Ο Κυριάκος Μάτσης, ήταν μια από τις πιο συγκλονιστικές μορφές της ΕΟΚΑ, ήταν άνθρωπος προικισμένος με σπάνιες αρετές και ιδανικά, προκαλούσε τον σεβασμό των συναγωνιστών του, τους παρηγορούσε, τους εμψύχωνε και τους συμβούλευε. Διέθετε ευγένεια, θάρρος και αξιοπρέπεια. Γεννήθηκε στο ορεινό Παλαιχώρι της επαρχίας Λευκωσίας στις 23 Ιανουαρίου του 1926 και ήταν το πρώτο από τα τέσσερα παιδιά της αγροτικής οικογένειας του Χριστοφή και της Κυριακούς.

Αφού τελείωσε το δημοτικό σχολείο της γενέτειράς του συνέχισε το 1939 στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου από όπου αποφοίτησε το 1945. Σε ηλικία 20 ετών βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη ως φοιτητής της Γεωπονικής Σχολής. Δραστηριοποιήθηκε αμέσως στο φοιτητικό περιβάλλον της συμπρωτεύουσας δίνοντας διαλέξεις στον ευρύτερο μακεδονικό χώρο, εστιάζοντας στο ζήτημα της Κύπρου και υπενθυμίζοντας ότι το νησί παρέμενε υπόδουλο στη βρετανική κυριαρχία. Παράλληλα αρθρογραφούσε στην εφημερίδα «Μακεδονία» παρακινώντας τους Θεσσαλονικείς σχετικά με το Κυπριακό.

Στη Θεσσαλονίκη μεταξύ άλλων γνωρίστηκε και με τον Γρηγόρη Αυξεντίου, όταν το 1951 μαζί με τον Ανδρέα Αζίνα φιλοξένησαν τον Λυσιώτη ήρωα στη συμπρωτεύουσα. Μεταξύ Μάτση και Αυξεντίου δημιουργήθηκε αδελφική φιλία, εκτίμηση και αλληλοσεβασμός. Μάλιστα, ο Αυξεντίου ήταν αυτός που μερικά χρόνια αργότερα θα μυούσε τον Μάτση στην ΕΟΚΑ.

Το καλοκαίρι του 1952, ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο τμήμα της Γεωπονικής και  επέστρεψε στην Κύπρο όπου εργάστηκε ως διευθυντής στο αγρόκτημα της Κυπριακής Αγροτικής Εταιρείας στα Κούκλια Αμμοχώστου.

Όταν ξεκίνησε ο Αγώνας, ο Κυριάκος Μάτσης όντας ήδη ένα από τα πιο δυναμικότερα στελέχη της ΕΟΚΑ, αρχικά του ανατέθηκε ο τομέας Αμμοχώστου και η δημιουργία ομάδων κρούσεως σε Αμμόχωστο και Μιτσερό ενώ από τον Αύγουστο του 1955 ανέλαβε Παγκύπριος σύνδεσμος μεταξύ Γρίβα και αγωνιστών καθώς και υπεύθυνος μεταφοράς οπλισμού και εφοδίων. Μάλιστα, τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους κατέβαλε προσπάθειες για την απελευθέρωση του Καραολή, χωρίς όμως θετικό αποτέλεσμα.

Ήταν από τους πρώτους οι οποίοι συνελήφθησαν. Τον Ιανουάριο του 1956, μεταφέρθηκε στη Λευκωσία, στα κρατητήρια της Ομορφίτας και έπειτα στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως της Κοκκινοτριμιθιάς. Εκεί, τρεις από τους πιο σκληρούς ανακριτές (Μόρις, Περέιρα και Μακάουαρτ), τον βασάνισαν ανηλεώς επί μέρες. Ήταν τέτοια η αντοχή του, αλύγιστος, που οι Άγγλοι αναγκάστηκαν να ζητήσουν την επίσκεψη του ίδιου του στρατάρχη, Χάρτινγκ. Ο κυβερνήτης ευθύς του ζήτησε να του υποδείξει που βρίσκεται το κρησφύγετο του Αρχηγού Γεωργίου Γρίβα. Ο Κυριάκος Μάτσης τον κοίταξε μέσα στα μάτια και χτυπώντας δυνατά το χέρι του στο τραπέζι του απάντησε: «Εξοχότατε. Ου περί χρημάτων τον αγώνα ποιούμεθα, αλλά περί αρετής». Άκαμπτος ο Μάτσης, ο Χάρτινγκ πίστεψε ατυχώς,  ότι θα μπορούσε να τον κάνει να προδώσει χρηματίζοντάς τον, με ποσό διόλου ευκαταφρόνητο (μισό εκατομμύριο κυπριακές λίρες).

Εφτά μήνες μετά τη σύλληψη του, κατάφερε και απέδρασε μαζί με έξι συναγωνιστές του, μεταμφιεσμένος σε οικοδόμο. Κατά τα τέλη του 1956, βρέθηκε στο θρυλικό βουνό, Πενταδάκτυλος, δεδομένου ότι ο Γεώργιος Γρίβας του ανέθεσε το τομέα Κυρήνειας. Αμέσως ξεκίνησε την ενεργό του δράση, αρχικά εκπαιδεύοντας τους αντάρτες της περιοχής. Ο Μάτσης, όπου τύχαινε να βρεθεί απηύθυνε λόγους έχοντας πάντα την ίδια κατάληξη, την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Με το ψευδώνυμο «Μιλτιάδης», το 1958 αντιμετώπισε επανειλημμένα τους Βρετανούς. Σε δράση μάλιστα, εγκλωβίσθηκε με την ομάδα του στον Άγιο Γεώργιο δυτικά της πόλης, σε θανάσιμη λαβίδα την οποία σχημάτισαν τα διωκτικά αποσπάσματα του εχθρού. Κατόρθωσε να διασπάσει τον κλοιό και γύρισε με τους άνδρες του στο Πενταδάκτυλο, στο παλαιό Καθολικό αββαείο του Πέλλαπαϊς, το οποίο είχε ιδρυθεί επί Φραγκοκρατίας.

Στις 19 Νοεμβρίου του 1958, ο Μάτσης βρισκόταν στο Κάτω Δίκωμο, στις πλαγιές του Πενταδάκτυλου. Μαζί με τους συναγωνιστές του, Ανδρέα Σοφιόπουλο και Κώστα Χριστοδούλου, ανέμεναν στο κρησφύγετο στο σπίτι του Κυριάκου Διάκου, ώσπου οι Βρετανοί να ολοκληρώσουν τις έρευνες τις οποίες διεξήγαν για να βρουν μέλη καταζητούμενα της ΕΟΚΑ. Περίπου σαράντα στρατιώτες και άλλες μονάδες, εξερευνούσαν όλη τη περιοχή της Κυρήνειας. Δύο φορές ερεύνησαν το σπίτι του Διάκου, αλλά και τις δύο έφυγαν άπραγοι. Μετά όμως από προδοσία, γύρισαν ξανά πίσω και αυτή τη φορά έκαναν εξονυχιστικό έλεγχο. Εντόπισαν την είσοδο του κρησφύγετου και κατέστρεψαν το κάλυμμα. Ο Κυριάκος Μάτσης και οι σύντροφοί του, έθεσαν τα όπλα τους σε ετοιμότητα, ενώ έκαιγαν όλα τα έγγραφα της ΕΟΚΑ για να μη καταλήξουν στα χέρια του εχθρού απόρρητα στοιχεία της Οργάνωσης. Τότε ο Μάτσης, διέταξε στους δύο Συναγωνιστές να παραδοθούν.

Εκείνοι αρνήθηκαν, όμως η διαταγή επαναλήφθηκε. Τον φίλησαν δακρυσμένοι και εξήλθαν από το υπόγειο. Ένα αξιωματικός, απευθυνόμενος στον Μάτση, τον διέταξε να παραδοθεί. «ΌΧΙ», ακούστηκε στεντόρεια η φωνή του.

Ακολούθησαν απειλές από τους Βρετανούς, ότι θα έχυναν πετρέλαιο και θα τον έκαιγαν ζωντανό. Οι τελευταίες του κουβέντες πριν γραφτεί το ηρωικό τέλος του Αγωνιστή, καταγράφηκαν από τους παρόντες σαν να έβγαιναν από τα βάθη της ιστορίας: «Αν θα βγω, θα βγω πυροβολώντας. Ζωντανό από μέσα δε θα με βγάλετε. Αν τολμάτε, ελάτε!!».

Η σκηνή που ακολούθησε, παρέπεμπε στο ηρωικό τέλος του Αυξεντίου, στο Μαχαιρά. Οι Άγγλοι, έριξαν χειροβομβίδες μέσα στη κρύπτη και ο Κυριάκος Μάτσης πέρασε στην αθανασία.

Όταν αραίωσαν οι καπνοί, μέσα στο κρησφύγετο εισήλθαν οι Άγγλοι στρατιώτες και κάποιοι δημοσιογράφοι. Ο Κυριάκος Μάτσης, είχε γείρει στο πλάι, το ένα του πόδι είχε αποκοπεί, ενώ στα χέρια του ακόμα κρατούσε τα δύο αυτόματα.

Την επόμενη ημέρα, οι Βρετανοί ανατίναξαν την οικία του Κυριάκου Διάκου, ενώ φοβούμενοι περαιτέρω αντιδράσεις αρνήθηκαν να παραδώσουν στην οικογένεια του Μάτση το λείψανο του, το οποίο ετάφη στον περίβολο των Κεντρικών Φυλακών Λευκωσίας (Φυλακισμένα Μνήματα), στο ίδιο μνήμα με τον θαμμένο από το 1956, αγωνιστή Ανδρέα Ζάκο.

Το ολοκαύτωμα του Μάτση προκάλεσε συγκίνηση και αντιδράσεις σε ολόκληρο τον ελληνισμό. Το Γυμνάσιο Αμμοχώστου κήρυξε τριήμερο πένθος, μαθητές σχολείων σε Αμμόχωστο και Λάρνακα απείχαν από τα μαθήματα τους, στην Αθήνα η Πανελλήνιος Ομοσπονδία Γεωπόνων κατέθεσε την 22α Νοεμβρίου ψήφισμα διαμαρτυρίας και νεολαίες διαφόρων πολιτικών παρατάξεων προχώρησαν στις 30 Νοεμβρίου σε μνημόσυνα υπέρ της αναπαύσεως του Μάτση, ενώ την 23η Νοεμβρίου, φοιτητές πραγματοποίησαν σιωπηλή πορεία διαμαρτυρίας στη Θεσσαλονίκη.

Ο πατέρας του, Χριστοφής Μάτσης θα δηλώσει με λιτό ύφος: «Τόσον εγώ όσο και η σύζυγος μου, είμαστε υπερήφανοι για τον ηρωικό θάνατο του αγαπημένου μας παιδιού. Ο γιος μας αγωνίστηκε με όλη τη δύναμη της ψυχής του για την ελευθερία του μαρτυρικού μας νησιού».

Ενώ, ο Αρχηγός Γεώργιος Γρίβας Διγενής, εξέδωσε διαταγή με την οποία εξήρε τον νεκρό : «Ο ηρωικός θάνατος του Κυριάκου Μάτση χαράσσει τον αιματοβαμμένο δρόμο, που κάθε αγωνιστή μας θα ακολουθήση, για να αντιμετωπίσει τον τύραννον, με το δάκτυλο στην σκανδάλη και με τη σταθεράν απόφασιν να τον συντρίψει ή να πέσει ο ίδιος. Δείχνει σε κάθε Κύπριον Έλληνα τον δρόμο της τιμής και του καθήκοντος…. Τέτοια λεβεντογεννιά, με ηρωικούς νεκρούς και τιτάνες αγωνιστές, ποτέ δε πεθαίνει, αλλά πάντα νικά. ΖΗΤΩ ΟΙ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΜΑΣ!».

Λίγες μέρες πριν τη θυσία του, ο Κυριάκος Μάτσης θα γράψει προαισθανόμενος μάλλον το τέλος, τους παρακάτω στίχους :

«Λουλούδια πα στο μνήμα μου, να σπείρεις θέλεις τώρα

Που των ιδεών το άνθισμα θάφτηκε μες το χώμα….»

Το ΕΛΑΜ παρευρέθηκε σήμερα στο τρισάγιο που τελέστηκε στα Φυλακισμένα Μνήματα.

Στεφάνι εκ μέρους του Προέδρου του ΕΛΑΜ και υποψηφίου Προέδρου της Δημοκρατίας Χρίστου Χρίστου, κατέθεσε ο Επαρχιακός Λευκωσίας Γιώργος Τοούλας.

ΑΘΑΝΑΤΟΣ Ο ΗΡΩΑΣ!