«Οι στρατιωτικές δυνάμεις του Ελληνικού Συνασπισμού»

Ο Ελληνικός Συνασπισμός αποφασίζει να αμυνθεί στην περιοχή των Στενών των Θερμοπυλών, καθώς αποτελούσε το μοναδικό πέρασμα που συνέδεε την νότια με την κεντρική Ελλάδα, ενώ ο Ξέρξης ήταν προφανές ότι θα περνούσε αναγκαστικά από εκεί προς την καθοδική πορεία του στον νότο. Η τοποθεσία, ωστόσο, ήταν ιδανική, καθώς κρίθηκε ως η καλύτερη επιλογή αντίστασης για έναν μικρό αριθμητικά στρατό όπως ο ελληνικός, ο οποίος είχε την δυνατότητα να εκμεταλλευτεί σωστά την μορφολογία του εδάφους. Το στενό αυτό πέρασμα, του οποίου το πλάτος ήταν μισό πλέθρο, δηλαδή 15,41 μέτρα περίπου, τόσο δηλαδή που μπορούσε να διέλθει μια άμαξα, ήταν το σημείο στο οποίο δόθηκε η μεγαλύτερη μάχη – σύμβολο όλων των εποχών.

Το ελληνικό στράτευμα που παρατάχθηκε εκεί απαριθμούσε περίπου 7.000 άνδρες, πολύ λιγότερους δηλαδή από όσους μπορούσαν να στείλουν πραγματικά οι ελληνικές πόλεις, αλλά και πολύ πιο λίγους από τους άνδρες  της περσικής δύναμης. Ενδεικτικό αυτού είναι ότι οι Σπαρτιάτες που συμμετείχαν εκεί ήταν τριακόσιοι, σε σύνολο οχτώ χιλιάδων Ομοίων. Αυτοί αποτελούσαν και την πραγματικά επίλεκτη δύναμη, την αιχμή του δόρατος των ελληνικών δυνάμεων. Επρόκειτο για τριακόσιους εκλεκτούς και βαριά οπλισμένους άνδρες, τους οποίους ο Λεωνίδας είχε επιλέξει με αυστηρά κριτήρια την ανδρεία τους, την δυνατότητα να μπορούν να εκστρατεύσουν παντού και να έχουναρσενικούς απογόνους. Ακόμα, ιστορικές πηγές πιθανολογούν ότι τους ακολουθούσαν είλωτες, οι οποίοι θα πολεμούσαν ως ψιλοί, καθώς και κάποιοι περίοικοι.

Επιπλέον, στην στρατιωτική αυτή δύναμη προστέθηκαν 1.000 Τεγεάτες και Μαντινείς, 1.000 Αρκάδες, 700 Θεσπιείς, 400 Κορίνθιοι, 400 Θηβαίοι, 200 Φλειούντιοι, 120 Ορχομένιοι και 80 Μυκηναίοι, ενώ οι Οπούντιοι Λοκροί έφτασαν πανστρατιά. Ωστόσο, η δύναμη των χιλίων Φωκέων που έσπευσαν ως ενίσχυση, ορίστηκαν να φυλάσσουν ένα στενό ορεινό πέρασμα, την Ανοπαία Ατραπό, που οδηγούσε πίσω από το σημείο που είχαν στρατοπεδεύσει οι ελληνικές δυνάμεις, για να αποφευχθεί η υπερφαλάγγιση τους. Επίσης, κάθε πόλη διέθετε τον δικό της διοικητή, αλλά το γενικό πρόσταγμα το είχε ο Λεωνίδας. Άπαντες στρατοπέδευσαν πίσω από το αρχαίο τείχος των Φωκέων στα Στενά των Θερμοπυλών, το οποίο και επισκεύασαν.

Όπως φαίνεται, εκτός από τους Οπούντιους Λοκρούς, καμιά άλλη ελληνική πόλη δεν έστειλε ολόκληρη την στρατιωτική της δύναμη, καθώς οι περισσότερες αρκέστηκαν στην αποστολή μιας προφυλακής λίγων ανδρών. Και αυτό λόγω του ότι έλαβαν υπόψη τους την στενότητα του χώρου, αλλά και την φύλαξη της Ανοπαίας Ατραπού και τις δυνατότητες της οπλιτικής φάλαγγας. Έτσι, ίσως μπορούσαν να φυλάξουν τα Στενά αποτελεσματικότερα και να αποκρούσουν τις πρώτες επιθέσεις των Περσών, μέχρι να συγκεντρωθεί ο υπόλοιπος στρατός των Ελλήνων.

Οι Πέρσες έφτασαν στην Φθιώτιδα, διασχίζοντας την Θεσσαλία που είχε μηδίσει, ενώ ο πολυπληθής στρατός τους στρατοπέδευσε μεταξύ των ποταμών Μέλανα και Ασωπού, στην πεδιάδα της Τραχίνας, την οποία περικλείουν αδιάβατα βουνά. Μεταξύ του περσικού και του ελληνικού στρατοπέδου παρεμβαλλόταν η αρχαία Ανθήλη, όπου πραγματοποιούντο οι συγκεντρώσεις της Δελφικής Αμφικτυονίας κατά τους χειμερινούς μήνες. Πίσω από το στρατόπεδο των Ελλήνων βρίσκονταν οι Αλπηνοί, όπου εγκαταστάθηκε ο σταθμός ανεφοδιασμού των ελληνικών δυνάμεων.

Μόνο όταν ο περσικός στρατός στρατοπέδευσε μπροστά από τις Θερμοπύλες φάνηκε η τεράστια αριθμητική υπεροχή του εχθρού, γεγονός που δεν άφηνε πολλά περιθώρια για μια νικηφόρα έκβαση της μάχης. Ωστόσο, ο Ξέρξης δεν επιτέθηκε αμέσως, διατάσσοντας τα στρατεύματα του να παραμείνουν ακίνητα για τέσσερις ημέρες, θεωρώντας ότι οι Έλληνες μπροστά στην θέα του υπεράριθμου στρατού του θα εκφοβίζονταν και θα οπισθοχωρούσαν, αφήνοντας ελεύθερα τα Στενά.