Εδιάβασα εχθές, για την επέτειο της λειτουργίας του στρατοπέδου εθνικής αναμορφώσεως της Μακρονήσου, που έγινε την 12η Μαΐου του 1947 και διάφορα δακρύβρεκτα ψεύδη, όπως το παρακάτω:

«Η καθημερινή ζωή των κρατουμένων ήταν αυστηρά στρατιωτική, με βάρβαρη πειθαρχεία. Δηλαδή προσκλητήρια, αναφορές, καψόνια, εγκλεισμός στα πειθαρχεία, ώρες στον ήλιο ή στη βροχή και το κρύο, βασανιστήρια, ξυλοδαρμοί και τέλος, απροσχημάτιστες δολοφονίες. Το συσσίτιο ήταν άθλιο, το νερό ελάχιστο ή και σπάνιο, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ουσιαστικά ανύπαρκτη».

Ατυχώς, ο γράφων αυτά τα φοβερά και τρομερά, παραθέτει και μια αναμνηστική φωτογραφία των κρατουμένων της Μακρονήσου (είχαν και φωτογραφικές μηχανές την εποχή εκείνη κι έβγαζαν και φωτογραφίες, οι… βασανιζόμενοι!), που ομοιάζουν περισσότερο με… τουρίστες, παρά για κρατουμένους, που βασανίζονται και κακοπερνούν…

Γιατί, όμως, το κράτος έστελνε τους κομμουνιστάς στην Μακρόνησο και στις υπόλοιπες εξορίες; Μήπως για τις… ιδέες τους; Ασφαλώς, όχι! Κατά κύριο λόγο, γιατί ως μέλη του ΚΚΕ, αποδέχοντο την προδοτική θέση  στο θέμα της αυτονομήσεως της Μακεδονίας και της Θράκης (βάσει του Γ΄ Ψηφίσματος, που θεσπίστηκε από την βουλή στις 8 Ιουνίου του 1946).

Όμως, πολιτικοί εξόριστοι πρωτοπήγαν στην Μακρόνησο τον Ιούλιο του 1948. Στην αρχή της λειτουργίας της, πήγαιναν μόνον οι αριστερίζοντες στρατιώτες, για να υπηρετήσουν εκεί την θητεία τους, μακριά από τα πολεμικά μέτωπα, υπό τον φόβο αυτομολήσεως στους κομμουνιστοσυμμορίτες.   

Βεβαίως, οι εξορίες για τους κομμουνιστάς δεν άρχισαν το 1947, αλλά επί πρωθυπουργίας του Α. Παπαναστασίου, με το Νομοθετικό Διάταγμα της 19/21-04-1924 «Περί συστάσεως εν εκάστω νομώ επιτροπών Ασφαλείας». Ο νόμος αυτός τροποποιήθηκε με Ν.Δ. της εθνικής κυβερνήσεως Θ. Παγκάλου (1926), το οποίον προέβλεπε εκτοπίσεις «παντός ατόμου υπόπτου δια πράξεων αντικειμένων εις την δημόσιαν τάξιν, ησυχίαν και ασφάλεια της χώρας, καθώς και παντός ατόμου υπόπτου διαδόσεως ιδεών αντικειμένων εις τα κυριαρχικά του Κράτους δικαιώματα». Ωστόσο, η πρώτη συγκροτημένη νομοθετική προσπάθεια για την δίωξη της κομμουνιστικής προδοσίας, έγινε από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, με τον ιδιώνυμο νόμο 4229 της 24/25-07-1929, που συντομευτικώς απεκλήθη «ιδιώνυμο» και όριζε τα εξής:

«Έχοντες υπόψη το άρθρον 75 του Συντάγματος, εκδίδομεν τον επόμενον νόμον, ψηφισθέντα υπό της Βουλής και της Γερουσίας.

Άρθρον 1. -1. Όστις επιδιώκει την εφαρμογήν ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν την δια βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού συστήματος ή την απόσπασιν μέρους εκ του όλου της Επικρατείας, ή ενεργεί υπέρ της εφαρμογής αυτών προσηλυτισμόν τιμωρείται με φυλάκισιν τουλάχιστον εξ μηνών. Προς τούτοις επιβάλλεται δια της αποφάσεως και εκτοπισμός ενός μηνός μέχρι δύο ετών εις τόπον εν αυτή οριζόμενον. Με τας αυτάς ποινάς τιμωρείται και όστις επωφελούμενος απεργίας ή λοκ-άουτ, προκαλεί ταραχάς ή συγκρούσεις.

                  -2. Ως ιδιαιτέρα επιβαρυντική περίπτωσις θεωρείται η εκτέλεσις της πράξεως εν δημοσίω τόπω παρόντων πολλών ή δια του τύπου, ή εάν ο προσηλυτισμός ενεργείται δια χρημάτων ή απευθύνεται προς ανηλίκους, στρατιωτικούς εν γένει, ή δημοσίους λειτουργούς…».

Επίσης, υπήρξε κι ένας δεύτερος λόγος για τις εξορίες. Ευρισκόταν τότε (από το 1946 και εντεύθεν) σε εξέλιξη ο «Τρίτος Γύρος» της κομμουνιστικής ανταρσίας, αλλά δεν είχαν βγει ακόμα όλοι οι κομμουνισταί στα βουνά, παρά μόνον μικρές ομάδες. Τα υπόλοιπα μέλη του ΚΚΕ, κυκλοφορούσαν ελευθέρως στις πόλεις και όταν έπαιρναν εντολή από το κόμμα, έβγαιναν «στο κλαρί». Αυτός ακριβώς ήτο ο δεύτερος λόγος που τους έστελναν εξορία: για να τους προλάβουν, πριν βγουν στο βουνό.

Υπό τις συνθήκες της εποχής και το βάρος της προδοσίας των, και πολύ λίγα τους έκαναν!