Η Αμφίπολη, ήταν μια περιοχή χτισμένη δίπλα στον ποταμό Στρυμόνα, παλιά αθηναϊκή αποικία, σε σημείο με μεγάλη στρατηγική σημασία για την Αθήνα, αφού επρόκειτο για μια πόλη οχυρή, που διέθετε ισχυρό τείχος και από τις δύο πλευρές του περικλείοντος αυτήν Στρυμόνα.

Κατά τη διάρκεια του 424 π.Χ., ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας, ένας άνδρας γενναίος και οξυδερκής, κατέλαβε μία σειρά από πόλεις της Χαλκιδικής και της Θράκης. Η σημαντικότερη όμως επιτυχία, ήταν εκείνη της κατάληψης της Αμφίπολης. Τα πλούσια ορυχεία της περιοχής, ο χρυσός και ο φόρος υποτέλειας, περνούσαν πια στα χέρια των Λακεδαιμονίων, δημιουργώντας ισχυρό πλήγμα στην Αθήνα.

Η Αθήνα από τη πλευρά της, πέρασε από δίκη τους στρατηγούς που θεώρησε υπαίτιους (ανάμεσά τους και τον ίδιο τον Θουκυδίδη), και συνθηκολόγησε ειρήνη διάρκειας ενός έτους με τη Σπάρτη, η οποία επιθυμούσε να πάρει πίσω τους επιφανείς οπλίτες της που είχαν αιχμαλωτιστεί στη Σφακτηρία πριν από τρία χρόνια και ζούσαν δέσμιοι στην Αθήνα.

Γρήγορα όμως, οι δύο αντίπαλοι άρχισαν ξανά τις εχθροπραξίες και η Αθήνα πίεζε να αποδοθούν πίσω τα κατακτηθέντα εδάφη.

Το φθινόπωρο του 422 π.Χ., ο Κλέων, δημαγωγός της Αθήνας, εκλέγεται ως στρατηγός και εκστρατεύει στη Χαλκιδική και στην Αμφίπολη, έχοντας μαζί του 30 πλοία με 1.200 Αθηναίους οπλίτες και 300 ιππείς.

Κατέλαβε την Τορώνη και τη Γαληψό και στρατοπεδεύει στο λιμάνι της Ηϊόνας, περιμένοντας ενισχύσεις. Ο Βρασίδας από την άλλη μεριά, μόλις πληροφορήθηκε τις κινήσεις του Κλέωνα, χωρίς καθυστέρηση, φτάνει στη περιοχή και στρατοπεδεύει στο Κερδύλιο όρος όπου βρισκόταν πάνω από τη πόλη και έδινε στον Βρασίδα τη δυνατότητα να κατοπτεύει ολόκληρη τη περιοχή.

Ο Κλέων, ανεβαίνει στην Αμφίπολη και στρατοπεδεύει σε έναν χαμηλό λόφο, μπροστά στα τείχη της πόλης. Ο Βρασίδας, συγκεντρώνει τον στρατό του (2.000 οπλίτες και 300 ιππείς), συν 1.500 Θράκες μισθοφόρους, 1.000 Μυρκίνιους και Χαλκιδείς και πολλούς Ηδώνες ιππείς. Ο Κλέων, αποφασίζει να υποχωρήσει νότια προς την Ηϊόνα, αλλά τελικά αλλάζει τη παράταξη μάχης σε φάλαγγα πορείας. Από τη βιασύνη του όμως, αποκαλύπτεται η αφύλακτη δεξιά πλευρά της φάλαγγας στον εχθρό. Ο Βρασίδας λοιπόν, επιλέγει τους 150 καλύτερους οπλίτες και διατάζει να ανοίξουν οι πύλες της πόλης, αιφνιδιαστικά. Οι Σπαρτιάτες ξεχύνονται προς τη φάλαγγα των Αθηναίων. Οι Αθηναίοι, που δε προλάβαιναν να καλύψουν την αφύλακτη δεξιά πλευρά τους, άρχισαν να σαρώνονται χωρίς δυσκολία από τους επελαύνοντες Σπαρτιάτες και τρέπονται σε φυγή.

Ο Κλέων, βλέποντας ότι οι Αθηναίοι είναι περικυκλωμένοι από παντού, τρέπεται σε φυγή για να σωθεί, όταν ένας Μυρκίνιος τον προλαβαίνει και τον εκτελεί.

Οι Αθηναίοι όμως αντίθετα, δε το βάζουν στα πόδια παρά υποχωρούν σε παρακείμενο λόφο και ανθίστανται με γενναιότητα. Κάμπτονται όμως, όταν δέχονται επίθεση από το συμμαχικό ιππικό, ενώ στο υπόλοιπο μέτωπο πέφτουν μαζικά.

Ο Βρασίδας, τραυματίζεται βαριά, όταν ένας στρατιώτης της αθηναϊκής παράταξης τον πλησιάζει και του μπήγει το δόρυ στο σώμα. Τραβάει το δόρυ και χτυπάει τον αντίπαλό του σκοτώνοντας τον. Λίγο πριν ξεψυχήσει ο Βρασίδας, του αναγγέλλουν με χαρά ότι οι Σπαρτιάτες νίκησαν.

Οι Αθηναίοι έχασαν περίπου 600 άνδρες, ενώ οι Σπαρτιάτες μόλις εφτά (μαζί με τον Βρασίδα).

Οι Αμφιπολίτες, έθαψαν τον Βρασίδα με μεγάλες τιμές μπροστά στην αγορά της πόλης, τιμώντας τον κατά αυτό τον τρόπο για την ανεξαρτησία που τους χάρισε από τους Αθηναίους. Κάθε χρόνο από τότε, καθιέρωσαν αγώνες και θυσίες όπως άρμοζαν σε ημίθεους και ήρωες προς τιμή του, ενώ τον ανακηρύξαν οικιστή της πόλης.

Η λήξη της μάχης με τους δύο αρχηγούς νεκρούς, έδωσε την ευκαιρία στους Αθηναίους να πλησιάσουν ξανά τους Σπαρτιάτες και ύστερα από διπλωματικές συζητήσεις να καταλήξουν στην <<Ειρήνη Του Νικία>>, ένα χρόνο αργότερα. Η Αμφίπολη επιστράφηκε στους Αθηναίους, αναγνωρίζοντας όμως την ανεξαρτησία της και την αυτονομία της.