Ο Πέτρος Ηλιάδης γεννήθηκε στον Αγρό της επαρχίας Λεμεσού το 1932.  Ο Πέτρος φοίτησε στο δημοτικό σχολείο του χωριού του και ήταν απόφοιτος της Απεητείου Ανωτέρας Σχολής Αγρού. Εργαζόταν στη Λευκωσία ως παντοπώλης. Ήταν μέλος της ΟΧΕΝ και διακρινόταν για τα θρησκευτικά και πατριωτικά του αισθήματα. Εντάχθηκε στην ΕΟΚΑ με την έναρξη του Αγώνα και ανήκε στην ίδια ομάδα με τους ήρωες Ιάκωβο Πατάτσο και Παναγιώτη Γεωργιάδη.

Αρχικά προσέφερε τις υπηρεσίες του στη διαφώτιση, στην απόκρυψη και μετακίνηση οπλισμού και αλληλογραφίας και στη στρατολόγηση νέων για τον αγώνα. Στη συνέχεια επιδίωξε περισσότερη δράση και εντάχθηκε στις ομάδες κρούσεως Λευκωσίας, όπου η Οργάνωση είχε μεγαλύτερη ανάγκη.

Στις 14 Ιουνίου 1956 κατόρθωσε να πλησιάσει από μια στενή πάροδο το ταχυδρομείο της τότε πλατείας Μεταξά, της σημερινής πλατείας Ελευθερίας, για βομβιστική επίθεση εναντίον Άγγλων. Στη στέγη του κτιρίου υπήρχε φυλάκιο με Άγγλους στρατιώτες από τους οποίους έγινε αντιληπτός. Τον πυροβόλησαν με αυτόματο όπλο την ώρα που ετοιμαζόταν να ρίψει τη βόμβα του. Σοβαρά τραυματισμένος ο Πέτρος Ηλιάδης έπεσε στην οδό Θράκης και μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας. Υποβλήθηκε σε πολύωρη εγχείρηση από Έλληνες γιατρούς, οι οποίοι, όμως, δεν μπόρεσαν να τον σώσουν. Είχε κτυπηθεί από δυο σφαίρες που του διέτρησαν τον δεξιό πνεύμονα, το στομάχι και τα έντερα. Πέθανε το πρωί της 14ης Ιουνίου 1956.

Στην κηδεία του, που έγινε στον Αγρό, ο πατέρας του, ο οποίος τον καμάρωνε για το ήθος και τον πατριωτισμό του, τον αποχαιρέτησε με ένα δάφνινο στεφάνι λέγοντας : «Έχει η δάφνη μυρωδιά, Πέτρο μου, μα έχει και πικράδα».

ΑΘΑΝΑΤΟΣ!