Ο όρκος των Μανιατών

«Ορκίζομαι,εις το όνομα του Παντοδύναμού μας Θεού,εις το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστούκαι της Αγίας Τριάδος,να χύσω και την υστέραν ρανίδα του αίματός μου,υπέρ πίστεως και Πατρίδος.

Ορκίζομαι,να μη βλέψω εις τα όπισθενεάν δεν αποδιώξω τον εχθρόν της Πατρίδοςκαι της Θρησκείας μου.

Ορκίζομαι,«Ταν ή επί Τας» και «Νίκη ή Θάνατος»υπέρ Πίστεως και Πατρίδος.»

Η περιοχή της Μάνης, σε όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας, παρέμεινε στην πραγματικότητα απόρθητη, παρά τις επανειλημμένες απόπειρες των Τούρκων για την υποδούλωσή της. Μάλιστα, από το 1776, μετά τα Ορλωφικά, ανακηρύχθηκε σε ημιανεξάρτητη, φόρου υποτελή ηγεμονία, υπό την άμεση δικαιοδοσία του καπουδάν πασά. Τη διοίκησή της αναλάμβανε ένας από τους καπεταναίους της περιοχής, που διοριζόταν μπέης και ήταν υπεύθυνος για την τήρηση της τάξης.

Η Μάνη είχε γίνει «το μεγαλύτερον φόβητρον των Τούρκων και το καταφύγιον των Ελλήνων», καθώς λόγω του ιδιότυπου αυτού καθεστώτος, στην επικράτειά της υπήρχαν μόνιμες ανεξέλεγκτες δυνάμεις ενόπλων ανδρών, που αποτελούσαν και τους μοναδικούς έμπειρους πολεμιστές στην Πελοπόννησο. Η φήμη των κατοίκων, σε συνδυασμό με τη σχετική αυτοτέλεια της περιοχής και το κατάλληλο έδαφος της χερσονήσου, που μπορούσε να λειτουργήσει ως ορμητήριο και παράλληλα ως καταφύγιο, είχαν καταστήσει τη Μάνη στη συνείδηση τόσο των Ελλήνων όσο και των ξένων, ως την πιο κατάλληλη περιοχή για την έναρξη του μεγάλου αγώνα.

Σημειώθηκαν αρκετά επαναστατικά κινήματα και οργανώθηκε η καθολική συμμετοχή των Μανιατών στη μεγάλη επανάσταση. Τον Οκτώβριο του 1819, οι αρχηγοί συγκεντρώθηκαν στις Κιτριές, στο σπίτι του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, του τελευταίου μπέη της Μάνης, και υπέγραψαν συμφωνία για συνεννόηση και κοινή προετοιμασία. Επί πλέον, πολλοί Μανιάτες, καπεταναίοι, και ο ίδιος ο Πετρόμπεης, έσπευσαν να μυηθούν στη Φιλική Εταιρεία, ενισχύοντας την πεποίθηση ότι οποιαδήποτε καθολική εξέγερση των Ελλήνων έπρεπε να στηριχθεί στη Μάνη. Μάλιστα, το αρχικό σχέδιο του Υψηλάντη ήταν να μεταβεί ο ίδιος εκεί για την κήρυξη της επανάστασης, κάτι που τελικά δεν πραγματοποιήθηκε λόγω των κινδύνων που υπέκρυπτε η μετακίνησή του στο ευρωπαϊκό έδαφος.

Έτσι λοιπόν, στις 17 Μαρτίου του 1821 στην Αρεόπολη συγκεντρώθηκαν οι πρόκριτοι της Μάνης και όλοι οι ένοπλοι Μανιάτες με αρχηγό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, που είχε εκλεγεί αρχηγός από τη Συνέλευση των Κιτριών. Εκεί μετά τη δοξολογία, μπροστά στον Ιερό Ναό των Ταξιαρχών, ύψωσαν το λάβαρο του Αγώνα, δηλαδή τη Μανιάτικη Σημαία. Η σημαία ήταν λευκή, με μπλε σταυρό στη μέση. Στη πάνω πλευρά έγραφε «ΝΙΚΗ Η’ ΘΑΝΑΤΟΣ» και στη κάτω το ένδοξο «ΤΑΝ Ή ΕΠΙ ΤΑΣ».

Εκεί κήρυξαν το πόλεμο στη Τούρκικη αυτοκρατορία, γι’ αυτό η σημαία τους έγραφε «ΝΙΚΗ Η’ ΘΑΝΑΤΟΣ» και όχι «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ», επειδή η Ελευθερία για τους Μανιάτες ήταν δεδομένη. Επανάσταση έκαναν οι υπόλοιποι Έλληνες που διεκδικούσαν την Ελευθερία τους.

Και τον όρκος τους τον τήρησαν τα Σπαρτιατόγκονα, όπως αποκαλεί η μοιρολογίστρα τους Μανιάτες, τόσο το 1821, όσο και στους μετέπειτα Εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες της πατρίδας μας. Διάσπαρτα οι κάμποι και τα βουνά της χώρας μας από τάφους και μνημεία Μανιατών, που έχυσαν το αίμα τους για να διαφυλάξουν το «ΤΑΝ Ή ΕΠΙ ΤΑΣ».

Πάντοτε η Μάνη υπήρξε για την Ελλάδα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και η Ελλάδα υπήρξε για τη Μάνη. Αυτό είναι φανερό από την αντιμετώπιση της Μάνης, από τους κρατούντες και έχοντες, παλαιότερα αλλά και πρόσφατα.

Ενδεικτικά αναφέρω το γεγονός της έκδοσης από τη Βουλή των Ελλήνων, αναμνηστικών μεταλλίων για τα 180 χρόνια από την Εθνεγερσία του 1821, απ’ όπου όμως απουσιάζει η μορφή του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Παράλληλα στο έντυπο που εκδόθηκε το 2002 με τίτλο «Ανθολόγιο των σημαντικότερων γεγονότων της Επανάστασης του 1821», απουσιάζει η οποιαδήποτε αναφορά στις μάχες της Βέργας, του Δυρού και του Πολυαράβου, που στην ουσία έσωσαν την επανάσταση που έσβηνε από τις ορδές του Ιμπραήμ.