν στις εκκλησιές έπεφταν τα πρώτα γρόσια και οι πρώτες χρυσές λίρες, ανάλογα με την οικονομική δυνατότητα του καθενός. Βγήκαν από τα χέρια τα δακτυλίδια, οι χρυσές βέρες, τα βραχιόλια και τα ρολόγια. Βγήκαν, επίσης, οι χρυσοί σταυροί, τα σκουλαρίκια και τα άλλα κοσμήματα. Φτωχοί αγρότες πούλησαν το βιός τους για την πατρίδα, έγιναν παρελάσεις, σημαιοστολισμοί, δοξολογίες, γιορτές, με αποκορύφωμα την έκκληση της Εκκλησίας για εγγραφή εθελοντών να υπηρετήσουν στον Ελληνικό Στρατό.

Ο ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών, στις 15 του Γεννάρη το 41, μετέδωσε: «Πληροφορούμεθα εκ Κύπρου ότι το ποσόν των εράνων υπέρ του Εθνικού Αγώνος ανήλθε εις 70 χιλιάδες λιρών ήτοι 40 εκατομμύρια δραχμές περίπου. Συντάγματα ολόκληρα εθελοντών αναμένουν πλοία δια να αναχωρήσουν, όπως πολεμήσουν εις το Αλβανικόν Μέτωπον».

Οι Κύπριοι φοιτητές που κατατάχτηκαν τότε ως εθελοντές στον Ελληνικό Στρατό απευθείας, υπηρετούσαν στο Σύνταγμα Ευζώνων. Οι μισοί Κύπριοι ήταν στον 3ο λόχο και οι άλλοι μισοί στον 11ο. Εκείνη την περίοδο βρίσκονταν στο Τεπελένι και από τις 9 μέχρι τις 29 Μαρτίου διεξάγονταν πολύ σκληρές μάχες με τους Ιταλούς. Ήταν η περίοδος που έγινε η επίθεση του Μουσολίνι της οποίας ηγείτο ο ίδιος. Ο Μουσολίνι, για θέμα γοήτρου, παρέταξε απέναντι μας ισχυρότατες δυνάμεις και εκεί διεξήχθησαν σκληρές μάχες, που θα πρέπει να ήταν οι σκληρότερες καθ’ όλη τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου. Υπήρξαν πολλές απώλειες από την Ελληνική πλευρά αλλά τελικά νικήσαμε και ο Μουσολίνι έφυγε ντροπιασμένος. Μεταξύ των πεσόντων ήταν και δύο Κύπριοι, ο Βαρνάβας Σιερίφης και ο Λουκής Λιασίδης.

Στους φάκελους του Φόρεϊν Όφις αναφέρονται μεταξύ άλλων για τον αγώνα των Κυπρίων: «χωρίς την ακούραστη βοήθεια, σκληρή δουλειά και την αφοσίωση των Κυπρίων ημιονοδηγών, πολλές από τις επιχειρήσεις που κατέληξαν σε επιτυχίες κατά της Ιταλίας ή θα έπαιρναν πολύ περισσότερο χρόνο ή πιθανόν να μην επιχειρούνταν καθόλου».

Οι Κύπριοι αγωνιστές που πολέμησαν σε περισσότερες από 23 χώρες με τόλμη και σθένος τιμήθηκαν από παντού. Μελέτες πλέον δείχνουν πως η «μικρή» κατα τα άλλα Κύπρος, είχε μια «Τεράστια» συμμετοχή και την μεγαλύτερη κατα αναλογια πλυθησμού από όλες τις αλλαες χώρες του κόσμου. Γύρω στους 600 Κύπριους που έπεσαν νεκροί στα πεδία των μαχών βρίσκονται θαμμένοι σε 56 στρατιωτικά κοιμητήρια 17 χωρών στην Μέση Ανατολή, στην Αφρική, στην Ελλάδα και την Ευρώπη γενικότερα. Επίσης, 2.500 Κύπριοι αιχμαλωτίστηκαν, οι περισσότεροι στην Ελλάδα, και κρατήθηκαν σε διάφορα στρατόπεδα συγκέντρωσης: έξι στη Γερμανία κι ανά ένα σε Βέλγιο, Τσεχοσλοβακία, Γιουγκοσλαβία και Ιταλία. Από τους αιχμαλώτους, ορισμένοι πέθαναν από στερήσεις, κακουχίες και σκληρές συνθήκες εργασίας, ενώ άλλοι εκτελέστηκαν.

ΖΗΤΩ ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940!

ΖΗΤΩ Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ!

ΠΗΓΗ: ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ