ο υπερασπιστής του Ελληνισμού της Δύσεως

Η νότια Ιταλία μαζί με την Σικελία τον 6ο π.Χ. αιώνα, ονομάζονταν Μεγάλη Ελλάδα λόγω του πλήθους των αποικιών που υπήρχαν στα εδάφη της. Οι αποικίες είχαν τέτοια ανάπτυξη που είχαν φτάσει στο σημείο να είναι ισχυρότερες από τις μητροπόλεις που τις ίδρυσαν. Ο πλούτος των πόλεων και η δύναμη των πολεμιστών της Μεγάλης Ελλάδας, έφεραν τον φθόνο στους γύρω λαούς.

Οι Ετρούσκοι (ή Τυρρηνοί) που είχαν έρθει από την βορειοδυτική Μικρά Ασία σε αρχαιότατη εποχή, ήταν οι πιο σκληροί εχθροί των Ελλήνων αποίκων. Παρενοχλούσαν συνέχεια τις ελληνικές πόλεις της Καμπανίας (αρχαίο όνομα της περιοχής γύρω από την σημερινή Νάπολι ή Νεάπολη), θέλοντας να τις υποτάξουν. Ανάμεσα στις αποικίες της Καμπανίας ήταν και η Κύμη, η αρχαιότερη ελληνική αποικία της ιστορικής περιόδου στην νότια Ιταλία. Οι Ετρούσκοι μαζί με τους Καρχηδόνιους είχαν συμμαχήσει το 565 π.Χ., για να εκδιώξουν τους Έλληνες από την Κορσική (Κύρνος) και τα κατάφεραν.

Η Κύμη το 525 π.Χ. δεχόταν μεγάλη πίεση από τους βαρβάρους, καθώς ήταν η μεγαλύτερη πόλη της περιοχής. Ανάμεσα στους Κυμαίους ήταν και ένα παλληκάρι, ο Αριστόδημος. Οι Ετρούσκοι μαζί με τους Ούμβρους, τους Δαυνίους και άλλους ιταλιώτικους λαούς μάζεψαν ένα πλήθος στρατού με 50.000 πεζούς και 1.800 ιππείς εναντίον της Κύμης.

Οι Κυμαίοι μαθαίνοντας τα νέα ετοίμασαν και αυτοί το στράτευμά τους που αποτελούνταν από 12.000 με 13.500 πεζούς και 1.800 ιππείς. Οι Έλληνες της Κύμης ετοίμασαν τα όπλα τους, ακόνισαν τα ξίφη και τα δόρατά τους και περιποιούνταν τις μεγάλες αργολικές ασπίδες τους. Χώρισαν το στράτευμα σε τρία μέρη που το καθένα είχε από 4.000 με 4.500 πεζούς και 600 ιππείς για να αντιμετωπίσουν καλύτερα τους εχθρούς.

Οι Ετρούσκοι προέλαυναν στα εδάφη της Κύμης, σίγουροι ότι θα καταλάμβαναν εύκολα την πόλη λόγω του πλήθους του στρατού τους, άλλα δεν γνώριζαν πως οι Έλληνες, αν και ως συνήθως ολίγοι, ήταν πάντα αξιόμαχοι. Οι Έλληνες χωρίστηκαν στα τρία σώματα στρατού που το καθένα φυλούσε το αντίστοιχο πέρασμα που οδηγούσε στην Κύμη. Το σώμα του Αριστόδημου έπιασε ένα στενό πέρασμα ανάμεσα σ’ ένα βουνό και σε έλη. Από εκεί επρόκειτο να εισβάλουν οι 50.000 Ετρούσκοι και οι σύμμαχοί τους. Οι Έλληνες με επικεφαλής τον Αριστόδημο, είχαν παραταχθεί όπως όλοι Έλληνες σε οπλιτική φάλαγγα έτοιμοι για την μεγάλη μάχη. Οι Ετρούσκοι βλέποντας παρατεταγμένους τους Έλληνες ξαφνιάστηκαν, αλλά βλέποντας την αριθμητική αναλογία, επιτέθηκαν. Η σύγκρουση των βαριά οπλισμένων Ελλήνων με τους Ετρούσκους που ήταν και αυτοί οπλισμένοι σύμφωνα με τον ελληνικό τρόπο, ήταν σφοδρότατη. Τα δόρατα των Ελλήνων καρφώνονταν στα σώματα των βαρβάρων, ενώ όταν έσπαζαν τα δόρατα από την πίεση, έβγαιναν τα ξίφη. Τα κράνη τραντάζονταν από τα χτυπήματα. Ο Αριστόδημος στην πρώτη γραμμή της παράταξης κατεύθυνε και εμψύχωνε τους Κυμαίους για να αντέξουν την τρομακτική πίεση 50.000 ανδρών. Η ασπίδα του είχε βαφτεί από το αίμα των Ετρούσκων πολεμιστών και το δόρυ του είχε σπάσει. Έβγαλε το ξίφος του και μ’ αυτό κατέκοπτε τους αντιπάλους. Φωνές, βρισιές και η οσμή του θανάτου περιέβαλαν το πεδίο της σύγκρουσης. Οι Ετρούσκοι έχαναν σε όλο το μέτωπο της μάχης. Ο Αριστόδημος ήταν ο ήρωας που κατατρόπωσε τους αλαζόνες Ετρούσκους σ’ αυτήν την καθοριστική μάχη του 525 π.Χ. Αμέσως μετά την μάχη, ο Αριστόδημος εξεδίωξε τους αριστοκράτες από την πόλη και έγινε τύραννος (κυβερνήτης) της Κύμης μετά από 20 χρόνια. Τα επόμενα χρόνια έβαλε σκοπό της ζωής του να μειώσει την δύναμη των Ετρούσκων και τα κατάφερε.

ΠΗΓΗ