Ο Βασιλιάς Πύρρος, γεννήθηκε το 319 προς 318 π.Χ., περίπου επτά χρόνια μετά το θάνατο του Μέγα Αλέξανδρου. Ανήκε στη βασιλική οικογένεια των Μολοσσών, η οποία ιστορούσε τη καταγωγή της από τον Αχιλλέα, τον γνωστό ήρωα του Τρωικού πολέμου.

Οι αδελφοκτόνοι πόλεμοι των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ανάγκασαν τον Πύρρο, όταν ήταν ακόμα σε μικρή ηλικία, να ζήσει στην εξορία δύο φορές. Εξόριστος στην Ασία το 302 π.Χ., σχεδόν δεκαεφτά χρονών, πήρε τα πρώτα του μαθήματα περί στρατιωτικής τέχνης από τον γαμπρό του Δημήτριο Πολιορκητή. Διδάχθηκε τη τέχνη της πολιορκίας και είδε τη νέα στρατιωτική τακτική των Μακεδόνων με τη διάταξη των φαλάγγων, την οποία είχε χρησιμοποιήσει και ο Μέγας Αλέξανδρος για να συντρίψει τους αντιπάλους του.

Μετά τη μάχη στην Ίψο, ο Πύρρος στάλθηκε ως όμηρος στο βασιλιά της Αιγύπτου Πτολεμαίο, όπου με τον καιρό έγινε ευνοούμενος του και με τη βοήθειά του επανέκτησε το θρόνο του πατέρα του το 296 π.Χ. Αφοσιώθηκε με όλη του τη ψυχή στον εκπολιτισμό της χώρας του, της Ηπείρου. Έδωσε ώθηση στη διάδοση της Ελληνικής παιδείας, έχτισε νέες πόλεις με σύγχρονες οικοδομικές αντιλήψεις, στόλισε με αγάλματα τις πόλεις και φρόντισε για την εκτέλεση τεχνικών έργων, έχτισε ναούς, θέατρο, ανήγειρε πολλά μνημεία τέχνης, δημιουργώντας κατά αυτό τον τρόπο μια πόλη εφάμιλλη με τις άλλες ελληνικές πρωτεύουσες.

Ένωσε την Ήπειρο και δημιούργησε ένα σημαντικό βασίλειο που άρχιζε από τα Κεραύνια βουνά και την Αυλώνα, και έφτανε μέχρι τον Αχελώο.

Με έμφυτη τη τόλμη, έκανε αρκετές επιχειρήσεις επεκτείνοντας τη κυριαρχία του προς το βορρά. Το κράτος του τώρα ξεκίναγε από την Επίδαμνο (σημερινό Δυρράχιο), περιελάβανε την Κέρκυρα, όλη την Ήπειρο, και έφθανε ως τον Αχελώο.

Στα σχέδια του ήταν η Ήπειρος να γίνει μια κοσμοκράτειρα, ένα σχέδιο μεγαλόπνοο, εφάμιλλο, ίδιο με του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η δημιουργία ενός τεράστιου και ενιαίου ελληνικού κράτους που θα κυριαρχεί σε ολόκληρη τη Μεσόγειο.

Σε ηλικία 37 ετών το 280 π.Χ., με ευκαιρία τη βοήθεια που ζήτησε μία από τις πλουσιότερες ελληνικές πόλεις της Νότιας Ιταλίας λόγω της απειλής των Ρωμαίων, ξεκίνησε για τη κατάκτηση της Ιταλίας. Στο ποταμό Σίρι, κατατρόπωσε τις Ρωμαϊκές λεγεώνες και το 279 π.Χ., βαδίζοντας προς τη Ρώμη νίκησε τους Ρωμαίους στο Άσκλο. Η νίκη του αυτή αποκαλείται «Πύρρειος». Νίκησε τους Καρχηδόνιους στην πόλη Έρυκα της Σικελίας και κατέλαβε ολόκληρη τη Σικελία, όπου έμεινε τρία χρόνια και το 276 π.Χ., μάζεψε το στρατό του και το στόλο του και γύρισε στην Ιταλία. Σε μάχη στο Βενεβέντο ( 274 π.Χ. ), ηττήθηκε από τους λεγεώνες του Μάνιου Κούριου, χάνοντας περίπου 33.000 στρατιώτες, αναγκάζοντάς τον να επιστρέψει στην Ήπειρο.

Εναντιώθηκε στο βασιλιά της Μακεδονίας, Αντίγονο Γονατά όπου και νίκησε το στρατό του, περνώντας σε εκείνον η εξουσία του μεγαλύτερου μέρους της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας. Εισβάλλει στη Πελοπόννησο το 273 π.Χ., και αρχίζει τη προέλασή του εναντίον της Σπάρτης εκμεταλλευόμενος την απουσία του βασιλιά της Αρέα στη Κρήτη. Οι γυναίκες της Σπάρτης όμως, με επικεφαλή την Αρχιδάμεια τη κόρη του βασιλιά, κατασκεύασαν τάφρο για να αποκόψουν τους εισβολείς, και εξαιτίας του βαλτώδες εδάφους και της γενναίας αντίστασης των υπερασπιστών, ο Πύρρος με τρομερές απώλειες (σκοτώθηκε και ο γιος του Πτολεμαίος) , αναγκάστηκε να υποχωρήσει και στράφηκε προς το Άργος. Και εκεί όμως, οι συνθήκες τον ανάγκασαν σε υποχώρηση. Εφαρμόζοντας το σχέδιο της υποχώρησης και πολεμώντας σκληρά σε ένα στενό δρομάκι, δέχθηκε στο κεφάλι ένα κεραμίδι το οποίο πέταξε από τη στέγη μια Αργίτισσα γυναίκα προκείμενου να προστατέψει τον γιο της που ήταν έτοιμος να διατρυπηθεί από τον Πύρρο. Ήταν τόσο δυνατό το χτύπημα, με αποτέλεσμα να λιποθυμήσει. Ένας στρατιώτης του Αντίγονου, τον αναγνώρισε και με το ιλλυρικό μαχαίρι έκοψε το κεφάλι του «Αετού» της Ηπείρου σε ηλικία 46 ετών. Με το θάνατο του Πύρρου, έσβησε και η δόξα της Ηπείρου. Οι κατακτήσεις του σε Μακεδονία και Θεσσαλία, περιήλθαν στον Αντίγονο.

Η Ήπειρος, γεννήθηκε με τον Πύρρο, δοξάστηκε μαζί του και έσβησε με τον θάνατό του….