Η ζωή επιτάσσει σε Έθνη με πλούσια ιστορία και δόξα να αριθμούν πολλές και μεγάλες επετείους. Το Ελληνικό Έθνος έχει γράψει άφθονες χρυσές σελίδες δόξης κατά το πέρασμα των χιλιετιών της ιστορίας του. Έχει όμως ιερό καθήκον, να τιμά και να μνημονεύει όλους τους ήρωες που αγωνίσθηκαν και θυσιάσθηκαν για το μεγαλείο του Έθνους μας. Μόνο έτσι θα μπορέσει να προσθέτει νέα τρόπαια πάνω στις δάφνες, που μοιάζουν αμάραντες από τον καιρό του Μαραθώνα και των Θερμοπύλων. Οι πρώτες μέρες του Απριλίου κοσμούνται από τις δύο νεότερες ένδοξες σελίδες της Ιστορίας μας, όπου για πολλοστή φορά ολιγάριθμοι ψυχωμένοι Έλληνες αντιμετώπισαν αυτοκρατορίες: την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ την 1η Απριλίου 1955 και τη μάχη της Γραμμής των οχυρών Μεταξά την 6η Απριλίου 1941.

Τότε οι Έλληνες είπαν το δεύτερο μεγάλο «όχι», ορθώνοντας τα στήθη τους στις επίλεκτες σιδερόφρακτες Γερμανικές μεραρχίες.

Όπως πάντα την ιστορία την γράφουν οι Προσωπικότητες. Στους θυελλώδεις καιρούς του Β’ Παγκοσμίου πολέμου η Ελλάδα είχε τιμονιέρη τον Κυβερνήτη Ιωάννη Μεταξά ο οποίος είχε την διορατικότητα να κατασκευάσει την περίφημη σειρά οχυρωματικών έργων, υπόγειων και επίγειων, κατά μήκος των Ελληνο-βουλγαρικών συνόρων, που έλαβε το όνομά της από τον σχεδιαστή και δημιουργό της: «Γραμμή Μεταξά». Κατασκευάστηκαν με σκοπό την άμυνα της Ελλάδος σε περίπτωση εισβολής κατά τον επικείμενο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στον οποίο και απετέλεσε τελικά τον κύριο προμαχώνα της. Η Γραμμή Μεταξά αποτελεί το μεγαλύτερο ελληνικό οχυρωματικό έργο στην νεότερη ιστορία.

Η οχυρωματική αυτή γραμμή αποτελούνταν κυρίως από είκοσι ένα (21) οχυρά. Τα οχυρά αυτά είχαν κατασκευασθεί, αποκλειστικά από Ελληνικά χέρια, για την αμυντική θωράκιση της Ελλάδος από βουλγαρική επίθεση, επειδή την περίοδο εκείνη, 1936-1940, η Βουλγαρία ήταν έξω από το «Βαλκανικό Σύμφωνο Φιλίας» και επιζητούσε να ξαναπάρει τα Ελληνικά εδάφη που είχε χάσει κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913).Το κάθε οχυρό αποτελούσε στο σύνολό του ένα περίκλειστο έργο, από ένα ή περισσότερα στεγανά συγκροτήματα, ικανό να αμυνθεί προς κάθε κατεύθυνση. Περιλάμβανε σκέπαστρα, πυροβολεία, πολυβολεία, ολμοβολεία, βομβιδοβολεία, παρατηρητήρια, έργα παραλλαγής και παραπλάνησης, πολλαπλές εισόδους και εξόδους. Οι υπόγειες εγκαταστάσεις κάθε οχυρού περιλάμβαναν διοικητήριο, θαλάμους αξιωματικών, θαλάμους οπλιτών, τηλεφωνικό κέντρο, μαγειρείο, δεξαμενές νερού, χώρους υγιεινής, αποθήκες τροφίμων (για 15 μέρες), χειρουργείο, φαρμακείο, συστήματα αερισμού, φωτισμού (γεννήτριες, λάμπες πετρελαίου, φακούς κ.ά.), αποχέτευση, εξωτερικές θέσεις μάχης, αντιαρματικά κωλύματα, θέσεις αντιαεροπορικών όπλων κ.ά. Πέραν των οχυρών, η αμυντική γραμμή, περιελάβανε μία τεράστια ανάπτυξη αντιαρματικών τάφρων, ζωνών αντιαρματικών σιδηροπηγμάτων και σκυροδέματος σε διπλές και τριπλές γραμμές ανάσχεσης, που στο σύνολό του για την εποχή του και με τα τότε Ελληνικά δεδομένα αποτέλεσε ένα τιτάνιο έργο.

Οι κατασκευές αυτές ήταν ιδιαίτερα ανθεκτικές, κάποιες εξ αυτών συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα, ενώ κάποιες άλλες έχουν αφεθεί στην ανελέητη φθορά του χρόνου.

Την υλοποίηση του μεγαλόπνοου αυτού σχεδίου ανέλαβε κυρίως ο Στρατός (το Μηχανικό κλπ.) αλλά και διάφοροι άλλοι φορείς και Πολίτες.

Η κυβέρνηση Μεταξά έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στον απόρρητο χαρακτήρα της κατασκευής και στην απόλυτη μυστικότητα των όλων εργασιών. Χρησιμοποιήθηκε εργατοτεχνικό Προσωπικό από πολύ απομακρυσμένες περιοχές, όπως την Κρήτη, του οποίου η μετάβαση και απομάκρυνση από το έργο γινόταν, σε ορισμένες περιπτώσεις, με κλειστά μάτια. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι για την κατασκευή τους απαιτήθηκαν 66.000 τόνοι τσιμέντου και 3.000.000 ημερομίσθια, ενώ κατασκευάσθηκαν συνολικά 24.000 μέτρα υπόγειων στοών και 13.000 μέτρα υπόγειων καταφυγίων – θαλάμων.

Όπως είναι γνωστό η Γερμανία εισέβαλε στην Ελλάδα στις 5.40π.μ. της 6ης Απριλίου 1941 από τα Ελληνο – Γιουγκοσλαβικά και Ελληνο-Βουλγαρικά σύνορα. Ήταν τότε που ο Χίτλερ διαπίστωσε ότι ο σύμμαχός του Μουσολίνι, δεν είχε καμιά ελπίδα να επικρατήσει στο Αλβανικό μέτωπο, αφού και η πολυθρύλητη εαρινή του επίθεση, συνετρίβη πάνω στον «γρανίτη» του Ελληνικού στρατού. Ο συσχετισμός δυνάμεων ήταν φυσικά συντριπτικός υπέρ των Γερμανών. Σε έμψυχο υλικό οι επιτιθέμενες Γερμανικές δυνάμεις ήταν τουλάχιστον τριπλάσιες, σε άρματα (1.850 περίπου έναντι 27 ελαφρών) και αεροπορία (1.000 αεροσκάφη με κανένα Ελληνικό να υπερασπίζεται τον καταγάλανο ουρανό της Ελλάδος). Η υπεροπλία τους ήταν συντριπτική. Στους επιτιθέμενους θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και τις δυνάμεις του Βουλγαρικού στρατού, που συμπαρατάσσονταν με τους Γερμανούς.

Εκείνο το πρωινό του Απριλίου του ’41 όμως, δεν υπήρχε εχθρός εντός των τειχών, έτσι από την πρώτη ώρα η αρχική Γερμανική επίθεση κατά της «Γραμμής Μεταξά», αντιμετωπίζοντας την ισχυρή αντίσταση των Ελλήνων υπερασπιστών των οχυρών, σημείωσε μικρή μόνο επιτυχία. Μία γερμανική αναφορά στο τέλος της πρώτης μέρας των επιχειρήσεων περιγράφει πως η Γερμανική 5η Ορεινή Μεραρχία «απωθήθηκε στο πέρασμα Ρούπελ παρά την ισχυρότατη αεροπορική υποστήριξη, έχοντας σημαντικές απώλειες». Από τα 21 οχυρά που αποτελούσαν την Γραμμή Μεταξά μόνο δύο έπεσαν την πρώτη ημέρα, και αυτά μόνον αφού καταστράφηκαν ολοσχερώς. Τα περισσότερα οχυρά, συμπεριλαμβανομένων των Ρούπελ, Εχίνος, Καρατάς, Λίσσε και Ιστίμπεη αντιστάθηκαν για τρεις ημέρες.

Οι ηρωικές μάχες που έδωσαν οι υπερασπιστές όλων των οχυρών, στις αλλεπάλληλες προσβολές που δέχθηκαν από ξηρά και αέρα, από την καλύτερη πολεμική μηχανή της σύγχρονης ιστορίας, έχουν αποτυπωθεί με ανάγλυφο τρόπο σε αρκετά βιβλία και οτιδήποτε άλλο γραφεί θα ήταν μάλλον περιττό. Οι ηρωισμοί δεν έλειψαν και ήταν πάμπολλοι. Αυτή η εσχατιά της χερσονήσου του Αίμου είναι γραφτό να γεννά πολιτισμούς και ήρωες. Λαμπρό παράδειγμα ο λοχίας Δημήτριος Ίτσιος που ήταν ο Διοικητής μεμονωμένου εξωτερικού Πολυβολείου (Π.8) στο οροπέδιο της Ομορφοπλαγιάς κοντά στο χωριό Άνω Πορρόια Σερρών, που ως νεότερος Λεωνίδας αντιστάθηκε με δύο στρατιώτες για πάνω από τέσσερις ώρες απέναντι σε ένα σύνταγμα  Γερμανών καταδρομέων, για να καλύψει την σύμπτυξη του υπολοίπου Ελληνικού τάγματος! Ο απόγονος τόσων Ελλήνων ηρώων, ξόδεψε και τις 33.000 σφαίρες που υπήρχαν στο πολυβολείο, προτού παραδοθεί στους Γερμανούς. Σύμφωνα με έρευνα, οι άνδρες του Π.8 ευθύνονται για τον θάνατο 232 Γερμανών στρατιωτών (και του αντισυνταγματάρχη Ebeling, διοικητή του 138ου Συντάγματος Ορεινών Καταδρομών), δηλαδή όσους σκότωσε ολόκληρος ο στρατός της Γιουγκοσλαβίας στη διάρκεια της Γερμανικής εισβολής τον Απρίλιο του 1941. Η αντίσταση του Π.8 εξόργισε τον στρατηγό Shorner, καθώς εκτός από τις μεγάλες απώλειες που προκάλεσε στους άνδρες του, ανέτρεψε τον σχεδιασμό του για την πρώτη ημέρα του πολέμου. Όταν ο στρατηγός Shorner πληροφορήθηκε το γεγονός ότι ο διοικητής του πολυβολείου ήταν ένας απλός έφεδρος λοχίας, θίχτηκε ο εγωισμός του και αφού συναντήθηκε με τον αιχμάλωτο Ίτσιο τον ρώτησε:

– Ποιος είναι ο Διοικητής σου στο πυροβολείο;

– Εγώ είμαι, απάντησε ο Ίτσιος

– Δεν υπάρχει αξιωματικός;

– Όχι!

– Ξέρεις ότι για χάρη σου έχασα έναν αντισυνταγματάρχη και 232 στρατιώτες;

– Λυπάμαι Στρατηγέ αλλά υπερασπίζομαι την Πατρίδα μου!

Μετά από αυτό ο Shorner έδωσε εντολή παρουσίασης όπλων σε μια διμοιρία Γερμανών στρατιωτών προς τιμήν του Ίτσιου, και αμέσως μετά έδωσε διαταγή να εκτελεσθεί ο Ίτσιος (κατά παράβαση της συνθήκης της Γενεύης), αλλά να μην πειραχτούν οι δύο στρατιώτες που ήταν μαζί του, τους οποίους απελευθέρωσε στα Άνω Πορρόια.

Το καθένα από τα οχυρά της «Γραμμής Μεταξά» έχει και την ιστορία του. Την γενναία αντίσταση των υπερασπιστών του. Πολλά οχυρά έμειναν απόρθητα και παραδόθηκαν στις 10 Απριλίου μετά την υπογραφή του σχετικού Πρωτοκόλλου Συνθηκολόγησης (9 Απριλίου), όταν η γραμμή Μεταξά υπερφαλαγγίσθηκε, καθώς οι Γερμανοί εισέβαλαν στην Ελλάδα από την Γιουγκοσλαβία και μέσω της κοιλάδας του Αξιού, τα Γερμανικά Panzer έφτασαν την 9η Απριλίου του 1941 στη Θεσσαλονίκη.

Να θυμίσουμε μόνο την απάντηση του Διοικητή του Ρούπελ, Ταγματάρχη Γεωργίου Δουράτσου, σε αιτιάσεις του Γερμανού επικεφαλής για παράδοση: «Τα οχυρά δεν παραδίδονται, καταλαμβάνονται». Ήταν η ίδια περήφανη απάντηση του «Μολών Λαβέ», ήταν ο απόηχος του: «Το την Πόλιν σοι δούναι…», αλλά και της αγέρωχης απάντησης των Υπερασπιστών της Ιεράς πόλεως του Μεσολογγίου: «Τα κλειδιά της πόλεώς μας βρίσκονται κρεμασμένα στις μπούκες των κανονιών μας»…