Καθ’ όλη τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα, οι δολιοφθορές εις βάρος των βρετανικών στρατοπέδων και άλλων στρατιωτικών στόχων, ήταν σύνηθες φαινόμενο. Οι Βρετανοί, είχαν λάβει υψηλά μέτρα ασφαλείας ενώ υπήρχε και αυστηρός έλεγχος των Κυπρίων που εργάζονταν σε βρετανικές βάσεις, παρ’ όλα αυτά όμως οι τοποθετήσεις εκρηκτικών μηχανισμών σε εγκαταστάσεις και στρατόπεδα, δε μπόρεσαν να εξαλειφθούν.

Μία από τις πιο εντυπωσιακές επιθέσεις, ήταν εκείνη που έλαβε χώρα στις 26 Νοεμβρίου του 1957. Στόχος είχε επιλεγεί η αεροπορική βάση Ακρωτηρίου νοτιοδυτικά της Λεμεσού, παρά τα δρακόντεια μέτρα που εφαρμόζονταν για την επαρκή προστασία της. Περιβαλλόταν από σειρές συρματοπλέγματα, ενώ την περίμετρο έλεγχαν κινητές περίπολοι με ανιχνευτικούς σκύλους. Η στρατηγική της σημασία ήταν μεγάλη για την υποστήριξη και εκτέλεση αεροπορικών επιχειρήσεων στη ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου και Μέσης Ανατολής. Στις 31 Οκτωβρίου του 1956, είχε εξαπολυθεί από εκεί εναέρια επίθεση κατά αιγυπτιακών στόχων, στις γαλλοβρετανικές επιχειρήσεις του Σουέζ.

Την επιχείρηση προσβολής του αεροδρομίου, ανέλαβε ομάδα που αποτελούταν από έφηβους με επικεφαλή τον δεκαεπτάχρονο τότε μαθητή του Λανιτείου Γυμνασίου Λεμεσού, Ανδρέα Βασιλείου. Οι νεαροί Αγωνιστές, κατάφεραν να τοποθετήσουν δύο βόμβες σε ισάριθμα αεριωθούμενα βομβαρδιστικά τύπου Canberra, τα οποία βρίσκονταν με άλλα αεροσκάφη στο γιγαντιαίο υπόστεγο επισκευών ( μήκος 120 μ. και ύψος 20 μ. ).

Το απόγευμα της 26ης Νοεμβρίου, ακούστηκαν δύο εκκωφαντικές εκρήξεις από το υπόστεγο. Ακολούθησαν αλλεπάλληλες εκρήξεις στις δεξαμενές καυσίμων των αεροσκαφών. Στο υπόστεγο, βρίσκονταν τέσσερα βομβαρδιστικά Canberra και ένα τύπου Venom. Μέσα σε λίγα λεπτά, τεράστιες φλόγες έζωσαν το υπόστεγο. Οι ομάδες πυρόσβεσης του αεροδρομίου, δε στάθηκαν ικανές για να ελέγξουν τη πυρκαγιά, παρά τις προσπάθειες που κατέβαλαν. Αποτέλεσμα είχε, η κατάρρευση ολόκληρης της οροφής, καταπλακώνοντας και καταστρέφοντας τα πέντε αεροσκάφη και ολόκληρο τον μηχανολογικό εξοπλισμό που υπήρχε μέσα στο υπόστεγο. Ήταν από τις πιο καταστροφικές δολιοφθορές σε βάρος των βρετανικών δυνάμεων, μέχρι τότε. Οι ζημιές ανήλθαν σε 4.500.000 λίρες.

Ο Αρχηγός Γεώργιος Γρίβας Διγενής βαθιά ικανοποιημένος από την επιτυχία της επιχείρησης δήλωσε: <<Δεν είναι προς τιμήν των Άγγλων ότι αι βάσεις των συνεκλονίζοντο συχνότατα από τας ημετέρας βόμβας. Δεν πρόκειται να εκθέσω τίνι τρόπω συνεκροτήσαμεν τας ομάδας δολιοφθορών εντός αυτων και πώς αύται ειργάζοντο, τόσον διά να εισαγάγουν τας εκρηκτικάς ύλας, όσον και διά να τας τοποθετήσουν. Οι Άγγλοι, παρ’όλα τα αυστηρότατα μέτρα τα οποία έλαβον, δεν κατώρθωσαν ποτέ να εξουδετερώσουν τας ομάδας δολιοφθοράς εντός των βάσεων. Εάν κανείς εγνώριζε ποίαι δυσκολίαι παρενεβάλλοντο εις τας δολιοφθοράς εντός των αγγλικών στρατιωτικών βάσεων, τότε θα αντελαμβάνοντο οποίαι ηρωικαί πράξεις επετελέσθησαν υπό των ομάδων μας>>.