ο αδελφός του βασιλιά Λεωνίδα

Στην Σπάρτη στα τέλη του 6ου π.Χ. αιώνα, ζούσε ο Δωριέας, γιος του βασιλιά Αναξανδρίδη. Όπως όλοι οι Σπαρτιάτες, έτσι και αυτός από την ηλικία των 7 ετών μπήκε σε αγέλη (σώμα εκπαιδευόμενων παιδιών) και ασκήθηκε στην σπαρτιατική αγωγή. Ο Δωριέας πρώτευε σ’ όλες τις πολεμικές ασκήσεις, μαθαίνοντας παράλληλα να διοικεί τον σπαρτιατικό στρατό, δηλαδή μια καλοκουρδισμένη πολεμική μηχανή.

Βασιλιάς της Σπάρτης εκείνη την περίοδο ήταν ο Αναξανδρίδης που είχε τέσσερις γιους, τον Κλεομένη που ήταν ο μεγαλύτερος, τον Δωριέα, τον Λεωνίδα που έπεσε στις Θερμοπύλες και τον Κλεόμβροτο. Ο Κλεομένης ήταν από άλλη μάνα, αλλά ως μεγαλύτερος ηλικιακά πήρε την βασιλεία μόλις πέθανε ο βασιλιάς Αναξανδρίδης. Ο Κλεομένης όμως, ήταν διανοητικά διαταραγμένος και από τις πρώτες μέρες της βασιλείας του έφερε σε δύσκολη θέση τους Σπαρτιάτες με την συμπεριφορά του.

Ο Δωριέας μην αντέχοντας αυτήν την αδικία, να τοποθετήσουν στον θρόνο έναν διανοητικά διαταραγμένο, αποφάσισε να φύγει από την Σπάρτη. Γι’ αυτό ζήτησε από τους Σπαρτιάτες να ηγηθεί μιας αποστολής αποικισμού της Λιβύης, και αυτοί του την έδωσαν. Έτσι ο Δωριέας γύρω στο 510 π.Χ., χωρίς να πάρει χρησμό από το μαντείο των Δελφών, όπως έκαναν όλοι οι ιδρυτές αποικιών, έφυγε μαζί με τους συντρόφους του για την εύφορη γη της Λιβύης.

Αυτό που τράβηξε την προσοχή του ήταν κάτι που είχε ακούσει για την Κυρήνη, η οποία μέσα σε 100 μόλις χρόνια από την ίδρυσή της, είχε γίνει μια πλούσια και ευημερούσα πόλη.

Μετά από ταξίδι ημερών τα σπαρτιατικά καράβια έφτασαν στον ποταμό Κίνυπα της Λιβύης. Ο Δωριέας ίδρυσε την αποικία και μοίρασε τους κλήρους γης στον καθένα. Για τρία χρόνια η αποικία ευημερούσε ακτινοβολώντας σε αυτήν την γωνιά της Λιβύης τον πολιτισμό των Ελλήνων. Στον τρίτο χρόνο, οι Καρχηδόνιοι φοβούμενοι ότι η αποικία θα δυνάμωνε περισσότερο, εξεδίωξαν μαζί με το λιβυκό φύλλο των Μακών μετά από μάχη τους Έλληνες. Ο Δωριέας μαζί με τους υπόλοιπους επέστρεψαν στην Σπάρτη, αναζητώντας τρόπο για να ιδρύσουν άλλη αποικία. Αυτήν την φορά ο Δωριέας πήγε στους Δελφούς να ρωτήσει το μαντείο, πού θα μπορούσε να χτίσει αποικία. Εκεί συνάντησε τον Αντιχάρη τον Ελεώνιο (Ελεών Βοιωτίας) που του είπε για την πλούσια γη της Σικελίας, όπου οι Σπαρτιάτες είχαν δικαιώματα λόγω του προγόνου τους Ηρακλή, που πάλεψε με τον βασιλιά της περιοχής Έρυκα και αφού τον νίκησε είπε πως κάποιος απόγονός του θα ερχόταν κάποτε να πάρει το βασίλειο. Ο Δωριέας ρώτησε το μαντείο αν μπορούσε ως Ηρακλείδης που ήταν να ιδρύσει μια αποικία σε εκείνη την περιοχή. Η απάντηση που πήρε από την Πυθία ήταν θετική.

Έτσι λοιπόν, οι άποικοι χωρίς να χάσουν χρόνο μπήκαν στα πλοία τους και τράβηξαν δυτικά για να ιδρύσουν την αποικία.

Μετά την αποβίβαση των αποίκων, οι Καρχηδόνιοι και οι Εγεσταίοι (Έγεστα πόλη της δυτικής Σικελίας), ενώθηκαν για να επιτεθούν στους νεοφερμένους. Η μάχη που ακολούθησε ήταν πολύ σκληρή.

Οι Έλληνες άποικοι με τα δόρατα και τα ξίφη τους προτεταμένα επιτέθηκαν στους αντιπάλους. Ο Δωριέας ως γνήσιος Σπαρτιάτης, οδήγησε την συμπαγή φάλαγγα εναντίον των Φοινίκων και των συμμάχων τους. Όμως, η μάχη ήταν απολύτως άνιση, καθώς οι εχθροί τους ήταν αριθμητικά υπέρτεροι. Ο Δωριέας έπεσε μαχόμενος κάτω από την αργολική ασπίδα του. Οι άλλοι αρχηγοί των αποίκων έπεσαν και αυτοί εκτός από έναν τον Ευρυλέοντα.

ΠΗΓΗ