Στις 4 Ιουλίου του 1958, ο Αρχηγός Διγενής δίνει εντολή για γενικό ξεσηκωμό όλου του άμαχου πληθυσμού. Έτσι στο Αυγόρου η τοπική οργάνωση της ΕΟΚΑ τοποθέτησε σε όλο το χωριό συνθήματα, τα οποία όμως οι Άγγλοι στρατιώτες φρόντισαν να κατεβάσουν. Την επόμενη μέρα, χωρίς να το βάλουν κάτω, τοποθέτησαν εκ νέου συνθήματα και κατόπιν οδηγιών της Οργάνωσης, οι γυναίκες ετοιμάστηκαν για λιθοβολισμό των στρατιωτών.

Οι Άγγλοι, για να τους εκφοβίσουν, συλλαμβάνουν ένα δεκαπεντάχρονο αγόρι, τον Κυριάκο Μακρή και τον αναγκάζουν να ανέβει σε μια σκάλα για να κατεβάσει τα συνθήματα. Το δεκαπεντάχρονο παιδί αρνείται πεισματικά με αποτέλεσμα οι στρατιώτες να τον σέρνουν προς το στρατιωτικό όχημα, κτυπώντας τον αλύπητα με ρόπαλο. Τότε οι γυναίκες του χωριού, για να το προστατεύσουν, ορμούν και το αρπάζουν από τα χέρια των Άγγλων και το φυγαδεύουν.

Από τη συμπλοκή που είχε δημιουργηθεί στο κέντρο του Αυγόρου, οι καμπάνες άρχισαν να κτυπούν και συναγερμός σημάνθηκε, για να συγκεντρωθούν οι κάτοικοι του χωριού στην πλατεία.

Στην πλατεία ακολούθησε άγριος λιθοβολισμός από τους κατοίκους, με αποτέλεσμα οι Άγγλοι να αναγκαστούν να καλέσουν ενισχύσεις. Η συμπλοκή εξελίχθηκε σε μάχη. Σε λίγο καταφθάνουν τρία θωρακισμένα αυτοκίνητα και δυο μεγάλα αυτοκίνητα γεμάτα στρατιώτες, περικυκλώνοντας το πλήθος. Οι Άγγλοι εξαπέλυσαν επίθεση με ρόπαλα εναντίον των άοπλων κατοίκων, ενώ το ένα από τα τρία θωρακισμένα αυτοκίνητα ανοίγει πυρ, με αποτέλεσμα οι σφαίρες του να βρουν τη Λουκία Παπαγεωργίου Λαουτάρη στο κεφάλι και τον συγχωριανό της Παναγιώτη Ζαχαρία στο στήθος. Ο θάνατός τους ήταν ακαριαίος.

Λουκία Παπαγεωργίου Λαουτάρη

Η Λουκία Λαουτάρη γεννήθηκε στις 23 Μαρτίου του 1926, στο χωριό Αυγόρου της επαρχίας Αμμοχώστου. Τελείωσε το δημοτικό σχολείο του χωριού της και ασχολείτο με τα αγροτικά από πολύ νεαρή ηλικία, μία ακούραστη αγρότισσα, υπόδειγμα συζύγου και μητέρα έξι παιδιών. Η Λουκία και ο σύζυγός της Γεώργιος Λαουτάρης διατηρούσαν κρησφύγετο στο περιβόλι τους στο Αυγόρου, όπου φιλοξενούσαν και έκρυβαν καταζητούμενους αντάρτες της ΕΟΚΑ.

Η Λουκία, που ήταν μία από τις πρωτεργάτριες αυτής της επίθεσης, την ώρα της συμπλοκής έκανε μπάνιο τη μικρή της κόρη Θεοδώρα. Στο άκουσμα της καμπάνας, ήξερε πως πρέπει να φύγει να πάει εκεί που κτυπά για εκείνην ο ήχος της «Ελευθερίας». Κοιτάζει τη μικρή της κόρη, την αγκαλιάζει, της δίνει ένα φιλί και την αφήνει στη φροντίδα της αδελφής του ανδρός της. Τρέχει έξω από το σπίτι και κατευθύνεται στην πλατεία, κοντά στους άλλους συγχωριανούς, να δηλώσει και εκείνη τη παρουσία της. Δυστυχώς εκτελέστηκε εν ψυχρώ από τους Άγγλους στρατιώτες.

Για την οικογένεια Λαουτάρη ο θρήνος ήταν διπλός, αφού η Λουκία κυοφορούσε στο πέμπτο μήνα το έβδομο παιδί της.

Ακόμα μία απόδειξη για την τεράστια συμβολή της Ελληνίδας Κύπριας γυναίκας κατά τον Απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-1959. Μάλιστα, ο Αρχηγός Διγενής στα Απομνημονεύματά του αναφέρεται στη γυναίκα της ΕΟΚΑ με μεγάλο θαυμασμό, παρομοιάζοντάς τη με την γυναίκα Σπαρτιάτισσα, αφού ως αγωνίστρια και ως μάνα είχε τα χαρακτηριστικά εκείνα που θα ζήλευε κάθε γυναίκα του σήμερα. Αψηφούσε τον κάθε κίνδυνο, ξεγελούσε με μεγάλη δεξιοτεχνία τον Άγγλο κατακτητή, χειριζόταν τα πάντα με μεγάλη μυστικότητα, ευελιξία και πανουργία. Φύλαγε στο σπίτι της χωρίς δεύτερη σκέψη αντάρτες με κίνδυνο τη δική της ζωή και της οικογένειάς της, μετέφερε μέσα στο καλαθάκι της φυλλάδια, υλικά και σημειώματα αγωνιστών, και πολλές φορές όπλα και πυρομαχικά.

Αποτελούν το παράδειγμα ηρωισμού και θυσίας για τα ιδανικά και την ελευθερία ακόμα σήμερα.

Παναγιώτης Ζαχαρία

Ο Παναγιώτης Ζαχαρία γεννήθηκε στο χωριό Αυγόρου, της επαρχίας Αμμοχώστου, πιθανόν το 1914. Φοίτησε στο δημοτικό σχολείο του χωριού του και ήταν γεωργοκτηνοτρόφος. Εντάχθηκε στην ΕΟΚΑ με την έναρξη του Αγώνα και πρόσφερε τις υπηρεσίες του μαζί με τα παιδιά και τη σύζυγό του. Ο γιος του Αναστάσης ήταν μέλος των ομάδων κρούσεως της περιοχής και τα μικρότερα παιδιά του, Ανδρούλα και Γεώργιος, ανήκαν στην Άλκιμη Νεολαία της ΕΟΚΑ, ΑΝΕ. Στο περιβόλι του φιλοξενούσε καταζητούμενους, ενώ στο σπίτι του διατηρούσε κρύπτη, όπου φύλαγαν πολυγράφο για την εκτύπωση φυλλαδίων της Οργάνωσης, που διανέμονταν στα γύρω χωριά.

Παρών και ο ίδιος στη συμπλοκή, έπεσε από τα πυρά των Άγγλων στρατιωτών.

Ο θάνατός τους συγκλόνισε ολόκληρο τον κυπριακό λαό, ενώ συγχρόνως φούντωσε την αγωνιστικότητα και τη θέλησή του για ελευθερία