Πρακτικό Συλλόγου Ανόρθωσις Αμμοχώστου, της 22ας Οκτωβρίου 1958: «Ο Παναγιώτης Τουμάζου, υιός του από δεκάδων ετών μέλους του Συλλόγου μας κ. Θεόφιλου Τουμάζου, πίπτει μαχόμενος εις τα βουνά του Τροόδους ποτίζων και αυτός δια του αίματός του, το Δένδρον της Ελευθερίας.»

Ο Παναγιώτης Τουμάζου, γεννήθηκε στις 12 Ιουλίου 1939, στην Αμμόχωστο. Προερχόταν από πολύτεκνη οικογένεια και είχε άλλα έντεκα αδέλφια. Τελείωσε το δημοτικό σχολείο και το Ελληνικό Γυμνάσιο στην Αμμόχωστο και εργάστηκε ως εκτελωνιστής.

Στον αγώνα της ΕΟΚΑ, εντάχθηκε από το 1955 και ενώ ήταν ακόμα μαθητής. Ανήκε στην ομάδα του σχολείου του και συνεργαζόταν και με τις ομάδες του Εμπορικού Λυκείου Αμμοχώστου. Ξεκίνησε την ενεργή του δράση με κυκλοφορία φυλλαδίων και αναγραφή συνθημάτων και συνέχισε σε ομάδες κρούσεως και ενεδρών, ενώ τοο Δεκέμβριο του 1955 έλαβε μέρος σε βομβιστική επίθεση εναντίον στρατιωτικού οχήματος. Στις 20 Ιουλίου του 1958, κατά την περίοδο των τουρκικών επιθέσεων, ύστερα από εντολή της Οργάνωσης επιτέθηκε μαζί με ένα συναγωνιστή του εναντίον Τούρκου πράκτορα των Άγγλων.

Μετά από προδοσία, καταζητήθηκε και κατέφυγε στην αντάρτικη ομάδα με το ψευδώνυμο “Ονήσιλος”, του τομέα Σολέας.

Στις 22 Οκτωβρίου του 1958, χάνει τη ζωή του από τα πυρά των Άγγλων στρατιωτών, ύστερα από ενέδρα κατά αυτών, κοντά στην περιοχή της Κακοπετριάς.

Ο συναγωνιστής του, Αντωνάκης Σολομώντος αφηγείται : “Τον Οκτώβριο του 1958 ενεδρεύαμε για δεκατρείς νύκτες στο δρόμο Κακοπετριάς-Καρβουνά, με εντολή του τομεάρχη μας να κτυπήσουμε. Τη δέκατη τρίτη μέρα ο Γιώτης, όπως φωνάζαμε τον Τουμάζο, έκοψε ένα κλαδί αγριελιάς, την έβαλε στην τσέπη και μας είπε : Αν πέσω, να το βρούνε οι Άγγλοι και να μάθουν ότι πολεμούμε για την ειρήνη. Ήμαστε τρεις. Μαζί μας ήταν και ο Ανδρέας Αγγελή. Ήταν η ώρα 7.15΄ το βράδυ, στις 22 Οκτωβρίου 1958, όταν εμφανίστηκαν δυο μεγάλα αυτοκίνητα με στρατιώτες. Επιτεθήκαμε, εγώ με το αυτόματο και ο Γιώτης πάτησε το διακόπτη της νάρκης. Ήμουν δίπλα του. Ο μηχανισμός της νάρκης δεν λειτούργησε και δεν εξερράγη. Ο Γιώτης ανασηκώθηκε να κτυπήσει με χειροβομβίδα. Τότε μια σφαίρα των Άγγλων τον πέτυχε στο κεφάλι. Δοκίμασα να τον σηκώσω. Οι φλόγες όμως, που προκάλεσαν οι Άγγλοι με τα φλογοβόλα, με ζώσανε από παντού. Δεν μπόρεσα να τον μεταφέρω. Οπισθοχώρησα. Εκείνος έμεινε εκεί με το κλαδί της ελιάς στην τσέπη.”