Η Αλεξάνδρεια του 3ου π.Χ. αιώνα, ήταν μια κοσμοπολίτικη μεγαλούπολη με κύριο συστατικό της τους Έλληνες από κάθε γωνιά του ελληνικού κόσμου. Ανάμεσά τους γύρω στο 285 π.Χ. γεννήθηκε ο Κτησίβιος από την Ασπόνδια (προάστιο της Αλεξάνδρειας) που όπως έλεγαν καταγόταν από την Κόρινθο. Καταγόταν από φτωχή οικογένεια, ο πατέρας του ήταν κουρέας. Μέσα στο κουρείο του πατέρα του έκανε τις πρώτες εφευρέσεις του και έτσι από πολύ νωρίς ξεχώρισε ως εφευρέτης. Οι εφευρέσεις του άλλαξαν σε πολλά πράγματα τον κόσμο όπως τον ξέρουμε σήμερα.

Πιθανολογείται πως ήταν ο πρώτος διευθυντής του πρώτου επιστημονικού ιδρύματος του κόσμου, του Μουσείου της Αλεξάνδρειας, μέσα στο οποίο επιστήμονες απ’ όλους τους κλάδους δημιουργούσαν και εφευρήσκαν μηχανισμούς που έκαναν ευκολότερη και ομορφότερη την ζωή των ανθρώπων. Ο Κτησίβιος συνδύασε την θεωρία με την πράξη κατασκευάζοντας διάφορα χρηστικά αντικείμενα. Κατασκεύασε την ύδραυλη τον πρόδρομο του εκκλησιαστικού οργάνου που χρησιμοποιούν οι καθολικοί στους καθεδρικούς τους ναούς. Μια αρχαία ύδραυλη βρέθηκε στην αρχαία πόλη Δίον της Πιερίας. Αυτό το αρχαίο μουσικό όργανο λειτουργούσε με κάποια πλήκτρα όπως το αρμόνιο έχοντας μέσα του νερό σε κάθετους χάλκινους σωλήνες, ώστε πιέζοντας ένα πλήκτρο έβγαζε τον ανάλογο ήχο.

Ο Κτησίβιος μαζί με τον Αρχιμήδη τον Συρακούσιο υπήρξαν οι πατέρες της βλητικής τέχνης (καταπέλτες και άλλες πολεμικές μηχανές). Ο ευφυής μηχανικός, φυσικός και μαθηματικός κατασκεύαζε συνέχεια στο μουσείο καινούριες εφευρέσεις όπως ο χαλκότονος, η βλητική μηχανή που χρησιμοποιούσε ορειχάλκινο ελατήριο για να βάλλει μακρύτερα. Έφτιαξε το υδραυλικό ωρολόγιον με οδοντωτούς τροχούς (γρανάζια) και οδοντωτές ράβδους. Ήταν ένας ονομαστός μηχανικός που η φήμη του έφτανε μέχρι τα πέρατα του κόσμου. Κατασκεύασε αντλίες, υδραντλίες και αεραντλίες που κάλυπταν διάφορες ανάγκες της εποχής. Ο Κτησίβιος ήταν ο ιδρυτής της σχολής των θεωρητικών μηχανικών του μουσείου της Αλεξάνδρειας που προήγαγε την γνώση σε πολύ υψηλά επίπεδα. Με το έργο του «περί πνευματικής» που δυστυχώς χάθηκε στο διάβα του χρόνου, έλεγε πως ο αέρας είναι ένα υλικό σώμα. Κατασκεύασε πολλούς μηχανισμούς που λειτουργούσαν με αεροσυμπίεση, αρχίζοντας από τον κουρείο του πατέρα του με ένα σύστημα κατόπτρων που τον βοηθούσε για να κάνει καλύτερα την δουλειά του. Μερικές από τις αναβαθμίσεις που έκανε σε διάφορους μηχανισμούς και εφευρέσεις του ήταν οι εξής: βελτίωσε τις χρήσεις της κλεψύδρας, την αντλία πιέσεως, βελτίωσε πολλές πολιορκητικές (βλητικές μηχανές), ανακάλυψε το έμβολο κυλίνδρου και τον κυρτό σίφωνα. Είχε ασχοληθεί με την υδροστατική, τον ήχο, την αεροστατική, τις τριβές και γενικότερα με την ενέργεια που παράγεται σε διάφορες καταστάσεις. Η μεγαλύτερη εφεύρεση όμως του Κτησίβιου ήταν η καταθλιπτική αντλία γνωστή και ως σίφων, ήταν ένας σύνθετος μηχανισμός συνεχούς άντλησης και ροής νερού. Χρησιμοποιήθηκε κυρίως σε αποστραγγιστικά έργα, σε κατασβέσεις πυρκαγιών, στην άρδευση και την ύδρευση καθώς και σε ορυχεία. Απόγονος αυτού του μηχανισμού είναι η πυροσβεστική αντλία που χρησιμοποιήθηκε μέχρι και τον προηγούμενο αιώνα στις πόλεις.

Από τα έργα που συνέγραψε ο Κτησίβιος μας έχουν σωθεί μόνο οι τίτλοι τους που ήταν το «περί πνευματικής» που έγραφε για τις χρήσεις του αέρα, τα «Υπομνήματα μηχανικά» περιγράφοντας αναλυτικά πώς κατασκεύαζε τους διάφορους μηχανισμούς και τα «Απομνημονεύματα».

Γνωστός μαθητής του που διέσωσε μερικά χωρία από τα έργα του καθώς και τους μηχανισμούς του, ήταν ο Φίλων ο Βυζάντιος. Ο Κτησίβιος άφησε την τελευταία του πνοή το 220 π.Χ., στην Αλεξάνδρεια λαμπρύνοντας με το πνεύμα του τον ελληνιστικό κόσμο. Για το έργο του Κτησίβιου έγραψαν ο Βιτρούβιος, ο Αθήναιος, ο Πρόκλος και ο Ήρων.

ΠΗΓΗ