Σε μία γκρίζα κοινωνία, η κάθε μέρα δεν μπορεί παρά να είναι δηλωτική της πλήρους παρακμής της. Οι ίδιες απογοητευτικές εικόνες εκτυλίσσονται, επαναλαμβανόμενες, μπροστά σου για να σου θυμίζουν ότι ο Άνθρωπος «πέθανε». Σε μια πολτοποιημένη καθημερινότητα, όπου αξίες και ήθη σαρώθηκαν από την ισοπεδωτική λαίλαπα του διεφθαρμένου καθεστώτος των πλουτοκρατών και της υλιστικής ευδαιμονίας, αντικρίζεις καθημερινά τις ίδιες μαριονέτες, πρωταγωνιστές στην ίδια παράσταση, με τον ίδιο άθλιο ρόλο ξανά και ξανά. Ισχνές σκιές, απομεινάρια ενός παρελθόντος αλλοτινού αλλά ένδοξου, τώρα προσπαθούν να αντέξουν την σακατεμένη ύπαρξη τους, περιφέροντας την εδώ και εκεί, χωρίς ουσία και προορισμό.   Η εξαθλίωση τους καταφανής, καθώς την μαρτυρούν οι πράξεις, οι λίγες κουβέντες που ανταλλάζουν, ακόμη και ο τρόπος που κινούνται και η έκφραση του προσώπου τους. Μορφές μίζερες, που κατάντησαν απρόσωπες και χλωμές, χαμένες στον προοδευτικό κόσμο που άλλοτε εξυμνούσαν και συντηρούσαν, γιατί δεν βρήκαν την δύναμη να αντισταθούν. Γιατί ποτέ, έστω και για μια φορά, δεν αναλογίστηκαν γιατί υπάρχουν. Δεν άφησαν για λίγο τον εγωισμό και την απληστία τους στην άκρη, για να μπορέσουν να συνειδητοποιήσουν ότι ηθελημένα υφαίνουν το εγκώμιο της αυτοκαταστροφής τους.   Αλλά ακόμη και τώρα, που καταλαβαίνουν ότι οτιδήποτε πίστευαν ότι είχαν, στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ, δεν ήταν παρά μια καλοστημένη ουτοπική παραίσθηση, ούτε τώρα αποφασίζουν να κοιτάξουν την αλήθεια κατάματα. Ο φόβος κατάφερε να κυριέψει ότι πολυτιμότερο είχαν, την ψυχή τους. Το πιο τραγικό, όμως, είναι ότι τώρα πια όχι μόνο καταλαβαίνουν ότι άφησαν να τους εξαπατήσουν, αλλά συνεχίζουν να βρίσκουν άθλιες δικαιολογίες για να κρύψουν από τον ίδιο τους τον εαυτό, από τη συνείδηση και την καρδιά τους, τους δήμιους τους.   Οι δήμιοι, όμως, δεν είχαν υπολογίσει ορθώς τα γεγονότα και τις καταστάσεις, ούτε τον αδιάψευστο ρου της ιστορίας. Δεν κατάφεραν ούτε αυτοί να βρουν τον τρόπο που καταστρέφεις αυτό που λάμπει. Και όχι μόνο λάμπει μέσα στο γκρίζο, αλλά είναι αυτόφωτο και αιώνιο. Είναι οι Ιδέες, οι οποίες δεν καίγονται, δεν καταστρέφονται, δεν φθείρονται, παρά μένουν αιώνια άφθαρτες, με μια δύναμη που ο επιφανειακός αστικός νους δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί. Για αυτό το λόγο είναι και καταδικασμένοι να αποτυγχάνουν πάντα σε αυτή τους την προσπάθεια.   Οι Ιδέες αυτές καρποφόρησαν, δημιουργώντας έναν κόσμο παράλληλο του γκρίζου. Οι δυο κόσμοι υπάρχουν ταυτόχρονα, αλλά κινούνται με διαφορετικούς ρυθμούς, υποκινούμενοι από άλλες κινητήριες δυνάμεις. Έτσι, οι αθάνατες Ιδέες εμφύσησαν στον καινούριο αυτό κόσμο ανώτερες αρχές. Υγιή ένστικτα αναβίωσαν και καλλιεργήθηκαν δυνάμεις ακατανίκητες, ντύνοντας τον κόσμο αυτό με ένα χρώμα φωτεινό, με αποχρώσεις μαυροκόκκινες. Πολίτες του, εμείς. Η νέα σιδηρά γενιά. Ο υπέρμαχος φορέας και ακλόνητος υπερασπιστής της Ιερής Ιδέας του αρχέγονου Ιδανικού, που βρήκε χώρο να ανθίσει στις ατρόμητες και καθαρές ψυχές μας, αναζωπυρώνοντας ένα όραμα παλαιό, αλλά ισχυρό και αληθινό.   Είναι η αλήθεια που πάντοτε κερδίζει και το φως της διαλύει το σκοτάδι. Και όλο αυτό χάριν της Πίστης, που λίγοι ρομαντικοί, με αγώνες σκληρούς και κακουχίες αμέτρητες, κατάφεραν να κρατήσουν τη φλόγα της ζωντανή και άσβεστη. Εμείς λάβαμε την κληρονομιά για την οποία προοριζόμασταν και την μετατρέψαμε σε πυρκαγιά. Σε μια πύρινη λαίλαπα που δεν μπορεί να σταματήσει προτού εκπληρώσει το χρέος της, γιατί υποκινείται από την δύναμη της αλήθειας. Είμαστε αυτοί που ο μικροαστικός νους αποκαλεί «ένοχη νεολαία», που ως φυσική διαδικασία συνάντησε το πεπρωμένο της και το ακολουθεί με όλο της το «Είναι». Που το πνεύμα της φυλής μιλάει μέσα της, γιατί αυτοί οι λίγοι ρομαντικοί φρόντισαν ώστε να μπορέσουμε να το αφουγκραστούμε και να πράξουμε ότι μας αρμόζει.   Είμαστε ένοχοι για μια γνώμη, γιατί έχουμε όνειρα και ιδανικά πολλά, αλλά διαφορετικά από αυτά που αξιώνει η εκμαυλισμένη κοινωνία για να σε θεωρεί μέλος της. Γιατί «αισθανθήκαμε» τη μάχη και καταλάβαμε ποιος είναι ο νικητής και ποιος ο ηττημένος. Είμαστε τα παιδιά μιας απαγορευμένης ιδέας, που όμως μας κάνει κύριους του εαυτού μας σε ένα κόσμο σκλάβων. Είμαστε ένοχοι γιατί αντιστεκόμαστε στα δεσμά που θέλουν να μας περάσουν, γιατί δεν φοράμε παρωπίδες. Είμαστε ζωντανοί και ελεύθεροι. Μας θεωρούν ένοχους, λοιπόν, γιατί η νεότητα και η αστείρευτη Πίστη και Θέληση μας, μας εξοπλίζει με δύναμη και θάρρος να διεκδικήσουμε το σωστό και το δίκαιο. Μας θεωρούν ένοχους γιατί εμείς παραμείναμε Άνθρωποι και γιατί τώρα πρέπει να μας αντιμετωπίσουν. Αν για αυτούς τους λόγους θεωρούν ότι σφάλαμε, τότε παραδεχόμαστε την ενοχή μας και λέμε ότι θα το ξανακάναμε χίλιες φορές.   Για τους δήμιους, λοιπόν, είμαστε οι ένοχοι. Για τους πολίτες, όμως, του δικού μας κόσμου είμαστε αυτοί που κατάφεραν να διατηρήσουν την Τιμή και την Αξιοπρέπεια τους. Τα μόνα μας όπλα, μαζί με την Πίστη μας, που θα γίνουν τα θεμέλια του νέου κόσμου που έρχεται να διαλύσει την σημερινή, αλλά αδύναμη, αφύσικη εικόνα του γκρίζου μικρόκοσμου τους. Καθετί αδύναμο και αρρωστημένο είναι καταδικασμένο σε αφανισμό εκ προορισμού του, γιατί έτσι όρισε η σοφία της φύσης. Τους αντιστρέφουμε λοιπόν την ενοχή, μαζί με την πρόκληση να αντιπαρατάξουν τη δική τους αδυναμία έναντι σε ότι πιο υγιές και δυνατό έχει να επιδείξει η σημερινή κοινωνία. Όσες υπεκφυγές και αν αντιπαραβάλλουν, κάποια στιγμή η τελική αναμέτρηση θα είναι αναπόφευκτη. Μόνο που αυτή τη φορά γνωρίζουν και οι δυο πλευρές ποιος θα είναι ο νικητής και ποιος ο νικημένος. Αντεπίθεση