το λιοντάρι της Ηπείρου

Ο Μιχάλης Νταλιάνης γεννήθηκε στο Δελβινάκι των Ιωαννίνων (ή στο Αργυρόκαστρο σύμφωνα με άλλες πηγές) το 1775, σε μια περίοδο όπου η τουρκική κατοχή έδειχνε το σκληρότερο πρόσωπό της απέναντι στους υπόδουλους Έλληνες. Το πραγματικό του όνομα ήταν Μιχάλης Χρήστου. Το Νταλιάνης ήταν ψευδώνυμο από τα όπλα μιας ιταλικής εταιρείας που εμπορευόταν.

Οι τούρκοι ήλεγχαν με τον στρατό τους ολόκληρη την χερσόνησο του Αίμου μην αφήνοντας κανέναν να σηκώσει κεφάλι κατά της κυριαρχίας τους. Μέσα σ’ ένα τέτοιο κλίμα μεγάλωσε ο Νταλιάνης που από μικρός έδειχνε πόσο ενεργητικός ήταν, διότι ήθελε να φύγει από την μικρή και σκλαβωμένη πατρίδα του για να επιστρέψει μόνο όταν θα ήταν άξιος να την απελευθερώσει.

Φοίτησε στην Ιταλία και ασχολήθηκε με το εμπόριο καπνού στην Τεργέστη, ώσπου προόδευσε και απέκτησε μεγάλη περιουσία που θα του χρειαζόταν μετέπειτα, κατά την διάρκεια του αγώνα.

Εκείνη την εποχή, όσοι Έλληνες αξιώνονταν να φύγουν στα ξένα, προσπαθούσαν να κάνουν μεγάλες περιουσίες, όχι μόνο για την προσωπική τους ανέλιξη, αλλά μάλλον πολύ περισσότερο για να βοηθήσουν τις ιδιαίτερες πατρίδες τους και ίσως μια μέρα -όπως οι περισσότεροι εξ αυτών σκέφτονταν- για την απελευθέρωση ολόκληρης της Ελλάδας από τον απεχθέστατο τουρκικό ζυγό.

Ο Μιχάλης Νταλιάνης ήταν πιστός χριστιανός και γι’ αυτόν τον λόγο πήγε στον Ιορδάνη ποταμό, όπου βαπτίστηκε και από τότε ονομάστηκε Χατζημιχάλης, ως υπόμνηση του προσκυνήματος.

Το 1816 έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρείας από τους δυο αδελφούς Αλέξανδρο και Μιχαήλ Βασιλείου που τον μύησαν στην μυστική οργάνωση για την απελευθέρωση της Ελλάδας.

Μετά από λίγο καιρό ξέσπασε η επανάσταση, πρώτα στην Μολδοβλαχία και μετά σ’ όλη την Ελλάδα. Ο Χατζημιχάλης χωρίς να χάσει χρόνο, ρευστοποίησε ό,τι περιουσιακά στοιχεία είχε στην Ιταλία, εκταμίευσε τις καταθέσεις του και επέστρεψε στην Ελλάδα, έτοιμος να πολεμήσει. Έδωσε 16.163 γρόσια και δυο ίππους για τις πρώτες ανάγκες της επανάστασης και δημιούργησε το πρώτο σώμα άτακτου ιππικού με εξ ολοκλήρου δικά του έξοδα. Με τους ιππείς του ο Χατζημιχάλης έτρεχε στην Πελοπόννησο και στην Στερεά Ελλάδα, όπου τον χρειάζονταν οι επαναστατημένοι Έλληνες. Πάντα πρώτος στις μάχες και πρώτος να προσφέρει χρηματική βοήθεια στον Αγώνα για την Ελευθερία.

Τον Μάρτιο του 1826 ναύλωσε τρία πλοία με 800 εθελοντές με προορισμό τον Λίβανο, αφού ο τοπικός εμίρης είχε υποσχεθεί στους Έλληνες ότι θα εξεγείρονταν κατά του σουλτάνου χτυπώντας τον από τα νότια για αντιπερισπασμό. Όταν έφτασε εκεί ο Νταλιάνης είδε πως ο εμίρης ήταν ψυχρός απέναντι στους Έλληνες, μιας κι είχε αλλάξει γνώμη. Τότε οργίστηκε και λεηλάτησε τα παράλια του Λιβάνου για να πάρει λάφυρα για τον Αγώνα και έφυγε. Μαζί με τους άλλους αγωνιστές απελευθέρωσε την Κάρυστο στην νότια Εύβοια και μετά πήγε στην Πελοπόννησο, όπου ήταν ο φόβος και ο τρόμος των τούρκων, γιατί πάντα κατάφερνε να τους αιφνιδιάζει.

Από τον Νοέμβριο του 1826 πολεμούσε δίπλα στον Γεώργιο Καραισκάκη εκδιώκοντας τους τούρκους από την Αττική. Έδωσε μάχες σκληρές και φονικές, πάντα με τ’ άλογό του στο πλάι και το καρυοφύλλι στο χέρι. Το 1827 έγινε αρχηγός όλου του άτακτου ιππικού της Ελλάδας και ταυτόχρονα έλαβε εντολή να μεταβεί στην Κρήτη.

Προς τα τέλη του 1827, οι Κρήτες επαναστάτες επίσης προσκάλεσαν τον Χατζημιχάλη να τους βοηθήσει εναντίον των τούρκων που είχαν γεμίσει το νησί.

Τον Ιανουάριο του 1828 με τους 100 άτακτους ιππείς του και 500 πεζούς, εκ των οποίων οι 385 ήταν Ηπειρώτες, αποβιβάστηκε στην Γραμβούσα Χανίων. Αντίπαλός του ήταν ο αλβανός Μουσταφά Πασάς της Κυδωνίας (Χανιά), που είχε ορισθεί από τον Αιγύπτιο Μωχάμετ Άλη γενικός διοικητής της νήσου. Ο Χατζημιχάλης και οι άντρες του έγιναν δεκτοί με ενθουσιασμό από τους Κρητικούς και τον ευχαρίστησαν που ανταποκρίθηκε στο κάλεσμά τους. Έγιναν κάποιες παρεξηγήσεις με τον Νταλιάνη και τους Κρητικούς και για δύο μήνες υπήρχε απραξία στο στρατόπεδο των Ελλήνων. Τότε αποφάσισε να στρατοπεδεύσει στο Φραγκοκάστελο, ένα ερειπωμένο κάστρο στην πεδιάδα κοντά στα Σφακιά, σκεπτόμενος πως έτσι θα ήταν πιο κοντά στους γενναιότερους πολεμιστές του νησιού, τους Σφακιανούς. Οι Κρητικοί τον συμβούλευσαν να μην στρατοπεδεύσει εκεί, διότι το κάστρο δεν ήταν σε οχυρή θέση και κινδύνευε με περικύκλωση. Ο Νταλιάνης όμως επέμεινε πως θα έμενε εκεί και θα αντιμετώπιζε στα ίσια τους τούρκους.

Στις 8 Μαΐου του 1828 ο Χατζημιχάλης μαζί με τους Σφακιανούς οπλαρχηγούς Μανουσογιαννάκη και Δεληγιαννάκη, χτύπησαν τους τούρκους προκαλώντας τους μεγάλες απώλειες. Ο Χατζημιχάλης μαζί με τους άντρες του κατασκεύασε 3 λιθόκτιστους προμαχώνες σε ακτίνα 300 μέτρων από το Φραγκοκάστελο και οχύρωσε όσο καλύτερα μπορούσε το κάστρο. Από έξω ήταν 8.000 τούρκοι πεζοί και 400 ιππείς μαζί με το πυροβολικό.

Στις 17 Μαΐου η κατάσταση ήταν αφόρητη μέσα στο φρούριο από την πείνα και την δίψα που επικρατούσε. Στις 18 Μαΐου θα ήταν η τελευταία μέρα όπου όλα θα κρίνονταν. Οι τούρκοι έκαναν συνέχεια επιθέσεις εναντίον των αμυνομένων, ενώ οι Έλληνες με τα καρυοφύλλια στα χέρια χτυπούσαν τους επιτιθέμενους. Όταν έφταναν κοντά γύμνωσαν τα σπαθιά τους και ορμούσαν. Η μάχη ήταν λυσσαλέα και έπεφταν κορμιά εκατέρωθεν. Οι Ηπειρώτες και οι άλλοι Έλληνες μάχονταν σαν λιοντάρια ενάντια στον ασιάτη κατακτητή, καθώς το αίμα γέμιζε τις ξερολιθιές και πότιζε το χώμα.

Στον προμαχώνα σκοτώθηκε ο Κυριακούλης Αργυροκαστρίτης, ο οποίος ήταν φίλος και υπασπιστής του Νταλιάνη. Βλέποντας τον φίλο του να πέφτει νεκρός από τα χέρια των τούρκων, οργίστηκε τόσο πολύ που διέταξε αμέσως όλους τους άνδρες του που ήταν μέσα στο φρούριο να κάνουν γενική επίθεση κατά των τούρκων. Ο Νταλιάνης πάνω στο άλογό του και με γυμνωμένο το σπαθί του, έκανε ηρωική έξοδο, ποδοπατώντας και κόβοντας ταυτόχρονα όποιον τούρκο έβρισκε μπροστά του. Οι σκηνές που ακολούθησαν ήταν δραματικές, καθώς ο Νταλιάνης περικυκλώθηκε από χιλιάδες τούρκους, έσπασε το σπαθί του και τραυματίστηκε το άλογό του. Τον χτυπούσαν με μανία με τα σπαθιά τους και με τα καρυοφύλλια τους.

Τελικά, ο Νταλιάνης έπεσε κάτω νεκρός από τα χτυπήματα. Μαζί του και οι 335 που τον ακολούθησαν από το κάστρο έπεσαν νεκροί, περικυκλωμένοι από τις ορδές των βαρβάρων. Τότε οι Σφακιανοί που ήταν έξω από το κάστρο έτρεξαν για βοήθεια όσων είχαν απομείνει μέσα στο κάστρο, καταφέρνοντας να σπάσουν τον κλοιό των τούρκων και να τους απελευθερώσουν. Οι Έλληνες σκότωσαν 1.000 τούρκους σε αυτήν την μάχη, ενώ από τους Έλληνες υπερασπιστές έπεσαν μαχόμενοι οι περισσότεροι.

Από τότε και κάθε χρόνο από τα τέλη Μαΐου ως τις αρχές Ιουνίου, εμφανίζονται οπτασίες με στολές της εποχής να βαδίζουν τις πρώτες πρωινές ώρες από το Φραγκοκάστελο σε πορεία προς την παραλία όπου και χάνονται μέσα στην θάλασσα. Είναι οι λεγόμενες δροσουλίτες!

Ο θρύλος λέει πως αυτοί είναι οι ηρωικοί πεσόντες της μάχης που με μπροστάρη τον Χατζημιχάλη Νταλιάνη βαδίζουν προς την αθανασία ως ήρωες που δόθηκαν ψυχή τε και σώματι στον Αγώνα τον εθνικοαπελευθερωτικό του 1821. Γι’ αυτό, αν καμμια φορά σας φέρει ο δρόμος στο Φραγκοκάστελο, μην ξεχάσετε να αφουγκραστείτε και να σταθείτε προσοχή ως ύστατο φόρο Τιμής σ’ αυτά τα παλληκάρια!

ΠΗΓΗ