Η Κοφίνου, είναι ένα χωριό το όποιο βρίσκεται χτισμένο σε σημείο με μεγάλη στρατηγική σημασία. Βρίσκεται σε υψόμετρο 150 μέτρων, 40 χιλιόμετρα νότια της Λευκωσίας στο σταυροδρόμι των αυτοκινητόδρομων Λευκωσίας-Λεμεσού και Λάρνακας-Λεμεσού. Τη δεκαετία του 60’ κατοικείτο αποκλειστικά από Τουρκο”κύπριους”, ενώ το 1963 μετά τις διακοινοτικές ταραχές η Κοφινού αποτελούσε πια το πιο ισχυρό στρατιωτικό προπύργιο των Τουρκο”κύπριων”. Από το 1964 και μετά συνεχώς δημιουργούνταν επεισόδια στη περιοχή από τους Τουρκοκύπριους οι οποίοι φρόντιζαν συχνά να διακόπτουν τη κίνηση στους δύο αυτοκινητόδρομους ακόμα και πυροβολώντας τα διερχόμενα αυτοκίνητα. Μέσα στο 1967, οι προκλήσεις αυτές έγιναν σχεδόν καθημερινές.   Οι προκλήσεις αυτές στάθηκαν αιτία στις 15 Νοεμβρίου του 1967, να σημειωθεί αιματηρή σύγκρουση στο χωριό Κοφίνου, μεταξύ δυνάμεων της Εθνικής Φρουράς και των Τουρκο”κύπριων”. Τα γεγονότα της ημέρας εκείνης, φαίνεται να έπαιξαν καταλυτικό ρόλο για τη τουρκική εισβολή στο Νησί, το 1974.   Η κυβέρνηση της Κύπρου ( Κυβερνήτης ήταν τότε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ), είχε ζητήσει από τις δυνάμεις του ΟΗΕ να επέμβουν, όμως συνεχώς καθυστερούσαν. Έτσι, στις 15 Νοεμβρίου του 1967 διέταξε την Εθνική Φρουρά υπό τις διαταγές του Στρατηγού Γεωργίου Γρίβα, να αναλάβει την αποκατάσταση της τάξης. Με την <<Επιχείρηση Γρόνθος>> όπως είχε ονομαστεί, ο Γρίβας κινητοποίησε ισχυρές δυνάμεις με άρματα μάχης, πυροβολικό και τεθωρακισμένα.   Αρχικά, κατέλαβε σχεδόν χωρίς μάχη την τουρκική συνοικία στο χωριό Άγιος Θεόδωρος το οποίο κατοικούνταν και από Έλληνες της Κύπρου και από Τουρκο”κύπριους”. Επόμενος στόχος ήταν το χωριό Κοφίνου. Ακολούθησαν αψιμαχίες από τις οποίες η απώλεια από την ελληνική πλευρά ήταν μόνο ένας νεκρός και δύο τραυματίες αντίθετα με τη τουρκική που μετρούσαν 24 νεκρούς και εννέα τραυματίες.   Η Τουρκία απείλησε με στρατιωτική εισβολή στη Κύπρο και με πόλεμο την Ελλάδα, ενώ χαρακτήρισε τα γεγονότα <<στυγερή πρόκληση>>. Η παρέμβαση των Αμερικανών, στέλνοντας τον υφυπουργό Άμυνας Σάιρους Βανς στο τρίγωνο Αθήνας-Λευκωσίας-Άγκυρας, και στη προσπάθειά του να επιτύχει την εκτόνωση με ένα συμβιβασμό, διευθέτησε τη κρίση αναγκάζοντας τη τραγική υποχώρηση του δικτατορικού τότε καθεστώτος της Ελλάδας. Η τύχη της Νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ, στάθηκε αιτία για τρομερή πίεση από τη πλευρά των Αμερικανών, των Βρετανών και των Καναδών, αναγκάζοντας την Ελλάδα να αποσύρει την Ελληνική Μεραρχία από τη Κύπρο. Η συμφωνία που υπήρξε, προφανώς εξυπηρετούσε την Τουρκία τα μέγιστα παρά την Ελλάδα και ο Βανς, κατάφερε να την ‘‘αναγκάσει’’ στην Αθήνα με τους παρακάτω όρους :   1. Άμεση, μέσα σε 45 ημέρες, απομάκρυνση ολόκληρου του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος, δυνάμεως 8.000 ανδρών, που είχε σταλεί στην Κύπρο το 1964-1965.   2. Παραμονή στην Κύπρο της ΕΛ.ΔΥ.Κ και της ΤΟΥΡ.ΔΥ.Κ., δηλαδή των σταθμευουσών βάσει των συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου ελληνικών και τουρκικών δυνάμεων.   3.Άμεση διάλυση των τουρκικών στρατιωτικών συγκεντρώσεων στα μικρασιατικά παράλια, έναντι της Κύπρου.   4. Η Ελλάς και η Τουρκία αναλαμβάνουν την υποχρέωση να σεβαστούν την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Δημοκρατίας της Κύπρου.   5. Αποστράτευση και αφοπλισμός των τοπικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Κύπρο.   6. Διεύρυνση του αστυνομικού ρόλου της δυνάμεως των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο.   Με την αποχώρηση της Ελληνικής Μεραρχίας, οι Τούρκοι εμφανίσθηκαν σαν μια οργανωμένη πολιτική κοινότητα και όχι ως μειονότητα ανακηρύσσοντας <<Προσωρινή Τουρκο''κυπριακή'' Διοίκηση>>, ενώ το Νησί ήταν πια ευάλωτο σε οποιαδήποτε τουρκική εισβολή, η οποία και ήρθε το καλοκαίρι του 1974.