Άνθρωπος του Πνεύματος και Ανδρείος Πολεμιστής

Η μύηση του στα Ελευσίνια Μυστήρια τον εξόπλισε με ήθος, γενναιότητα και σθένος, κάτι που αποτυπώνεται τόσο στα έργα, όσο και στο βίο του, ενώ συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη του θρησκευτικού του αισθήματος. Στάθηκε ο αληθινός δημιουργός και αναμορφωτής του αρχαίου θεάτρου. Είχε λάβει εκπαίδευση στην Πυθαγόρεια Σχολή και φαίνεται να κατείχε βαθέως τα έργα των προγενέστερων αυτού λυρικών ποιητών, καθώς επίσης και των Ομηρικών Επών, ενώ ο Σόλων φαίνεται να είχε ασκήσει σημαντική επίδραση στη σκέψη του μεγάλου τραγωδού. Όντας άνθρωπος βαθιά θρησκευόμενος, έδωσε στα έργα του ένα χαρακτήρα τελετουργικό, παρουσιάζοντας τους ήρωες ενταγμένους σε μια συμπαντική νομοτέλεια, βάσει της οποίας χάραζαν την πορεία της ζωή τους.

Ήταν ο πρώτος που εισήγαγε την σκηνογραφία, διακρινόμενος, παράλληλα, ως ποιητής, μουσικός, ηθοποιός, σκηνοθέτης, σκηνογράφος, δάσκαλος του χορού, αρχιτέκτονας και μουσικός. Ο ακριβής αριθμός των έργων του δεν είναι γνωστός, ωστόσο σε καταλόγους βιβλιοθηκών έχουν διασωθεί τίτλοι από εβδομήντα επτά έργα του, αλλά συνολικά του αποδίδονται εβδομήντα τραγωδίες και είκοσι σατυρικά δράματα. Τα σωζόμενα έργα του αποτελούνται από επτά τραγωδίες: «Ικέτιδες»,  «Προμηθέας Δεσμώτης», «Πέρσαι», «Επτά επί Θήβας», «Αγαμέμνων», «Χοηφόροι» και «Ευμενίδες». Οι τρεις τελευταίες αποτελούν την τριλογία «Ορέστεια», που συντέθηκε γύρω στο 458 π.Χ. και θεωρείται ένα εκ των μεγαλύτερων πνευματικών επιτευγμάτων, στο όποιο εξετάζεται η πορεία της ανθρωπότητας, από το πρωτόγονο δίκαιο της αυτοδικίας στο θετό δίκαιο, που στηρίζεται στην λογική και στον αμοιβαίο σεβασμό. 

Ο Αισχύλος διακρίνεται για την μοναδικότητα της ποίησης του, αλλά και για τις καινοτομίες που εισήγαγε στην σκηνική παρουσίαση των έργων του, καθώς ήταν ο πρώτος που πρόσθεσε πολύπλοκα σκηνικά και σκηνικές μηχανές στο θέατρο. Συνοψίζοντας τις καινοτομίες του εντοπίζεται: προσθήκη δεύτερου υποκριτή, μείωση των χορικών, έξαρση του λόγου και σύσταση της τριλογίας ενιαίου περιεχομένου. Όπως φαίνεται, η αρχαιοελληνική τραγωδία με τον Αισχύλο εξελίχθηκε από τον αρχικό διθύραμβο, σε πολυπρόσωπη παράσταση, φτάνοντας στο μεσουράνημα της. Το ύφος του διακρίνεται για τη μεγαλοπρέπεια του, το όλο δε έργο του για το βάθος, την πρωτοτυπία στη μορφή και την ισχυρότατη φαντασία του, μετατρέποντας τον σε μέγα και ασύγκριτο δημιουργό.Άξιο αναφοράς είναι το γεγονός ότι στη θεματολογία κάποιων έργων του κυριαρχεί το εθνικό και πατριωτικό αίσθημα, ενώ συγκρίνεται ο πολιτισμός των Ελλήνων με τη βία και την αλαζονεία των βαρβάρων.

Οι ήρωες του παρουσιάζονται ως ατρόμητοι Μαραθωνομάχοι ή ως πλάσματα υπερφυσικά, όχι μόνο στις σωματικές διαστάσεις, αλλά και στο πάθος και στην καρτερία. Ακόμη, εισήγαγε ένα μυστηριακό και θρησκευτικό χαρακτήρα, λειτουργώντας σαν εισηγητής των αρχαίων διονυσιακών θρησκευτικών τελετών, σε μια πιο σύγχρονη μορφή θεάτρου.  Εξέχουσα προσοχή κατέχει η γλωσσική του ιδιαιτερότητα, καθώς εκφράζεται με τρόπο μεγαλόπρεπο, ποιητικό, μυστηριακό και γλαφυρό που δεν προϋπάρχει της εποχής του. Μέσα από αυτή την λαμπρή γλωσσική ιδιαιτερότητα, ο μεγάλος τραγωδός, διεύρυνε και ενδυνάμωσε την επιρροή που ασκούσε ο μυθικός και μυητικός συμβολικός λόγος, δημιουργώντας μια βαθύτερη, ιερότερη και πιο μυστηριακή σχέση μεταξύ του θεατή και του έργου, καθιστώντας τον ικανό αποδέκτη και συμμέτοχο υψηλών και λεπτοφυών φιλοσοφικο-θρησκευτικών στοχασμών και νοημάτων. Αυτή ακριβώς η μυστηριακή κάθαρση ήταν το ζητούμενο και ο απώτερος σκοπός της τραγωδίας κατά τον Αισχύλο. Κανείς προγενέστερος του δεν είχε μετατρέψει τους μύθους σε κατάλληλους φορείς για τη μετάδοση ιδεών. Κατάφερε να ενσωματώσει την τραγωδία μέσα σε μια φαντασία και σε οδυνηρά γεγονότα που αποκαλύπτουν την ύπαρξη άλλων πραγμάτων ή αξιών που είναι προσιτά στον άνθρωπο, πέρα από τις φανερές αξίες της φυσικής ζωής ή του θανάτου, της ευτυχίας ή του πόνου, ενώ δείχνει ότι αφού ο άνθρωπος τα φτάσει, το πνεύμα του μπορεί να νικήσει το θάνατο.

Η ύλη που χρησιμοποιεί σαν βάση της τραγωδίας είναι ένα θείο ζήτημα, υπερανθρώπινο, που καθρεπτίζεται στο γήινο επίπεδο. Στα έργα του διαφαίνεται η μυστηριακή παράδοση και η πίστη του ότι όλα στη φύση έχουν ψυχή, καθώς και ότι ο Θεός και οι εκπορεύσεις του κυβερνούν τα πάντα. Οι δυνάμεις της Φύσης και οι φυσικοί νόμοι είναι πνεύματα στην υπηρεσία του Θείου Σχεδίου εξέλιξης και της Μοίρας, που μας οδηγούν όλους. Επιδιώκει να αποδώσει το νόημα που έχει η ελεύθερη βούληση και η ανθρώπινη πρωτοβουλία, συμβιβάζοντας τα με το θείο σχέδιο, ενώ δεν διστάζει να θέσει τα μεγάλα προβλήματα που απορρέουν από την ύπαρξη της θείας πρόνοιας και την αλαζονεία της ανθρώπινης ύπαρξης.

Η ιδέα της μοίρας κατέχει δεσπόζουσα θέση στα έργα του. Η πεποίθηση ότι ο άνθρωπος είναι κύριος των πάντων αποτελεί ύβρη και οι ανθρώπινες καταπατήσεις και υπερβολές τιμωρούνται φαινομενικά από το Θεό και ουσιαστικά από τα ίδια τα σφάλματα του ανθρώπου. Έτσι ο ποιητής με την σοφία του προτιμά να δώσει ηθικά διδάγματα, δείχνοντας ότι η δυστυχία δεν είναι πάντα τιμωρία, άλλα μπορεί να είναι μια μορφή εξαγνισμού. Η Μοίρα δίνει στον κάθε άνθρωπο το δικό του μερίδιο ευτυχίας ή δυστυχίας, που είναι ταυτόχρονα ελπίδα και απειλή. Όταν κάποιος υπερβάλει στο δικό του μερίδιο τότε οδηγείτε στην ύβρη και πέφτει πάνω του ο Νόμος της Δικαιοσύνης και της Ισορροπίας, που καθορίζει την εξαγνιστική τιμωρία, η οποία έχει ένα θετικό και ηθικό σκοπό: να διδαχτεί ο άνθρωπος μέσα από τα βάσανα. Ο ίδιος σεβόταν τους θεούς αλλά πίστευε σε δυνάμεις ακόμα πιο υψηλές από αυτούς, την Ανάγκη και τη Μοίρα.

Εν κατακλείδι, για τον Αισχύλο η τραγωδία είχε καθαρά παιδαγωγικό χαρακτήρα, ενώ  πρόσφερε ηθικά διδάγματα, κάτι που τον καθιερώνει ως έναν οραματιστή της ανθρωπότητας. Αξίζει να σημειωθεί ότι έχει την κοινή αναγνώριση και τον θαυμασμό όλων των μεταγενέστερων, ενώ τα έργα του επηρέασαν ανθρώπους της λογοτεχνίας και της πολιτικής, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο Βίκτωρ Ουγκό, ο Λόρδος Βύρωνας, ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε και ο Σαίξπηρ.

ΠΗΓΗ