Ο Άγιος Αλέξανδρος, σύμφωνα με την Παράδοση της Εκκλησίας μας, γεννήθηκε το 240 μ.Χ. στη Μ. Ασία, από ευσεβείς γονείς. Τα χαρίσματα και η ευσέβεια του αγίου αναδείχθηκαν κατά τη διάρκεια των εργασιών της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου το 325 μ.Χ. στην Νίκαια της Βιθυνίας  και γενικότερα στον αγώνα κατά της αρειανικής αίρεσης.       Στις 4 Ιουνίου του 325 ο άγιος Μητροφάνης Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης εκοιμήθη και στη θέση του εξελέγη ο άγιος Αλέξανδρος. Ο Άγιος φημιζόταν τόσο για τη διαλεκτική του δεινότητα όσο και για το ορθόδοξο ήθος του, τον άμεμπτο βίο του και τη διαρκή φροντίδα για την Εκκλησία μας.     Την εποχή εκείνη, παρά τις αποφάσεις της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου και παρ’ όλες τις προσπάθειες για την τήρησή τους, η αρειανική αίρεση δεν είχε εξαλειφθεί και έμελλε να ταλαιπωρήσει την Εκκλησία για πολλά χρόνια ακόμη. Ο Άγιος Αλέξανδρος παρακαλούσε το Θεό λέγοντας: «αν η πίστη της εκκλησίας είναι ορθή, τότε ο Θεός ας αποδώσει το δίκαιο και ας μην επιτρέψει η αίρεση να νομι­σθεί ως ευσέβεια».     Την παραμονή της ημέρας, κατά την οποία ο Άρειος επρόκειτο να γίνει δεκτός σε «εκκλησιαστική κοινωνία» βρήκε αιφνίδιο θάνατο, γεγονός που προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση σε όλους. Την επομένη ο άγιος Αλέξανδρος και ο ορθόδοξος λαός της Κωνσταντινούπολης συνάχθηκαν στην Αγία Ειρήνη και ευχαρίστησαν το Θεό, όχι διότι χάρηκαν για το θάνατο του αιρεσιάρχη, αλλά διότι ο Θεός δεν εγκαταλείπει το λαό Του.     Η Εκκλησία της Βασιλεύουσας, όσο ζούσε ο άγιος Αλέξανδρος, απολάμβανε την ειρήνη που οι ευχές και οι αρετές του αγίου της χαριζαν.     Εκοιμήθη εν ειρήνη το 337 (ένα χρόνο μετά τον Μέγα Κωνσταντίνο) σε ηλικία 98 ετών, ενώ είχε συμπληρώσει εικοσιτρία χρόνια στη διαποίμανση της Εκκλησίας της Πόλης.     Ο άγιος Αλέξανδρος πρόσφερε την ειρήνη στην Εκκλησία και γι’ αυτό οι πιστοί τον ευγνομωνούν και τιμούν τη μνήμη του κάθε χρόνο στις 30 Αυγούστου.