Ο σπουδαίος ψυχολόγος και εθνολόγος Γουσταύος Λε Μπον, ερμηνεύοντας τον αντίκτυπο των δριμύτατων κοινωνικοπολιτικών μεταβολών στη Γαλλία του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα και εκφράζοντας τις έντονες ανησυχίες του για την παρακμή της Γαλλικής κοινωνίας και γενικότερα των κοινωνιών ανά τον κόσμο, θεμελιώνει την θεωρία του σχετικά με την επίδραση της μάζας στην ψυχολογία του ατόμου, θέτοντας με αυτό τον τρόπο τις βάσεις για την επιστήμη της Κοινωνικής Ψυχολογίας.

Κατά την άποψη του η μάζα δεν αποτελείται απλά από το σύνολο των επί μέρους ατόμων, κάθε ένα από τα οποία διατηρεί την οντότητα του. Αντιθέτως, υποστήριζε ότι η μάζα αποτελείται από άτομα που συγχωνεύονται σε μια ενιαία οντότητα σκέψης και συναισθήματος. Επίσης, συμπλήρωνε ότι αν το άτομο χαρακτηρίζεται από την κριτική ικανότητα, την συνείδηση και την λογική, αν δύναται να σκεφτεί και να αξιολογήσει τις καταστάσεις και την θέση του μέσα σε αυτές, στην μάζα όλα τα άτομα εξισώνονται προς τα κάτω.

Είναι γεγονός ότι οι ιδέες του Λε Μπον περί της ψυχολογίας των μαζών αποτέλεσαν έμπνευση και άσκησαν σημαντική επιρροή στις ιδεολογικές θεωρίες που εμφανίστηκαν μέσα στην δεκαετία του 1920. Ωστόσο, ακόμη και η εποχή μας χαρακτηρίζεται από τον ίδιο ως «εποχή των μαζών», καθώς η ανάδυση των μαζών στην πολιτική ζωή και η μεταλλαγή τους σε ηγετικές τάξεις αποτελεί μια πραγματικότητα. Η δύναμη τους είναι τεράστια από το νεκρό βάρος που εκπροσωπούν, και αυτό όχι εξαιτίας των ικανοτήτων τους, καθώς δεν μπορούν να σκεφτούν λογικά, με αποτέλεσμα να είναι δεκτικές ανά πάσα στιγμή στην χαλιναγώγηση.

Πιο συγκεκριμένα, υποστήριζε ότι οι πολιτισμοί μέχρι και σήμερα δημιουργήθηκαν και διευθύνθηκαν από μια μικρή πνευματική αριστοκρατία, ποτέ από τις μάζες, καθώς αυτές ποτέ δεν συλλογίζονται, αντίθετα δέχονται ή απορρίπτουν τις ιδέες χονδρικά. Δεν δέχονται ούτε συζήτηση, ούτε αντιλογία, ενώ οι υπερβολές που δρουν πάνω τους κατακλύζουν εντελώς το πεδίο της νόησης τους και τείνουν επίσης να μεταμορφωθούν σε πράξεις. Κατά αυτό τον τρόπο, παρατηρούσε ότι οι μάζες που υποβάλλονται με τον κατάλληλο τρόπο είναι έτοιμες να θυσιαστούν για τα ιδανικό που τους έχουν υποβάλλει.

Αναφερόμενος ο μεγάλος Γάλλος ερευνητής στην υπερβολή και την απλότητα των συναισθημάτων των όχλων, υποστήριζε ότι τα συναισθήματα, καλά ή άσχημα, που εκδηλώνει ο όχλος παρουσιάζουν έναν διπλό χαρακτήρα, καθώς είναι πολύ απλά και υπερβολικά ταυτόχρονα. Στο σημείο αυτό, όπως και σε πλήθος άλλων περιπτώσεων όπως έλεγε, το άτομο του όχλου ομοιάζει με τους πρωτόγονους, καθώς αδυνατώντας να συλλάβει τις επιμέρους αποχρώσεις, βλέπει τα πράγματα συνολικά και δεν γνωρίζει μεταβατικές καταστάσεις. Έτσι, στον όχλο η υπερβολή ενός συναισθήματος εντείνεται από το γεγονός πως διαδιδόμενο ταχύτατα με την υποβολή και την μετάδοση αυξάνει την δύναμη του σημαντικά, μέσω της επιδοκιμασίας που συναντάει.

Επίσης, όπως παρατηρεί ο Λε Μπον, η απλότητα και η υπερβολή των συναισθημάτων των όχλων τους προφυλάσσουν από την αμφιβολία και την αβεβαιότητα, ενώ η παραμικρή υποψία που εκφράζεται μεταμορφώνεται απευθείας σε ασυζήτητη βεβαιότητα. Έτσι, μια αρχή αντιπάθειας ή αποδοκιμασίας, που στο μεμονωμένο άτομο μόλις και θα υπογραμμιζόταν, στο άτομο του όχλου γίνεται κατευθείαν άγριο μίσος.

Ακόμη, από τις ερευνητικές και ψυχολογικές μελέτες στις οποίες προέβει, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η βιαιότητα των συναισθημάτων των όχλων γίνεται υπερβολική, στους ετερογενείς προπαντός όχλους, εξαιτίας της απουσίας της ευθύνης. Η βεβαιότητα του ατιμώρητου, η οποία είναι εντονότερη όσο ο όχλος είναι πολυπληθέστερος, αλλά και η αντίληψη για μια σημαντική στιγμιαία ισχύ οφειλόμενη στον αριθμό, καθιστούν δυνατά συναισθήματα στην ομάδα και πράξεις αδύνατες για το μεμονωμένο άτομο. Έτσι, στους όχλους διάφορες μετριότητες λυτρώνονται από το συναίσθημα της μηδαμινότητας και της αδυναμίας τους, το οποία αντικαθίσταται από την αντίληψη μιας κτηνώδους, εφήμερης, αλλά τεράστιας όμως δύναμης.

Ωστόσο, έχει διαπιστωθεί, δυστυχώς, ότι η υπερβολή στους όχλους εκδηλώνεται συχνά στα κακά ένστικτα, υπολείμματα των ενστίκτων του πρωτόγονου, που ο φόβος της τιμωρίας υποχρεώνει το μεμονωμένο άτομο, αναλογιζόμενο την ευθύνη του, να τα περιστέλλει. Με αυτόν τον τρόπο εξηγείται και η ευκολία των όχλων να φτάνουν ως τις χειρότερες υπερβολές.

Aντεπίθεση