Ο Φίλλιπος Β’, γεννήθηκε το 380 π.Χ. και ήταν το τρίτο παιδί του βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα. Όταν ήταν ακόμα παιδί, είχε μεταφερθεί σαν όμηρος στη Θήβα, η οποία εκείνη την εποχή ήταν η σημαντικότερη δύναμη στην Ελλάδα με στρατηγούς τον Επαμεινώνδα και τον Πελοπίδα. Παρέμεινε στη Θήβα επί πολλά χρόνια και ήρθε σε επαφή με τη λογοτεχνία και τη πολεμική τέχνη. Μιλούσε την ελληνική γλώσσα με τέτοια δεινότητα, ώστε θεωρείτο από τους καλύτερους ρήτορες της εποχής του. Σε ηλικία 23 ετών, θα ανακηρυχτεί βασιλιάς της Μακεδονίας μετά το θάνατο του μεγαλύτερου αδελφού του Περδίκκα.

Γενναίος και αποφασιστικός ο Φίλιππος κατόρθωσε να εξασφαλίσει τον θρόνο με την κατάπνιξη διαφόρων εσωτερικών εξεγέρσεων, αλλά και τα σύνορα του κράτους έναντι των γειτόνων του (Παιόνων και Ιλλυριών), δημιούργησε ακόμα τακτικό στρατό, την λεγόμενη Μακεδονική Φάλαγγα.

Αφού κατόρθωσε να φτιάξει εξαιρετικό στρατό, επέκτεινε τη κυριαρχία του στα θρακικά παράλια, ενώ μετά από ευφυείς διαπραγματεύσεις εξαπάτησε την Αθήνα και κατέλαβε την Αμφίπολη (στη περιοχή της οποίας υπήρχαν μεταλλεία χρυσού), την Πύδνα, την Ποτείδαια και έκλεισε συμμαχία με την Όλυνθο. Το 352 π.Χ. , ο Φίλιππος νικά τον Ονόμαρχο στρατηγό των Φωκέων και γίνεται κύριος της Θεσσαλίας, ενώ σταματά τη προέλασή του στις Θερμοπύλες των οποίων το πέρασμα είχαν καταλάβει οι Αθηναίοι. Ο Φίλιππος αναγνωρίζοντας ότι δεν ήταν εύκολο να προσβάλλει το πέρασμα, γυρίζει στη Μακεδονία και το 348 π.Χ., κυριεύει την Όλυνθο και όλη τη Χαλκιδική.

Το 346 π. Χ., γίνεται ειρήνη μεταξύ του Φιλίππου και των Αθηναίων, ενώ ο Φίλιππος υποτάσσει τους Φωκείς και γίνεται δεκτός στο Αμφικτιονικό Συνέδριο, αναγνωριζόμενος σαν μέλος του πολιτικού συστήματος των Ελλήνων. Αυτές οι κινήσεις όμως, δυσαρεστούν ακόμα μια φορά τους Αθηναίους, τους οποίους παρακινεί ο ρήτορας Δημοσθένης με τους λόγους του.

Το 344 π.Χ., ο Φίλιππος τίθεται επικεφαλής της Θεσσαλικής συμμαχίας και υποστηρίζει το Άργος, την Μεσσηνία και την Ήλιδα εναντίον της Σπάρτης. Αμέσως μετά, επεκτείνει τη κυριαρχία του στην Ήπειρο και καταλαμβάνει τμήμα της Εύβοιας. Στη συνέχεια προελαύνει στην Θράκη και φτάνει μέχρι τον Πόντο. Το 340 π.Χ., συγκρούεται με τους Αθηναίους στο Βυζάντιο και αναγκάζεται να λύσει τη πολιορκία του.

Το 339 π.Χ., ξεσπά ο τρίτος ιερός πόλεμος. Ο Φίλιππος ως εκτελεστής των αποφάσεων των Αμφικτιόνων καταλαμβάνει και οχυρώνει την Ελάτεια. Οι Αθηναίοι, προετοιμάζονται πλέον για πόλεμο. Ο Φίλιππος καταστρέφει την Άμφισσα, καταλαμβάνει τη Ναύπακτο και στρέφεται εναντίον της Βοιωτίας, την οποία φυλάσσουν οι Αθηναίοι με τους συμμάχους τους (Θηβαίοι, Φωκείς, Κορίνθιοι και Αχαιοί). Τους τελευταίους, ο Φίλιππος κατανικά στη μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.Χ. Στη μάχη αυτή διεκρίθει ο γιος του Φιλίππου, Αλέξανδρος, ο οποίος κατόρθωσε να νικήσει τον Ιερό Λόχο των Θηβαίων, κάτι το οποίο έκρινε την έκβαση της μάχης. Ο Φίλιππος έκλεισε ευνοϊκή συμμαχία με την Αθήνα σε αντίθεση με τη Θήβα επί της οποίας επέβαλλε σκληρούς όρους. Ακολούθως εισέβαλε στη Πελοπόννησο και αφαίρεσε μεγάλο μέρος των περιοχών της Σπάρτης όπου τις διένειμε μεταξύ των Μεσσηνίων, Αργείων και των Αρκάδων. Ο Φίλιππος μετά και τη κατάληψη της Κορίνθου, συνεκάλεσε συνέδριο όλων των Ελλήνων. Ο Φίλιππος επέδειξε μετριοπάθεια και δεν θέλησε να προσαρτήσει στο κράτος του τις ηττημένες πόλεις, για να μπορέσει να στραφεί απεριόριστος από εσωτερικές αντιδράσεις στην ετοιμασία της εκστρατείας του εναντίον του Περσικού στρατού. Ανακηρύχθηκε από τους Έλληνες Αρχιστράτηγος των πολεμικών δυνάμεων όλης της Ομοσπονδίας εναντίων των Περσών.

Ο Φίλιππος είχε ήδη αποστείλει στρατεύματα στην Ασία υπό τον στρατηγό του Παρμενίωνα για το πόλεμο εναντίον των Περσών. Δολοφονήθηκε όμως απροσδόκητα το φθινόπωρο του 336 π.Χ., από έναν σωματοφύλακα του Παυσανία.

Μέσα σε 23 χρόνια βασιλείας, ο Φίλιππος κατέστησε τη Μακεδονία την ισχυρότερη Ελληνική δύναμη, ενώ ένωσε τα περισσότερα Ελλαδικά κράτη σε μια συμμαχία νέου τύπου, υπό την ηγεσία του.

Τον διαδέχθηκε ο εικοσαετής υιός του, γνωστός σε όλους μας, Αλέξανδρος ο Μέγας.