«Οι αγωνισταί της Ελευθερίας δεν παραδίδονται.

Νικούν ή πεθαίνουν»

Ο Μιχαήλ Παρίδης, γεννήθηκε το 1933 στο μικρό χωριό Αναφωτία της επαρχίας Λάρνακας. Σπούδασε στο λύκειο Λάρνακας και αργότερα εργάστηκε ως τραπεζικός υπάλληλος. Από μικρός μαθητής ακόμα διακρινόταν για την θεοσέβειά του και την πατριωτική του αρετή. Από έφηβος πρωτοστατούσε σε κάθε εθνική, πολιτιστική και θρησκευτική εκδήλωση.

Στον αγώνα της ΕΟΚΑ μυήθηκε από το 1954 και συνελήφθη από την πρώτη νύχτα της μαχητικής εξορμήσεως (1η Απριλίου 1955). Καταδικάστηκε σε επταετή φυλάκιση, όμως στις 12 Δεκεμβρίου του 1957, απέδρασε από το γενικό νοσοκομείο Λευκωσίας, όπου τον είχαν μεταφέρει για νοσηλεία και ενώθηκε με το αντάρτικο σώμα. Στη φυλακή αποτέλεσε φαινόμενο ήθους και αντοχής. Μετά τη δραπέτευσή του, κατέφυγε στην περιοχή Αγλαντζιάς και αργότερα στην Λάρνακα.

Διετέλεσε τομεάρχης της επαρχίας Λάρνακας, εκτός από τη πόλη, και αρχηγός αντάρτικης ομάδας της περιοχής Λάρνακας.

Στις 27 Αυγούστου του 1958 στο χωριό Βάβλα, ο 26χρονος Μιχαήλ Παρίδης έπεσε ηρωικά αρνούμενος να παραδοθεί στους Άγγλους στρατιώτες οι οποίοι είχαν περικυκλώσει το σπίτι στο οποίο κρυβόταν. Αντιστάθηκε πυροβολώντας εναντίον των διωκτών του, όμως οι σφαίρες του εχθρού τον έριξαν νεκρό.

Η έκφραση της υπέρτατης ικανοποίησης για την θυσία του υπέρ της πατρίδος, ήταν ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του.

«Μ’ αν αφήσης στην μάχη την πνοή σου την ύστατη

Πιο χρηστά δεν μπορούσες τη ζωή να προσφέρης»