Ο Ανδρέας Επιφανίου, γεννήθηκε στις 26 Δεκεμβρίου του 1938 στο χωριό Πηγή της επαρχίας Αμμοχώστου. Αποφοίτησε από το δημοτικό σχολείο Πηγή και ασκούσε το επάγγελμα του ξυλουργού. Το ενδιαφέρον του ήταν ιδιαίτερα στραμμένο στα δικαιώματα των εργαζομένων.

Με το ξεκίνημα του Αγώνα εντάχθηκε στην ομάδα της ΕΟΚΑ του χωριού του και πρόσφερε τις υπηρεσίες του. Είχε τη συμπαράσταση και τη βοήθεια της οικογένειάς του. Κάποιες από τις δράσεις του ήταν η διανομή φυλλαδίων, η αναγραφή συνθημάτων και η διαφώτιση, που γινόταν κυρίως στα καφενεία του χωριού. Ο αδελφός του Ορθόδοξος ήταν μέλος της ΑΝΕ.

Ανάμεσα στα άλλα καθήκοντα που η Οργάνωση είχε αναθέσει στον Ανδρέα, ήταν και η εκφώνηση διαφόρων συνθημάτων. Τέτοια συνθήματα εκφωνούνταν σε ολόκληρη την Κύπρο, παράλληλα με τη ρίψη φυλλαδίων, για άμεση πληροφόρηση και για εμψύχωση του λαού.

Η προσφορά τους αυτή στην εθνικόφρονα παράταξη προκαλούσε οργή σε μέλη της αριστεράς, που καταδίωκαν τον Ανδρέα και την οικογένειά του.

Στις 27 Δεκεμβρίου 1957, ενώ ο Ανδρέας Επιφανίου εκφωνούσε με τον τηλεβόα συνθήματα της ΕΟΚΑ, αναγνωρίστηκε η φωνή του και ομάδα αριστερών, οι οποίοι ενεργούσαν υπό την επήρεια ποτού, έπιναν σε ταβέρνα του χωριού την ώρα εκείνη, του έστησαν καρτέρι έξω από το σπίτι του και τον κτύπησαν με μαχαίρι.

Ο Ανδρέας ξεψυχώντας σε λίγο στα χέρια της μητέρας του πρόλαβε να κατονομάσει το άτομο που τον κτύπησε, τον οποίο βέβαια η αγγλική Κυβέρνηση φυγάδευσε στην Αγγλία για την ασφάλεια του.

Ο 19χρονος Ανδρέας, κηδεύτηκε με τιμές Ήρωα.