Στην Αρχαία Ελληνική ιστορία, σημαντικό σταθμό αποτελούν οι αγώνες και οι μάχες που έχουν δώσεις οι Έλληνες κατά των Περσών υπερασπίζοντας την ελευθερία του Έθνους. Οι πόλεμοι προκλήθηκαν από τους Πέρσες στη προσπάθειά τους να υποτάξουν την Ν.Α Ευρώπη, όμως οι λαμπρές νίκες των Ελλήνων, δημιούργησαν τον κλασικό πολιτισμό, όπου οι αρχές και τα ιδεώδη του έμελλε να αποτελούν σήμερα, τα θεμέλια του ευρωπαϊκού πολιτισμού.

Ο ελληνικό ς στόλος, μετά τη κατάληψη του στενού των Θερμοπυλών από τον Ξέρξη και τη λήξη της ναυμαχίας του Αρτεμισίου, κατευθύνθηκε προς τις ακτές της Αττικής εγκαταλείποντας τη θαλάσσια περιοχή της Β. Εύβοιας. Ο δρόμος για την κατάκτηση ολόκληρης της Κεντρικής Ελλάδος από τον Ξέρξη και το στρατό του, ανοίγει.

Ο Θεμιστοκλής, από την άλλη πλευρά, ωθεί τους Αθηναίους να εκκενώσουν τη πόλη υπό τη προστασία του Ελληνικού στόλου, όπου και αγκυροβόλησε στη Σαλαμίνα.

Μετά τη κατάληψη της Αττικής από τους Πέρσες, συγκεντρώθηκε σε τρία σημεία : ο κύριος όγκος του στόλου στα σημερινά Αμπελάκια, απ’ όπου φαίνονταν η Αθήνα παραδομένη στης φλόγες, ένα μικρότερο τμήμα αποτελούμενο από αιγινήτικα πλοία έμεινε να φυλάει την Αίγινα και ένα τρίτο τμήμα κατευθύνθηκε στον Πώγωνα, τον σημερινό Πόρο. Ο Ξέρξης με τον στρατό του, στάθμευσε στη νότια παράλια της Αττικής έχοντας το στρατηγείο του στο Φάληρο.

Στα σχέδια των Περσών, ήταν να καταστρέψουν αιφνιδίως τα ελληνικά πλοία που βρίσκονταν στις αμμουδιές ή αγκυροβολημένα στους κόλπους της ΒΑ ακτής της Σαλαμίνας, να καταλάβουν τη Σαλαμίνα και έτσι να επιτυγχάνοντας στην ευνοϊκή έκβαση του αγώνα, θα τους ανοιγόταν οπ δρόμος για τον Ισθμό και τη κατάληψη της υπόλοιπης Ελλάδας.

Ο Θεμιστοκλής, ξέροντας ήδη τα πλεονεκτήματα της θαλάσσιας αμυντικής γραμμής της Σαλαμίνας, στις συσκέψεις μεταξύ των αρχηγών των στόλων, επιδεικνύοντας την μεγαλοφυΐα του, φρόντισε να πείσει για τη καταλληλότητα της θέσεως στο νησί. Το νησί αυτό, ήταν το μόνο εδαφικό τμήμα του Αθηναϊκού κράτους που δεν υποδουλώθηκε στους Πέρσες, χρησίμευε ως καταφύγιο για μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Αττικής, ως στρατιωτική βάση στα νώτα του Περσικού στρατού σε περίπτωση προελάσεως από τον Ισθμό και αποτελούσε, με τις προφυλαγμένες από τους ανέμους ακτές του απέναντι από την Αττική, ιδεώδη βάση για το Ελληνικό ναυτικό που κάλυπτε από τη Θάλασσα τον Ισθμό.

Η ναυμαχία διεξήχθη στις 29 Σεπτεμβρίου. Ο Περσικός στόλος απέπλευσε από το Φάληρο με κατεύθυνση προς τα Δυτικά, ενώ τμήμα του Περσικού στρατού αποβιβάσθηκε και κατέλαβε την Ψυτάλλεια με σκοπό, κατά τη διάρκεια της ναυμαχίας, την περισυλλογή των Περσών ναυαγών και την εξόντωση των Ελλήνων ναυαγών. Γύρω στις δύο μετά τα μεσάνυχτα τα Περσικά πλοία προχωρούσαν κατά μήκος των ακτών της Αττικής με την εξής σειρά: Φοινικικά και Αιγυπτιακά προς το μέρος της Ελευσίνας, κατόπιν τα πλοία της Κύπρου, της Λυκίας και της Παμφυλίας και τέλος προς τον Πειραιά, τα Καρικά και τα πλοία της Ιωνίας.Οι Έλληνες πληροφορήθηκαν εγκαίρως τις κινήσεις του Περσικού στόλου από τον Αριστείδη, που ήρθε νύχτα από την Αίγινα, χάνοντας με αυτό τον τρόπο οι Πέρσες το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού.

Όταν ξημέρωσε, δόθηκε διαταγή από τον Ευρυβιάδη, διοικητή των Ελληνικών δυνάμεων, να αναπτυχθεί ο Ελληνικός στόλος προς την κατεύθυνση των Περσών. Τη δεξιά πτέρυγα είχε καταλάβει ο ίδιος ο Ευρυβιάδης με τις μοίρες της Σπάρτης, της Κορίνθου, της Αίγινας και των Μεγάρων. Οι τριήρεις των μικρότερων ελληνικών πόλεων τάχθηκαν στο μέσον, ενώ στην αριστερή πλευρά κατέλαβαν θέση με αρχηγό το Θεμιστοκλή, οι Τριήρεις των Αθηναίων, με σκοπό στην αποφυγή ενδεχόμενου εγκλωβισμού των Ελληνικών Πλοίων εντός του αγκυροβολίου τους.

Πλέοντας όμως ο Ελληνικός στόλος προς τα εμπρός θα συναντούσε σύντομα τον Περσικό, στο μέσο περίπου του στενού, σε χώρο δηλαδή αρκετά ανοικτό και συνεπώς ευνοϊκότερο για τους Πέρσες, οι οποίοι θα είχαν έτσι την ευχέρεια χρησιμοποιήσεως του συνόλου σχεδόν των πλοίων τους και τη δυνατότητα κυκλωτικών ελιγμών από τα δύο άκρα του Ελληνικού στόλου. Για να αποτραπεί ακριβώς αυτή η συνάντηση των δύο στόλων στο μέσον του στενού, τα Ελληνικά πλοία ανέκοψαν την πορεία τους προς τα εμπρός κι άρχισαν να κινούνται προς τα πίσω, κωπηλατώντας ανάποδα προς τη Σαλαμίνα, χωρίς να αναστρέψουν, διατηρώντας σταθερά τις πλώρες προ τον εχθρό, σε τάξη, χωρίς να χαθεί η συνοχή του στόλου, συνεχίσθηκε δε ως μία γραμμή κοντά στις ακτές της Σαλαμίνας, όπου είχαν παραταχθεί οι Αθηναίοι οπλίτες, εκεί ο στόλος παρατεταγμένος σε μέτωπο με στήριγμα προς τα δεξιά την Κυνόσουρα και προς τα αριστερά το σημερινό νησί του Αγίου Γεωργίου, ώστε να αποτρέπεται ο κίνδυνος κυκλώσεως, σταμάτησε για να συγκρουστεί με τον εχθρό.

Αρχικά, η ναυμαχία ήταν αμφίρροπη και οι Πέρσες προέλαυναν, και ενώ στη δεξιά πλευρά οι Ίωνες πίεζαν σοβαρά του Λακεδαιμόνιους και τους Αιγινήτες, οι Σάμιοι κυρίευσαν μερικές Ελληνικές τριήρεις. Αργότερα όμως, όσο διεξαγόταν η μάχη άρχισε να επικρατεί η εξαιρετική επιδεξιότητα των Ελληνικών πληρωμάτων και η ανώτερη τακτική των Ελλήνων, και πρώτα στο αριστερό μέρος τη Ελληνικής παράταξης, όπου βρισκόταν η ισχυρότατη μοίρα των 200 Αθηναίων τριήρεων έχοντας απέναντι της τα πλοία των Φοινίκων. Η τακτική των Φοινίκων ήταν κυρίως να πολεμούν ρίχνοντας βροχή βελών και ακοντίων από τα ψηλά καταστρώματα τους καθώς μάλιστα διέθεταν 30 τοξότες σε κάθε πλοίο. Από την άλλη πλευρά οι Αθηναίοι διέθεταν 4 τοξότες και 14 οπλίτες σε κάθε τριήρη, πλεονεκτούσαν όμως στη χρήση του εμβόλου, έτσι εκμεταλλευόμενοι τον κλυδωνισμό των Φοινικικών πλοίων από τον άνεμο και το κύμα, που είχε ως αποτέλεσμα να αστοχούν τα τοξεύματα, ορμούσαν εναντίον τους και είτε έθραυαν τα κουπιά και ακινητοποιούσαν τα εχθρικά πλοία είτε τα κτυπούσαν με τα έμβολα στα πλευρά. Έπειτα οι Αθηναίοι οπλίτες πηδούσαν στο κατάστρωμα και εξόντωναν τα εχθρικά πληρώματα ή άφηναν τα πλοία να βυθιστούν από τα ρήγματα των εμβόλων. Η καταβύθιση των πρώτων Φοινικικών πλοίων, δεν άργησε να έρθει και λίγο αργότερα οι Αθηναϊκές τριήρεις, διαθέσιμες μετά την κατανίκη των Φοινίκων άρχισαν να επιτίθενται στο Περσικό στόλο με αποτέλεσμα τη σύνθλιψη κάποιου μέρους του και την άτακτη φυγή του υπολοίπου προς το Φάληρο, ενώ καταδιώκονταν από τον Ελληνικό στόλο. ο Αριστείδης, με μερικούς Αθηναίους οπλίτες που ήταν παρατεταγμένοι στην ακτή της Σαλαμίνας, αποβιβάσθηκε στην Ψυτάλλεια και εξόντωσε την εκεί απομονωμένη Περσική φρουρά.

Η Ναυμαχία της Σαλαμίνας έληξε με θρίαμβο των Ελλήνων ( οι οποίοι με δύναμη μόλις 378 πλοία αντιμετώπισαν με ανδρεία και θάρρος την αντίπαλη δύναμη των Περσών με 1.207 πλοία ), πέρασε όχι μόνο στην ελληνική αλλά και στη παγκόσμια ιστορία, αποτελώντας παράδειγμα και δίδαγμα. Έγινε λόγος για τους ρήτορες και έργο για τους μεγάλους τραγικούς ( «Οι Πέρσες» του Αισχύλου, «Οι Φόνισσες» του Φρυνίχου κλπ ).