Η αποικιακή εξάπλωση του Ελληνισμού στα τέλη του 6ου π.Χ. αιώνα στην λεκάνη της Μεσογείου είχε φτάσει στην μέγιστη ακμή της. Άποικοι απ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη του ελληνικού κόσμου κατέκλυζαν όλες τις ακτές της Μεσογείου από Βορρά προς Νότο και από Ανατολή προς Δύση. Ευγενείς, άρχοντες, βασιλείς και άλλα σημαίνοντα μέλη των ελληνικών πόλεων ήταν οι αρχηγοί των αποικιών. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο αδελφός του βασιλιά της Σπάρτης Λεωνίδα, ο Δωριέας που για λόγους διαδοχής στον βασιλικό θρόνο της Σπάρτης, εγκατέλειψε την πατρίδα του για να ιδρύσει μια αποικία στην Λιβύη. Μαζί του πήρε και άλλους Σπαρτιάτες, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Ευρυλέοντας.

Ο Δωριέας ίδρυσε μια αποικία στην Λιβύη κοντά στον ποταμό Κίνυπα, ένα από τα ομορφότερα μέρη της της χώρας. Εκεί τον οδήγησαν Θηραίοι οδηγοί, που ως ιδρυτές της Κυρήνης της, λαμπρότερης αποικίας των Ελλήνων στην Αφρική ήξεραν την διαδρομή. Η αποικία άντεξε για τρία χρόνια, αλλά ύστερα από συνεχείς επιθέσεις των Λίβυων και των Καρχηδονίων συμμάχων τους, αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν και να γυρίσουν στην Πελοπόννησο.

Ο Δωριέας δεν είχε ζητήσει χρησμό από το μαντείο των Δελφών όταν πήγε στην Λιβύη. Γι’ αυτό όταν επέστρεψε στην Ελλάδα συμβουλεύτηκε το μαντείο που του υπέδειξε μια τοποθεσία στην δυτική άκρη της Σικελίας, όπου υπήρχε ο χρησμός ότι οι απόγονοι του Ηρακλή θα χτίσουν εκεί μια πόλη.

Ο Ευρυλέοντας ήταν ένας από τους βασικούς συμμετέχοντες στην αποικιακή αποστολή. Τα πλοία των Σπαρτιατών το 510 π.Χ. περίπου διέσχισαν το Ιόνιο πέλαγος και την Αδριατική θάλασσα και αφού παρέπλευσαν την νότια Ιταλία, τις ανατολικές και νότιες ακτές της Σικελίας, έφτασαν στην περιοχή του Σελινούντα.

Ο Σελινούντας ήταν η μεγαλύτερη και ακμαιότερη ελληνική αποικία στα νοτιοδυτικά παράλια της Σικελίας. Ήταν αποικία των Υβλαίων Μεγάρων, Δωριέων δηλαδή όπως και οι Σπαρτιάτες. Οι Φοίνικες της περιοχής μαζί με τους Αιγεστέους (πόλη Αιγέστα ή Εγέστα) μια πόλη των γηγενών Σικελών συμμάχησαν εναντίον των Ελλήνων. Απ’ ό,τι φαίνονταν οι διαφορές Ελλήνων και βαρβάρων μπορούσαν να λυθούν μονάχα στο πεδίο της μάχης.

Όταν οι δυο στρατοί ήταν έτοιμοι να συγκρουστούν, οι Έλληνες -όπως συνέβαινε τις περισσότερες φορές στην μακραίωνη ιστορία- ήταν κατά πολύ λιγότεροι των βαρβάρων. Ο Ευρυλέοντας έσφιγγε το δόρυ με το δεξί του χέρι και κρατούσε στο αριστερό του την μεγάλη αργολική ασπίδα που κάλυπτε σαν πανοπλία ολόκληρο τον κορμό του σώματός του, ενώ μαζί με τους υπόλοιπους οπλίτες στην φάλαγγα συγκροτούσαν ένα αδιαπέραστο σώμα. Ο Δωριέας είχε το πρώτο πρόσταγμα στην μάχη εναντίον των βαρβάρων, ενώ ο Ευρυλέων ήταν στην πρώτη γραμμή της μάχης. Η φάλαγγα κινήθηκε και όταν οι δύο στρατοί συναντήθηκαν, τα δόρατα των Ελλήνων οπλιτών βυθίζονταν στα σώματα των βαρβάρων, οι ασπίδες συγκρούονταν και ο θόρυβος της μάχης ακούγονταν από πολύ μακριά. Ο Ευρυλέοντας με το δόρυ και την ασπίδα του άνοιγε δρόμο ανάμεσα στην εχθρική παράταξη. Η μάχη ήταν σφοδρή, καθώς οι εχθροί ήταν πολυπληθέστεροι και οι απώλειές τους αναπληρώνονταν γρήγορα από εφεδρείες, ενώ οι Έλληνες δεν είχαν αυτήν την δυνατότητα.

Πολλοί γενναίοι Σπαρτιάτες σκοτώθηκαν σε αυτήν την μάχη, ανάμεσά τους και ο Δωριέας, ο αδελφός του Λεωνίδα που ύστερα από 30 χρόνια θα δόξαζε την Ελλάδα στην ενδοξότερη μάχη που δόθηκε ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία. Επίσης, σκοτώθηκαν και οι άλλοι συνιδρυτές της αποικίας, όπως ο Θεσσαλός, ο Παραιβάτης και ο Κελέης. Ο μόνος που δεν σκοτώθηκε ήταν ο Ευρυλέοντας. Αυτός αφού μάζεψε τον στρατό που είχε σωθεί από αυτήν την μάχη κατέλαβε την Ηράκλεια Μινώα, μια άλλη ελληνική αποικία της περιοχής όπου και τους εγκατέστησε. Βοήθησε τους Σελινουντίους να απαλλαγούν από τον τύραννο της πόλης τους Πυθαγόρα, και για ένα μικρό διάστημα έγινε μονάρχης του Σελινούντα. Δυστυχώς όμως, οι αιώνιες έριδες των Ελλήνων έκαναν αντιπαθή τον Ευρυλέοντα σε μερίδα των Σελινουντίων. Έτσι έγινε εξέγερση στην πόλη εναντίον του. Στην μάχη που ακολούθησε μεταξύ των αντιπάλων παρατάξεων, ο Ευρυλέοντας σκοτώθηκε πάνω στον βωμό του Αγοραίου Διός, στην αγορά του Σελινούντα.

ΠΗΓΗ