«Κυπριακέ λαέ, καλείσαι όπως ηνωμένος και αδιάσπαστος επιτελέσεις και τώρα το προς την δούλην πατρίδα σου καθήκον μετ’ ενθουσιασμού. Δι’ Ενωσιν και μόνον Ενωσιν ηγωνίσθης επί τόσα έτη. Ενωσιν και μόνον Ενωσιν καλείσαι να επισφραγίσεις διά της ψήφου σου. Εμπρός Κύπριοι, όλοι εις τα επάλξεις διά την μάχην του Δημοψηφίσματος, διά την εθνικήν μας αποκατάστασιν, διά την Ενωσιν με την αθάνατον Μητέρα Ελλάδα».

Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Άγγλοι δεν έδωσαν στη Κύπρο την ελευθερία παρόλο που ο τότε Βρετανός Πρωθυπουργός Τσώρτσιλ υποστήριζε ότι θα το κάνει. Αρκέστηκαν μονάχα στη πρόταση παραχώρησης Συντάγματος περιορισμένης αυτοδιοικήσεως και αυτονομίας.

Οι Έλληνες της Κύπρου όμως επιθυμούν την Ένωση με τη “Μητέρα” Ελλάδα και όχι την αυτονομία. Ο πόθος τους και η ολοκλήρωση όλων των αγώνων και των θυσιών τους δεν ήταν για την ανεξαρτησία τους αλλά για την Ένωση! Η επόμενη πράξη για την επίτευξη αυτού του σκοπού, έλαβε μέρος στις 15 Ιανουαρίου του 1950 με το Δημοψήφισμα για την Ένωση.

Στις 13 Ιουλίου 1948, ιδρύθηκε το Εθναρχικό Συμβούλιο και στις 8 Δεκεμβρίου 1949 εκδίδεται εθναρχική εγκύκλιος καλώντας τον λαό στη διεξαγωγή του ιστορικού Δημοψηφίσματος. Η διαδικασία προκηρύχθηκε για τις 15-22 Ιανουαρίου 1950. Οι Έλληνες Κύπριοι θα υπέγραφαν σε ειδικά φύλλα χαρτιού που έγραφαν στο πάνω μέρος με κεφαλαία γράμματα: «ΑΞΙΟΥΜΕΝ ΤΗΝ ΕΝΩΣΙΝ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ».

Στους ναούς των πόλεων και των χωριών, η συμμετοχή ήταν αφάνταστη. Οι καμπάνες των εκκλησιών ηχούσαν χαρμόσυνα, ενώ η διαδικασία του Δημοψηφίσματος είχε πάρει μορφή ιεροτελεστίας. Ολόκληρος ο Ελληνικός Κυπριακός λαός, ανεξαρτήτου φύλου, ηλικίας, κοινωνικής τάξης, κατευθύνονταν στους ναούς. Στους δρόμους, τις πλατείες, στα προαύλια των εκκλησιών, στα διάφορα σωματεία, εκτυλισσόταν σκηνές ενθουσιασμού. Ο διακαής πόθος τους για την Ένωση, αλώβητος και άσβεστος πλημμύριζε τις καρδιές των Ελλήνων της Κύπρου.

Η διεξαγωγή και το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος συγκλόνισε όλη την Ελλάδα και το Πανελλήνιο. Όλα έδειχναν ότι το όνειρο γινόταν πραγματικότητα. Συνολικά υπέγραψαν 215.108 Ελληνοκύπριοι από τους 224.745. Οι κατάλογοι του Δημοψηφίσματος, υπογράφηκαν εις τετραπλούν ώστε να προκύψουν τέσσερις σειρές. Η μία θα έμενε στην Αρχιεπισκοπή Κύπρου, η δεύτερη θα αποστέλλετο στην Βουλή των Ελλήνων, η τρίτη στην αγγλική Κυβέρνηση και η τελευταία στον Ο.Η.Ε. Τετραμελής Κυπριακή αντιπροσωπεία επισκέφθηκε αρχικά την Αθήνα και αργότερα το Λονδίνο, προκειμένου να προβάλλει και να αξιοποιήσει τα αποτελέσματα του Δημοψηφίσματος. Στο Λονδίνο, Βρετανός πρωθυπουργός και ο Υπουργός αποικιών αρνήθηκαν να τη δεχτούν. Στην Αθήνα, οι τόμοι φυλάχτηκαν σε ειδική βιβλιοθήκη της Βουλής όπου υπάρχουν ακόμα και σήμερα, και στο Λονδίνο στον Ιερό Ναό της Αγίας Σοφίας.

Παρ’ όλο τον Αγώνα που έγινε όμως, οι Άγγλοι δεν έδειξαν να συγκινούνται και ούτε να έχουν τη διάθεση να φύγουν από το Νησί. Ο Βρετανός κυβερνήτης της Κύπρου Sir Andrew Wright, δήλωσε ξανά πως για τη Βρετανία το Κυπριακό ζήτημα ήταν κλειστό.

Κάπου εδώ λοιπόν, ο αγώνας μέσω διπλωματίας έφτασε στο τέλος του. Ξεκινούσε τώρα ένας νέος Αγώνας. Ο ηρωικότερος, ο ευγενέστερος, ο αγνότερος και ο συγκινητικότερος αγώνας που γράφτηκε ποτέ στην Κυπριακή, ίσως και στην παγκόσμια ιστορία.

Νέα παιδιά ακόμα και μαθητές, νέοι ήρωες, με αρχηγό τον Γεώργιο Γρίβα Διγενή ξευτέλισαν μια ολόκληρη αυτοκρατορία. Έδωσαν μάχη μέχρι θανάτου, άλλοι βασανίστηκαν φρικτά, άλλοι εκτελέστηκαν εν ψυχρώ και άλλοι απαγχονίστηκαν.

Ο πόθος για την Ένωση με τη Μητέρα Ελλάδα μένει αιώνιος.

Κλείνοντας το αφιέρωμα για το Ενωτικό Δημοψήφισμα του 1950, παραθέτω τα λόγια του 18χρονου ήρωα της ΕΟΚΑ, Ευαγόρα Παλληκαρίδη:

«Την Κύπρο μας κι αν δέσανε οι Άγγλοι μ’αλυσίδα

Έχει για πάντα την καρδιά, πίστη σε μια πατρίδα

Η Κύπρος κι αν ελύγισε, δεν είναι σκλαβωμένη

Ελληνοπούλ’ αδούλωτη, πάντα η ψυχή της μένει».